Και συνεχίζει, γράφοντας στο «Βήμα της Κυριακής»: «Το δημοκρατικό έλλειμμα της κυβέρνησης έχει γίνει ορατό σε όλους και το “επιτελικό κράτος” Μητσοτάκη, θυμίζει αποτυχημένο κράτος (failed state) με την Ελλάδα να περνά μια πρωτοφανή απαξίωση, θεσμική, οικονομική και κοινωνική.
Το οικονομικό τέλμα είναι αυτό που βιώνουν καθημερινά οι Έλληνες πολίτες. Παρά τις εξαγγελίες της κυβέρνησης, οι εκθέσεις τόσο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όσο και του ΙΟΒΕ, καταδεικνύουν την αλήθεια: Η ανεργία παραμένει υψηλή, ενώ τα νοικοκυριά καλούνται να ανταπεξέλθουν στην πρωτόγνωρη ακρίβεια, η οποία έχει επεκταθεί στα είδη πρώτης ανάγκης. Εξάλλου, το ελληνικό δημόσιο χρέος είναι το υψηλότερο στην Ε.Ε., η χώρα καταγράφει την τελευταία θέση στον δείκτη καθαρής επενδυτικής θέσης (NIIP), βρισκόμενη παράλληλα στην προτελευταία θέση στην αγοραστική δύναμη στην Ε.Ε., ξεπερνώντας μόνο την Βουλγαρία, με τις αποταμιεύσεις να κινούνται σε αρνητικά ποσοστά.
Το θεσμικό τέλμα στο οποίο έχει βυθιστεί η χώρα, είναι επίσης πρωτόγνωρο. Επί Μητσοτάκη η Ελλάδα θυμίζει κράτος τριτοκοσμικού καπιταλισμού που αναδύθηκε στον Ψυχρό Πόλεμο. Αυτό δεν αποτυπώνεται μόνο στο ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου για την κατάσταση του κράτους δικαίου στην Ελλάδα. Έχει αποτυπωθεί και στην Έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με την ελευθερία των ΜΜΕ. Παράλληλα, στην Έκθεση για το Κράτος Δικαίου του 2024 που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, επισημαίνεται ότι το επίπεδο διαφθοράς στον δημόσιο τομέα είναι υψηλό, την ίδια στιγμή που η απονομή της Δικαιοσύνης καθυστερεί σημαντικά - κάτι το οποίο διαπιστώνει και ο ΟΟΣΑ. Η θεσμική απαξίωση την οποία βιώνουμε, είναι εμφανής σε όλο το πλέγμα της κοινωνικής και πολιτικής ζωής: Από την συγκάλυψη του σκανδάλου των, ενορχηστρωμένων από το Μέγαρο Μαξίμου, υποκλοπών και την ειδεχθή απόπειρα συγκάλυψης των κυβερνητικών ευθυνών στα Τέμπη, μέχρι την μυστική διπλωματία Μητσοτάκη και την διαχειριστική ανικανότητα της κυβέρνησης να διαχειριστεί τις φυσικές καταστροφές.
Η θεσμική και οικονομική παρακμή στην οποία έχει βυθίσει την χώρα η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, έχει αδιαμφισβήτητα και κοινωνικές επιπτώσεις. Στον ελληνικό λαό κυριαρχεί το αίσθημα της απογοήτευσης, το οποίο η κυβέρνηση εργαλειοποιεί προκειμένου να πείσει ότι δεν υφίσταται εναλλακτική πρόταση, εφαρμόζοντας το αφήγημα “TINA” (There is no alternative). Ωστόσο, η αλήθεια δεν κρύβεται, όσο και αν προσπαθεί η κυβέρνηση να μην την κάνει πρώτο θέμα στις ειδήσεις. Η εγκληματικότητα στην Ελλάδα βρίσκεται σε αύξηση. Στο κοινωνικό τέλμα, εντάσσεται φυσικά και η ιστορικά υψηλή αποχή των ευρωεκλογών, αλλά και η άνοδος της ακροδεξιάς. Το κοινωνικό αυτό τέλμα, δημιουργεί ένα αίσθημα παραίτησης στην ελληνική κοινωνία από τα όνειρα για μία καλύτερη ζωή στο όνομα της επιβίωσης.
Μέσα σε όλη αυτή την ζοφερή κατάσταση, ο ΣΥΡΙΖΑ κατέβαλε προσπάθεια για την ανάδειξη των κυβερνητικών στρεβλώσεων και την ανάδειξη εναλλακτικών πολιτικών προτάσεων. Ωστόσο οι πολίτες μας ζητούν να διορθώσουμε τα λάθη μας και να κάνουμε μια στροφή προς την κυβερνησιμότητα και τον ρεαλισμό.
Δυστυχώς, ο όρος “κυβερνησιμότητα” όποτε συνδέθηκε με την προοδευτική παράταξη, εκτός από την διακυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου, συνδέθηκε με ιδεολογικές υποχωρήσεις και συμβιβασμούς. Ποιός μπορεί να παραγνωρίσει την μετάλλαξη του ΠΑΣΟΚ, από τον δημοκρατικό σοσιαλισμό της περιόδου του Ανδρέα Παπανδρέου, στον σοσιαλφιλελευθερισμό της περιόδου Σημίτη, όταν η ελληνική σοσιαλδημοκρατία ενσωματώθηκε πλήρως στη «σχολή σκέψης» των Μπλερ-Σρέντερ;
Ή ποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ του 2015 παρέμεινε ίδιος αφότου αναγκάστηκε να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα οικονομικής λιτότητας; Δυστυχώς και στις δύο περιπτώσεις, οι προοδευτικές δυνάμεις απομακρύνθηκαν από τις ιδεολογικές τους ρίζες, αν και για τελείως διαφορετικούς λόγους – το μεν σημιτικό ΠΑΣΟΚ λόγω της φθοράς του από την πολυετή παραμονή στην εξουσία και τη νεοφιλελεύθερη στροφή της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, ο δε ΣΥΡΙΖΑ αναγκαστικά, υπό την απειλή νέας χρεοκοπίας και εξόδου της χώρας από την ευρωζώνη. Υπό αυτά τα δεδομένα, την σκυτάλη οφείλει να πάρει το πολιτικό πρόγραμμα της Σύγχρονης Αριστεράς, προκειμένου να εκφράσει το σύνολο του προοδευτικού κόσμου, διεκδικώντας φιλολαϊκές μεταρρυθμίσεις, αναγνωρίζοντας όμως παράλληλα την οικονομική και πολιτική πραγματικότητα.
Η Σύγχρονη Αριστερά, δεν είναι εχθρική απέναντι σε μια ανοικτή οικονομία, αλλά αντιτίθεται ξεκάθαρα στο νεοφιλελεύθερο αφήγημα ότι “το αόρατο χέρι της αγοράς” θα διορθώσει τις στρεβλώσεις στην οικονομία. Δεν πιστεύει στο αδύναμο κράτος – θεατή, αλλά στο ισχυρό και σύγχρονο κράτος, το οποίο θα παρεμβαίνει για την διόρθωση των στρεβλώσεων, θα καταπολεμά τα καρτέλ και τα ολιγοπώλια και θα προωθεί μια ορθολογική κοινωνική πολιτική. Είναι ανάγκη να κινηθούμε στην οικονομία της ασφάλειας, ενισχύοντας τον ρόλο του κράτους στην οικονομία, με ένα νέο-κεϋνσιανό μοντέλο, που θα διατηρεί τον όγκο των δημοσίων δαπανών, ανακατευθύνοντας τον όμως προς την αποδοτικότητα και τον εκσυγχρονισμό, προκαλώντας ένα θετικό μακροοικονομικό αποτύπωμα, το οποίο θα ωφελήσει και τον ιδιωτικό τομέα.
Αναγκαία προϋπόθεση, αποτελεί η συγκρότηση ενός δραστήριου και “έξυπνου” κράτους, το οποίο θα ανακατευθύνει - χωρίς να συρρικνώνει - τις δημόσιες δαπάνες εκεί που πραγματικά υπάρχει ανάγκη: Σε γενναίες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, όπως ο πλήρης ψηφιακός μετασχηματισμός του Δημοσίου, η ταχύτερη απονομή “δίκαιης” δικαιοσύνης, η ανταποδοτικότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, η ριζική μεταρρύθμιση του ΑΣΕΠ, η επανεκπαίδευση του προσωπικού, η ανακατεύθυνση πόρων και η καλύτερη αξιοποίηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων. Οι τομές αυτές θα επιτρέψουν στο κράτος, να εγγυηθεί ως στρατηγικός επενδυτής σε κρίσιμους τομείς, την εύρυθμη λειτουργία της οικονομίας και να προβεί σε μεταρρυθμίσεις, όπως οι προσλήψεις ιατρικού προσωπικού στο ΕΣΥ και η στήριξη των υποδομών του, η ενίσχυση της δημόσιας παιδείας, η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, η στήριξη του αγροτικού τομέα, καθώς και η εκπόνηση ενός μοντέλου δίκαιης “πράσινης” μετάβασης.
Ένας άλλος σημαντικός πυλώνας του προγράμματος της Σύγχρονης Αριστεράς είναι οι πολιτικές εξάλειψης των ανισοτήτων σε βάρος των μη προνομιούχων, η ανασυγκρότηση της μεσαίας τάξης και η αντιμετώπιση του δημογραφικού. Απορρίπτουμε ξεκάθαρα το μοντέλο Μητσοτάκη, που προωθεί τον υπερτουρισμό και τη μετατροπή της χώρας σε γραφείο real estate, το οποίο δημιουργεί σειρά στρεβλώσεων στην ελληνική κοινωνία. Είναι επομένως αναγκαίο να προωθήσουμε με κρατικό παρεμβατισμό την ενθάρρυνση στρατηγικών επενδύσεων και σε άλλους τομείς, όπως π.χ. στη γεωργική παραγωγή και την ψηφιακή οικονομία προωθώντας παράλληλα την αποκέντρωση και την περιφερειακή συνοχή.
Ως Σύγχρονη Αριστερά, επιθυμούμε τη ριζική θεσμική εξυγίανση της χώρας, που θα οδηγήσει και σε μια κοινωνική και εθνική ανάταση. Οι προοδευτικές δυνάμεις οφείλουν να πρωταγωνιστήσουν στην σωστή λειτουργία του κράτους δικαίου και της Δικαιοσύνης, και να εγγυηθούν την ανεξαρτησία των ΜΜΕ απέναντι στο μοντέλο των “ολίγων και εκλεκτών” της κυβέρνησης, ώστε να μην έχουμε νέα θλιβερά φαινόμενα, όπως η αρχειοθέτηση της υπόθεσης του σκανδάλου ΕΥΠ – Predator.
Για να επιτύχουμε όλες αυτές τις αλλαγές, πρέπει να επανασυστηθούμε στις Ελληνίδες και τους Έλληνες, εγκαταλείποντας τον πολιτικό μεσσιανισμό, που θέλει την Αριστερά να είναι ο κάτοχος της μίας και μοναδικής αλήθειας και ανοίγοντας το κόμμα στην κοινωνία. Πρέπει να αφουγκραστούμε τις αγωνίες των πολιτών, ενισχύοντας την δημοκρατική λειτουργία των οργάνων και ενθαρρύνοντας την λειτουργική πολυφωνία, χωρίς αυτή να μετατρέπεται σε μια χαοτική κομματική Βαβέλ που συγκρούεται αέναα για διαδικαστικά ζητήματα. Η κοινωνία σήμερα, έχει ανάγκη περισσότερο από ποτέ μια προοδευτική πολιτική πρόταση, η οποία θα τοποθετεί την Ελλάδα στο κέντρο της κοινωνικής Ευρώπης, και όχι στο περιθώριο ενός παρωχημένου νεοφιλελευθερισμού».
«Επέστρεψα από τις ΗΠΑ στην Ελλάδα, με στόχο να βοηθήσω στην κοινή προσπάθεια όλων των προοδευτικών πολιτών, για τη θεσμική, κοινωνική και οικονομική ανασύνταξη της Ελλάδας και την πολιτική ήττα της αυτοχειροκροτούμενης κυβέρνησης της Δεξιάς υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Ήρθε η ώρα να μετασχηματισθεί ο ΣΥΡΙΖΑ σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό πολιτικό φορέα ο οποίος θα εκτείνεται από την ευρωπαϊκή αριστερά έως το προοδευτικό κέντρο, απευθύνοντας παράλληλα κάλεσμα συνεργασίας σε όλες τις προοδευτικές δυνάμεις.
Στόχος μας, να πείσουμε τους πολίτες που σήμερα νιώθουν ότι δεν έχουν φωνή, ότι μπορούμε να τους εκφράσουμε, γιατί γνωρίζουμε πολύ καλά ότι, για να πετύχουμε μια ριζική κοινωνική και πολιτική αλλαγή, χρειαζόμαστε μια ενεργή κοινωνία με δημοκρατικά αντανακλαστικά, που θα συστρατευθεί με τις πολιτικές δυνάμεις της προόδου», καταλήγει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr