Πρόκειται για την πρώτη προοπτική, τυχαιοποιημένη κλινική έρευνα που συνέκρινε απευθείας τα αποτελέσματα της πρόσληψης νερού,από τη μία, και αναψυκτικών που περιέχουν μη θερμιδικές γλυκαντικές ύλεςαπό την άλλη, στην απώλεια βάρους, στο πλαίσιο ενός συμπεριφορικού προγράμματος αδυνατίσματος, όπου συμμετείχαν 303 άνθρωποι.
Διεξαχθείσα ταυτόχρονα από ερευνητές στο Κέντρο Υγείας και Ευεξίας Anschutz του Πανεπιστημίου του Κολοράντο στην Αουρόρα του Κολοράντο και στο Κέντρο για την Έρευνα και Εκπαίδευση σχετικά με την Παχυσαρκία του Πανεπιστημίου Temple στη Φιλαδέλφεια, η μελέτη κατέδειξε πως οι συμμετέχοντες που κατανάλωναν αναψυκτικά τα οποία περιείχαν μη θερμιδικές γλυκαντικές ύλες, έχασαν κατά μέσο όρο 13 λίβρες (5,9 κιλά)- 44% περισσότερο από την άλλη ομάδα ελέγχου που κατανάλωνε μόνο νερό, η οποία έχασε κατά μέσο όρο 9 λίβρες (4,1 κιλά).
Το 64% των συμμετεχόντων στην ομάδα ελέγχου των αναψυκτικών διαίτης έχασαν τουλάχιστον 5% του συνολικού σωματικού τους βάρους, σε σύγκριση με μόλις 43% της αντίστοιχης ομάδας ελέγχου, απώλεια που έχει αποδειχθεί ότι συμβάλλει σημαντικά στη μείωση του κινδύνου εκδήλωσης καρδιοπάθειας, υψηλής πίεσης και σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2.
Οι μη θερμιδικές γλυκαντικές ύλες εισήχθησαν στη διατροφή μας πριν από περισσότερα από 50 χρόνια και έχουν βρεθεί στο επίκεντρο πολλών μελετών με αντικείμενο την επίδρασή τους στην όρεξη και την ενεργειακή πρόσληψη. Για να καθορίσει αν η επίδρασή τους είναι θετική ή αρνητική, η συγκεκριμένη μελέτη εξέτασε συγκριτικά την επίδραση του νερού, το οποίο θεωρείται ότι αποτελεί χρυσό κανόνα για την απώλεια βάρους και τη διατήρηση καλής υγείας.
Όλοι οι συμμετέχοντες στην έρευνα κατανάλωναν τουλάχιστον 3 αναψυκτικά με μη θερμιδικά γλυκαντικά πριν την έναρξη της έρευνας, έπρεπε να μην εμφανίζουν αυξομείωση του βάρους τους μεγαλύτερη από 2,7 κιλά για διάστημα έξι μηνών πριν την έρευνα και η σωματική δραστηριότητά τους δεν υπερέβαινε τα 300 λεπτά την εβδομάδα.
Με την έναρξη της μελέτης τοποθετήθηκαν τυχαία σε μία από τις δύο ομάδες ελέγχου: σε αυτήν όπου επιτρεπόταν να συνεχιστεί η κατανάλωση αναψυκτικών διαίτης, όπως ανθρακούχα διαίτης, τσάγια και εμφιαλωμένα νερά με γεύσεις και στην ομάδα ελέγχου όπου επιτρεπόταν μόνο η κατανάλωση νερού. Με εξαίρεση την κατανάλωση αναψυκτικών, και οι δύο ομάδες ακολουθούσαν ακριβώς την ίδια διατροφή και το ίδιο πρόγραμμα γυμναστικής καθ' όλη τη διάρκεια διεξαγωγής της μελέτης. Και οι δύο ομάδες "αναψυκτικών διαίτης" και "νερού", παρουσίασαν μείωση στα εκατοστά της περιφέρειας και στα επίπεδα της πίεσης.
Σύμφωνα με την έρευνα, εκτός του ότι έχασαν 44% περισσότερο βάρος από την ομάδα ελέγχου, οι συμμετέχοντες στην ομάδα των αναψυκτικών διαίτης επίσης:
- δήλωσαν ότι αισθάνονταν πολύ λιγότερο πεινασμένοι,
- έδειξαν πολύ καλύτερα αποτελέσματα στα επίπεδα συνολικής χοληστερόλης και λιποπρωτεΐνης χαμηλής πυκνότητας (LDL) – αποκαλούμενης και «κακής» χοληστερόλης, και
- εμφάνισαν σημαντική μείωση κατά τις μετρήσεις τριγλυκεριδίων.
"Αυτή η μελέτη καταδεικνύει σαφώς ότι τα αναψυκτικά διαίτης μπορούν πραγματικά να βοηθήσουν στην απώλεια βάρους, αποδομώντας ευθέως μύθους προηγούμενων ετών που υποστήριζαν ότι είχαν το αντίθετο αποτέλεσμα", δήλωσε ο Δρ James O. Hill, Ph.D, εκτελεστικός διευθυντής του Κέντρου Υγείας και Ευεξίας Anschutz του Πανεπιστημίου του Κολοράντο, ένας εκ των συγγραφέων της μελέτης. Σύμφωνα με τον ίδιο, "στην πραγματικότητα, όσοι έπιναν αναψυκτικά διαίτης έχασαν περισσότερο βάρος και δήλωσαν ότι αισθάνονταν πολύ λιγότερο πεινασμένοι σε σχέση με όσους έπιναν μόνο νερό. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνει ότι αν θέλει κανείς να χάσει κιλά, τότε μπορεί να απολαμβάνει αναψυκτικά διαίτης".
Η κλινική έρευνα υπεβλήθη σε διαδικασία αξιολόγησης του ελέγχου των ευρημάτων της (peer-review) και πρόκειται να δημοσιευθεί στο τεύχος Ιουνίου του επιστημονικού περιοδικούObesity της αμερικανικής Εταιρείας Παχυσαρκίας. Η ανεξάρτητη μελέτη χρηματοδοτήθηκε από τον Αμερικανικό Σύνδεσμο Αναψυκτικών.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr