Ο προβλεπτικός ταβερνιάρης, για να έρχονται ασκανδάλιστα να ψωνίζουν οι καλές νοικοκυράδες, οι γειτόνισσες, είχε κοντά στα βαρέλια και τα μπουκάλια, πιο πολύ για επίδειξη, λίγο σαπούνι, κόλλα, ρύζι και ζάχαρη, είχε ακόμα και μύλο, για να κόβει καφέ. Αλλά έβλεπε κανείς, πρωί και βράδυ, να βγαίνουν απεριποίητες και μισοχτενισμένες γυναίκες που είχαν το ένα χέρι κάτω από το φόρεμά τους, κοντά στο γοφό, και αυτό σήμαινε, ότι τα ψώνια δεν ήταν σαπούνι, ούτε ρύζι ή ζάχαρη.
Ερχόταν πολλές φορές την ημέρα η γρια-Βασίλω, φτωχή, έρημη και ξένη στα ξένα, που δεν είχε προλήψεις και έπινε φανερά το ρούμι της. Ερχόταν και η κυρά-Κώσταινα η Κλησιάρισσα, που βοηθούσε όσο μπορούσε στην εκκλησία, όρθια κοντά στο μανουάλι, για να στερεώνει τα κεριά, και όσες πεντάρες έπαιρνε την Κυριακή, όλες τις έπινε, με ευσυνείδητη ακρίβεια, τη Δευτέρα, Τρίτη, Τετάρτη.
Περισσότερα στο penna.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr