Και στην συνέχεια πρόσθεσε: «Εκείνο το οποίο επισημαίνουμε πάντοτε με έμφαση είναι ότι ανεξάρτητα από τις διαφορές που μπορεί να έχει - τις ιδεολογικές, τις πολιτικές διαφορές - η νέα πολιτική ηγεσία απέναντι στη Συμφωνία των Πρεσπών, αυτή είναι μία διεθνής συνθήκη, η οποία έχει κυρωθεί, δεν τροποποιείται ούτε αναθεωρείται μονομερώς από τα μέρη.
Συνιστά ένα πάρα πολύ βασικό κόμβο πάνω στον οποίο οικοδομήθηκε η διεθνής σχέση της Βόρειας Μακεδονίας. Αυτονοήτως, η Ευρωπαϊκή Ένωση αξιολογεί τα ζητήματα της Συμφωνίας των Πρεσπών και της πλήρους και συνεπούς εφαρμογής της. Και για τον λόγο αυτό νομίζω ότι η πολιτική ηγεσία της Βόρειας Μακεδονίας θα αξιολογήσει τα ζητήματα αυτά και θα συμμορφωθεί προς τις απαιτήσεις της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Να επισημάνω ότι η ελληνική πλευρά παρακολουθεί το ζήτημα της καλή τη πίστει εφαρμογής της Συμφωνίας των Πρεσπών. Γνωρίζετε πολύ καλά, κύριε Παπαδημητρίου, ότι η σημερινή κυβερνητική πλειοψηφία, ως αντιπολίτευση, είχε εγκαίρως επισημάνει τα γκρίζα σημεία της Συμφωνίας. Είχε σοβαρά τεχνικά θέματα, τα οποία δυστυχώς αναδείχθηκαν συν τω χρόνω. Κι εγώ ο ίδιος είχα επισημάνει αμέσως μόλις κατέστη δημόσια η συμφωνία, τα νομικά προβλήματα τα οποία είχε και τα οποία δημιουργούν συνθήκες ανάφλεξης στο μέλλον.
Και για τον λόγο αυτό αντιμετωπίζω σήμερα με ιδιαίτερη ενόχληση και όσα λέγονται, ότι εγώ συμμετείχα δήθεν στη συγγραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών. Προφανώς κάτι τέτοιο δεν έγινε. Ούτε κατά διάνοια. Δεν γνώριζα καν ούτε μία γραμμή από τη Συμφωνία πριν αυτή καταστεί δημόσια.
Αλλά να σας πω και την αλήθεια, δεν θα γινόταν να συμβεί αυτό, διότι αν είχα κληθεί δεν υπήρχε καμία περίπτωση να είχα διαλάβει όρους, οι οποίοι θα δημιουργούσαν τέτοια ζητήματα. Σήμερα για μένα το σημαντικό είναι ότι θα πρέπει να τηρήσουμε τα συμφωνημένα, όχι επειδή συμφωνούμε με αυτά, αλλά επειδή είναι συνθήκη για τη συνέχεια και τη σταθερότητα, η οποία δημιουργήθηκε, όπως δημιουργήθηκε. Και σε κάθε περίπτωση δεν μπορούμε να διαμορφώνουμε ένα μονομερές πλαίσιο πάνω στο οποίο να χτίζονται πολιτικές καριέρες».
Συλλυπητήριο μήνυμα στο Ιράν
Στην συνέχεια, ο υπουργός Εξωτερικών εξέφρασε τα συλλυπητήρια του στους Ιρανούς και την ιρανική κυβέρνηση για τον θάνατο του Προέδρου, Εμπραχίμ Ραϊσί και του υπουργού Εξωτερικών, Χουσεϊν Αμιρά Μπντολαχιάν.
Όπως είπε, ο πρόεδρος Ρασί ήταν προφανώς ο δεύτερος πιο σημαντικός άνθρωπος στο Ιράν, μετά τον ανώτατο ηγέτη Αλί Χαμενεϊ.
«Είναι προφανές ότι θα υπάρξει μία σχετική αναταραχή στη μεταβατική περίοδο. Εντός 50 ημερών θα πρέπει να κληθούν οι πολίτες να ψηφίσουν τον νέο Πρόεδρο», επεσήμανε και συμπλήρωσε ότι το Ιράν έχει ένα πολύ κλειστό και αυστηρό σύστημα, «οπότε η αίσθηση η οποία αποκομίζω είναι ότι δεν θα υπάρξει σοβαρή ανατάραξη».
«Η αντίδραση των αγορών και ιδιαιτέρως των αγορών πετρελαίων είναι προφανής, αλλά από την άλλη πλευρά νομίζω ότι θα επέλθει εξομάλυνση», υπογράμμισε και πρόσθεσε πως «παρά τις μικρές μεταβατικές διακυμάνσεις, δεν θα υπάρχει αλλαγή ούτε της εξωτερικής πολιτικής ούτε αντιδράσεις της περιφερειακής ή της διεθνούς έναντι του Ιράν».
Επιχειρούμε συζήτηση σε τόνους ευπρέπειας και κατανόησης με την Τουρκία
Μεταξύ άλλων, ερωτηθείς για τα ελληνοτουρκικά, ο κ. Γεραπετρίτης απάντησε πως «δεν υπάρχει κανένας κατευνασμός, αυτό που υπάρχει είναι διαβούλευση στον ελληνοτουρκικό διάλογο». Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτού του τύπου οι ανέξοδοι βερμπαλισμοί είναι ανέξοδοι και όταν δύο γείτονες συνυπάρχουν αναγκαστικά γεωγραφικά είναι συνθήκη αναγκαιότητας δεν είναι συνθήκη επιλογής.
Ανέφερε, δε, πως αυτό που επιχειρούμε είναι «να μπορούμε να συζητούμε, σε τόνους ευπρέπειας, σε τόνους κατανόησης, αντιλαμβανόμενοι ότι υπάρχουν θεμελιώδεις θέσεις στις οποίες δεν μπορεί να υπάρξει σύγκλιση εξ' ορισμού, επειδή ξεκινούν από διαφορετικές ιστορικές αφετηρίες και είναι σημαντικά αποκλίνουσες».
«Από την άλλη, να μπορούμε να βρούμε τα σημεία, στα οποία είναι δυνατή η σύγκλιση, να μπορέσουμε να έχουμε ένα πλαίσιο κατανόησης που να μπορεί να μας εξασφαλίσει ότι δεν θα φτάσουμε σ' ένα σημείο στο οποίο η ένταση θα δημιουργήσει κρίση, θα δημιουργήσει πόλεμο. Δουλεύουμε πολύ απέναντι στο μέλλον αλλά απέναντι σε ένα ειρηνικό μέλλον», σημείωσε.
«Η ελληνική εξωτερική πολιτική θα πρέπει να εδράζεται στη λογική ότι αναπτύσσουμε σχέσεις καλής γειτονίας, σχέσεις συμμαχικές, οι οποίες θα δημιουργήσουν συνθήκες ηρεμίας και ευημερίας για τη χώρα μας», τόνισε ο κ. Γεραπετρίτης. Όπως επεσήμανε, «αυτό ισχύει κατ' εξοχήν σε περιόδους που είναι εξαιρετικά ταραγμένες».
«Δεν πρέπει κανείς να παραγνωρίζει το γεγονός ότι οι δύο πόλεμοι στην περιοχή μας, αλλά επιπλέον και η μεγάλη αναταραχή που υπάρχει σε ευάλωτες περιοχές του πλανήτη, οι οποίες είναι πολύ κοντινή κοντινές μας όπως η Αφρική και υποσαχάρια Αφρική δημιουργούν τις συνθήκες, οι οποίες μπορούν να ταράξουν την ελληνική εξωτερική πολιτική, την ελληνική διπλωματία, την ελληνική θέση στη διεθνή σκηνή», υπογράμμισε.
Για αυτόν τον λόγο, «προσπαθούμε παράλληλα να αναπτύξουμε πυλώνες ισχύος της χώρας μας. Οι πυλώνες αυτοί είναι τρεις: Ο πρώτος είναι ο πυλώνας της οικονομίας στον οποίο η Ελλάδα βαδίζει σταθερά μπροστά. Ο δεύτερος είναι ο πυλώνας της άμυνας, την οποία ενισχύουμε μετά από μία δεκαετία στην οποία υπήρξε λόγω της κρίσης σημαντική ύφεση σε επίπεδο εξοπλισμών και προσωπικού. Ο τρίτος πυλώνας είναι αυτός της εξωτερικής πολιτικής όπου χτίζουμε συμμαχίες ενισχύουμε το διπλωματικό κεφάλαιο της χώρας. Μπορούμε να συνομιλούμε με όρους ισότητος και ενίοτε ισχύος με τους διεθνώς δρώντες και με διεθνείς οργανισμούς και γι' αυτόν το λόγο είναι μια καλή στιγμή να μπορέσουμε να αναπτύξουμε τις διεθνείς μας σχέσεις», ανέφερε ο υπουργός Εξωτερικών.
Όπως σημείωσε, στον ελληνοτουρκικό διάλογο υπάρχει ένας ελάσσων στόχος, «να παραμείνει η κατάσταση ηρεμίας στη γειτονιά μας, όπου ηρεμία εννοείται να μην υπάρχουν παραβιάσεις, να μην έχουμε προβλήματα μεταναστευτικών ροών. Και τα δύο τα ζήσαμε με πολύ μεγάλη ένταση τα προηγούμενα χρόνια. Καθώς επίσης και να δημιουργηθεί ένας πάγιος μηχανισμός μέσω του οποίου να μπορούμε να αποσυμπιέζουν με τις εντάσεις».
«Οι διαφορές υπάρχουν και θα υπάρχουν. Είναι σημαντικό να μπορούμε να τις διαχειριζόμαστε με έναν τρόπο που δεν θα οδηγούν σε κρίσεις. Διότι οι κρίσεις δεν μπορούν να οδηγήσουν σε εξαιρετικά δυσμενή αποτελέσματα και για τη χώρα και για την περιοχή μας», τόνισε.
«Το μείζον είναι να μπορέσουμε να δούμε μπροστά, που προϋποθέτει να κάνουμε έναν διάλογο ειλικρινή και βαθύ. Καταλαβαίνουμε ότι έχουμε πολύ διαφορετικές αφετηρίες σε ό,τι αφορά τις βασικές θέσεις σε μεγάλα ζητήματα», συμπλήρωσε.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr