Ήδη, από το απόγευμα της Πέμπτης καταβάλλεται μια έντονη προσπάθεια να καταγραφούν τα σχέδια των ρυθμιστικών πράξεων, ώστε εν συνεχεία η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας της Κυπριακής Δημοκρατίας, να δώσει το “πράσινο φως”. Όλα αυτά μετά τις αμοιβαίες υποχωρήσεις των δυο πλευρών και στο “παρά πέντε” της εκπνοής του σχετικού "τελεσιγράφου" της Nexans, που έχει αναλάβει να κατασκευάσει το καλώδιο, έργου, που απαιτεί, βέβαια σαφή δέσμευση και μεγάλα κεφάλαια. Πάντως, μέχρι και τη συνεδρίαση της ΡΑΕΚ την Παρασκευή τηρείται “σιγή ασυρμάτου” από τις ενδιαφερόμενες πλευρές, ήτοι τον ΑΔΜΗΕ ή τη Γαλλική ΝΕΧΑΝS καθώς ο όλος χειρισμός επαφίεται στο Πρωθυπουργικό Γραφείο της Αθήνας και στο Προεδρικό Μέγαρο της Λευκωσίας.
Πάντως, σήμερα, στην συνεδρίαση της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας της Κυπριακής Δημοκρατίας αναμένεται, να καταγραφεί με πάσα λεπτομέρεια η χθεσινή πολιτική απόφαση.
Σύμφωνα με πληροφορίες της κυπριακής εφημερίδας Φιλελεύθερος «η ελληνική Κυβέρνηση ενημερώθηκε από την κυπριακή ότι οι πολυσυζητημένες αλλαγές στο ρυθμιστικό πλαίσιο που διέπει την ηλεκτρική διασύνδεση Κύπρου – Ελλάδας θα οριστικοποιηθούν αύριο, με απόφαση της ΡΑΕΚ».
Όπως σημειώνεται είναι πιθανό η τροποποίηση της ρυθμιστικής απόφασης της 2ας Ιουλίου 2024 να μην είναι η τελευταία, καθώς εκκρεμούν και άλλα θέματα που χρήζουν αποφάσεων από τις δύο κυβερνήσεις και τις δύο ρυθμιστικές αρχές. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, σήμερα η ΡΑΕΚ θα κληθεί να εγκρίνει δύο αλλαγές, για τις οποίες έχει ήδη συμφωνήσει στο πλαίσιο προηγούμενων τηλεδιασκέψεων με την ελληνική ρυθμιστική αρχή, το Υπουργείο Ενέργειας της Ελλάδας, την Κομισιόν και τον
ΑΔΜΗΕ:
1.Την έναρξη παραχώρησης στον φορέα υλοποίησης (Great Sea Interconnector) εσόδων, προς κάλυψη δαπανών του κατά το στάδιο της κατασκευής του έργου. Η απόφαση θα προβλέπει χρέωση των καταναλωτών στην Κύπρο με πολύ μικρό ποσό ανά κιλοβατώρα, το οποίο όμως θα επιστρέφεται ταυτόχρονα στους καταναλωτές ρεύματος μέσω επιδότησης του κράτους στους λογαριασμούς ηλεκτρισμού. Πρόκειται δηλαδή για ενσωμάτωση στο ρυθμιστικό πλαίσιο της απόφασης που έλαβε την περασμένη Τρίτη το Υπουργικό, για χρηματοδότηση του φορέα υλοποίησης με 25 εκατ. τον χρόνο (συνολικά 125 εκατ. ευρώ την περίοδο 2025-2029), έναντι εύλογων εξόδων του για τις κατασκευές.
2. Η ρυθμιστική απόφαση θα αλλάξει και για τη χρονική επέκταση της παραχώρησης αυξημένου (προνομιακού) ποσοστού απόδοσης κεφαλαίου (premium WACC) για περίοδο 17 χρόνων και όχι 12 όπως προβλέπει η ισχύουσα απόφαση.
Σύμφωνα, πάντως, με ανακοίνωση της κυπριακής προεδρίας, ο κ. Χριστοδουλίδης ενημέρωσε ενδελεχώς τον Έλληνα Πρωθυπουργό για τη σχετική απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, κατά τη συνεδρίαση του Σώματος στις 17 Σεπτεμβρίου 2024. Ταυτόχρονα, ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης επιβεβαίωσε την πολιτική δέσμευση της Κυπριακής Δημοκρατίας στο έργο.
Επίσης, η ανακοίνωση τονίζει ότι και οι δύο ηγέτες επαναβεβαίωσαν το ενδιαφέρον και την πολιτική δέσμευση Κύπρου και Ελλάδας για υλοποίηση του υψηλής στρατηγικής και οικονομικής σημασίας έργου της ηλεκτρικής διασύνδεσης ανάμεσα στις δύο χώρες.
Ο διάλογος Μητσοτάκη - Χριστοδουλίδη
Λακωνικά πάντως το Μέγαρο Μαξίμου τοποθετήθηκε λέγοντας ότι Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είχε το πρωί κατ’ ιδίαν συνάντηση στο Μέγαρο Μαξίμου με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκο Χριστοδουλίδη.
«Είναι ένα πολύ σημαντικό έργο για την Ευρώπη, για την Ελλάδα και κυρίως για την Κύπρο. Η κυβέρνηση και προσωπικά ο πρωθυπουργός επιθυμούν την ευτυχή κατάληξη αυτών των συζητήσεων», υπογράμμισε νωρίτερα την Πέμπτη, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, σε ερώτηση για την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας - Κύπρου, επ' αφορμή και τη σημερινή επίσκεψη του Κύπριου προέδρου Ν. Χριστοδουλίδη στην Αθήνα. Οπως είπε ο Π. Μαρινάκης, «είμαστε αισιόδοξοι, προσέχοντας τι λέμε, ότι θα υπάρξει θετική έκβαση ως προς το οικονομικό σκέλος -γιατί αυτή είναι η διάσταση που συζητείται. Ας περιμένουμε γιατί είναι σε εξέλιξη αυτές οι συζητήσεις, που δεν έχουν καμία σχέση με γεωπολιτικής φύσεως ζητήματα, γιατί αυτά που έχουν γραφτεί και ακουστεί είναι αποκυήματα επιστημονικής φαντασίας».
Να σημειωθεί ότι, με βάση πληροφορίες, η Κυπριακή πλευρά δέχτηκε παράταση της παραχώρησης αυξημένου (προνομιακού) ποσοστού απόδοσης κεφαλαίου (premium WACC) για περίοδο 17 χρόνων και όχι 12, όπως προβλέπει η ισχύουσα απόφαση, ενώ η Ελληνική πλευρά φαίνεται να δέχεται αλλαγές στον ισόποσο επιμερισμό 50%-50% της γεωπολιτικής ευθύνης ως προς την ανάκτηση από το φορέα υλοποίησης των δαπανών από ενδεχόμενή εμπλοκή του έργου, για λόγους ανωτέρας βίας.
Πάντως εδώ και μέρες στο προσκήνιο βρεθηκαν σειρά "αστερίσκων" με την Αθήνα να “βλέπει” μια διαρκή αμφισβήτηση της χρησιμότητας του έργου, από τη Λευκωσία, τόσο της ανάλυσης κόστους-οφέλους, με συνεχείς, απαιτήσεις για αλλαγή της αναλογίας των δύο μερών που προβλέπει η διασυνοριακή κατανομή κόστους του έργου (Cross Border Cost Allocation), γνωστή ως CBCA,
Το CBCA μέχρι τώρα προέβλεπε αναλογία 37% για την Ελλάδα και 63% για την Κύπρο ως άμεσα ωφελούμενη χώρα από το έργο, ενώ η Ελλάδα έχει ήδη αποδεχθεί σε μια ένδειξη καλής θέλησης και προκειμένου να αμβλυνθούν οι ανησυχίες της Κύπρου για το γεωπολιτικό ρίσκο, να αναλάβει κατά 50% των δαπανών σε περίπτωση που το έργο σταματήσει για λόγους που δεν ελέγχονται από τον φορέα υλοποίησης.
Όπως αναφερόταν, πάντως, όλο αυτό το διάστημα καταγράφονταν υπαναχωρήσεις από συμφωνηθέντα, ενώ παρά το επείγον του ζητήματος, η λήψη απόφασης για µετοχική συµµετοχή παραπέμπεται για την 1η ∆εκεµβρίου, δηλαδή, µετά την αξιολόγηση της µελέτης κόστους - οφέλους.
Συγκεκριμένα, η Αθήνα “έβλεπε” επί μέρες ότι η κυπριακή κυβέρνηση ανέβαλε για άλλη μια φορά την απόφαση σχετικά με τη μετοχική συμμετοχή της στο έργο με 100 εκατ. ευρώ, κάτι για το οποίο στο παρελθόν είχε δεσμευτεί. Συγκεκριμένα, με βάση πηγές στην Αθήνα, στο κείμενο του Κυπριακού υπουργικού συμβουλίου στα μέσα της τρέχουσας εβδομάδας αναφερόταν, ότι η απόφαση για τη συμμετοχή θα ληφθεί μέχρι 31/12/2024 και όχι άμεσα.
Επίσης, η Λευκωσία, με βάση όσα ανέφεραν Ελλαδικές πηγές, δεν παρέμενε με ρητή τη δέσμευση σχετικά με τα 125 εκατ. ευρώ, για την πενταετή περίοδο ως την ολοκλήρωση του έργου. Αντίθετα το κείμενο της απόφασης του υπουργικού ανέφερε χαρακτηριστικά "μέχρι 125 εκατ. ευρώ".
Πάντως με βάση τα αρχικά συμφωνηθέντα η ανάκτηση του κόστους του έργου θα ξεκίναγε από 1/1/2025. Στην περίπτωση της Κύπρου το ποσό υπολογίζεται στα 25 εκατ. ευρώ κατ’ έτος από το 2025 έως και το 2029, συνολικά 125 εκατ. ευρώ, και θα το κατέβαλε το Κυπριακό κράτος από τα δικαιώματα ρύπων.
Γιώργος Αλεξάκης