Αναφέρει συγκεκριμένα:
«Αξίζει να αναρωτηθούμε κατά πόσο η ελληνική κυβέρνηση θέλει πράγματι να φτάσει σε μια συμφωνία με τους δανειστές. Αυτές οι διαπραγματεύσεις πήγαν τόσο άσχημα, για μεγάλο διάστημα και με μικρή πρόοδο, που όντως πρέπει να απαντηθεί το ερώτημα ''τι παιχνίδι παίζουν οι Έλληνες;'' (σχετικό άρθρο δημοσίευσε το Bloomberg την Τετάρτη)».
Ο Τσάμπιονς προτείνει να μπούμε στη θέση του Τσίπρα και σημειώνει: «Είναι επικεφαλής ενός κόμματος ''ομπρέλα'' που έχει μέσα τους μια ντουζίνα από διαφορετικούς ιδεολογικά ανθρώπους. Νεομαρξιστές, τροκτσιστές, φεμινίστριες και οικολόγους. Αυτό που όλοι τους έχουν ως κοινό στοιχείο είναι ότι είναι αντικαπιταλιστές και αντισυστημικοί. Κανείς από αυτούς δεν έχει φτάσει ποτέ στο κατώφλι μιας κυβερνητικής θέσης και πριν από ένα-δυο χρόνια ούτε που θα το περίμεναν. Το να συνταχθούν πίσω από πολιτικές που απαιτούν σοβαρές υποχωρήσει έναντι του κατεστημένου (Γερμανία, ΔΝΤ, ΕΚΤ), όπως έκαναν τα παραδοσιακά κόμματα, είναι σαν να έχεις μια αγέλη από γάτες.
Επιπλέον, η εκλογική βάση του ΣΥΡΙΖΑ είναι άνθρωποι που είναι μακροχρόνια άνεργοι, άνθρωποι που δεν έχουν τίποτα να χάσουν αν η Ελλάδα αποχωρήσει από το ευρώ ή αν επιβληθούν έλεγχοι κεφαλαίων, αλλά και άνθρωποι που έχουν να χάσουν τα πάντα καθώς έχουν σχέσεις με το δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.
Υποσχέθηκε τα πάντα
Το πρόβλημα είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ για να κατακτήσει την εξουσία υποσχέθηκε τα πάντα στους πάντες. Ο Τσίπρας και το κόμμα του πήγαν ενάντια στη λιτότητα που επιβλήθηκε από τα μνημόνια, αλλά λανθασμένα πήγαν κόντρα και στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις.
Την ίδια στιγμή, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα μπορούσε να εκλεγεί αν έλεγε στον κόσμο ότι θα έπρεπε να κηρύξει χρεοκοπία και να βγει από το ευρώ, καθώς οι περισσότεροι Έλληνες δεν επιθυμούν να επιστρέψουν στη δραχμή. Έτσι, το κόμμα πρόσφερε μια πρόταση στην οποία οι εταίροι της Ελλάδας και το ΔΝΤ θα έπρεπε να υποχωρήσουν. Να παραμείνει η διάσωση, αλλά δίχως όρους.
Το διπλό ρίσκο
Αυτό είναι που έφερε τον Τσίπρα και τους διαπραγματευτές του σε μια επιθετική στάση. Το να δεχθούν μια διάσωση που θα συνέχιζε τη λιτότητα και τις μεταρρυθμίσεις θα ήταν ένα μεγάλο πολιτικό ρίσκο. Ο Τσίπρας, πρόσφατα, πήρε μια γεύση από τις αντιδράσεις μέσα στο κόμμα του όταν επέστρεψε στην Αθήνα με τη νέα πρόταση των δανειστών.
Από την άλλη, αν ο Τσίπρας αποχωρούσε από τη διαπραγμάτευση, θα ακολουθούσε χρεοκοπία και Grexit. Οι περισσότεροι Έλληνες θα αντιδρούσαν και θα τον κατηγορούσαν ότι οδήγησε τα πράγματα σε ακραία κατάσταση, κάτι για το οποίο δεν είχε λάβει ψήφο. Έτσι, θα ήταν καταδικασμένος είτε προχωρούσε σε συμφωνία, είτε όχι.
Ο τίμιος δρόμος
Ο τίμιος δρόμος για να ξεφύγει από το δίλημμα, θα ήταν να προχωρήσει σε ένα δημοψήφισμα ή νέες εκλογές και έτσι θα ήταν φανερό αν η Ελλάδα θέλει να μείνει στο πρόγραμμα διάσωσης ή να αποχωρήσει από το ευρώ. Αλλά υπάρχει και μια άλλη πιθανότητα.
Τι θα συμβεί αν δεν είναι η ελληνική πλευρά που αποχωρούσε, αλλά η Ευρωζώνη και το ΔΝΤ; Σε αυτή την περίπτωση οι Έλληνες θα τους κατηγορούσαν για το Grexit και όχι τον ΣΥΡΙΖΑ που θα ισχυριζόταν ότι έκανε το καλύτερο για να πετύχει μια συμφωνία. Κάτι τέτοιο πρέπει να είχε στο μυαλό του ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε όταν έλεγε πως ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να παίξει το παιχνίδι της ευθύνης εναντίον της Γερμανίας.
Θα επιβίωνε
Σε αυτή την περίπτωση, η Ελλάδα θα ήταν σε κακή κατάσταση, αλλά πολιτικά ο ΣΥΡΙΖΑ θα επιβίωνε για λίγο. Ελπίζω να μην είναι αυτοί οι υπολογισμοί της ελληνικής κυβέρνησης που πλέον προσθέτει και τη διαγραφή του χρέους στα βασικά της αιτήματα. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε κανείς να το περιμένει να συμπεριληφθεί σε ένα νέο πακέτο διάσωσης που λογικά θα ακολουθήσει στο άμεσο μέλλον.
Αν ο Τσίπρας εγκατέλειπε τη διαπραγμάτευση, η Ελλάδα θα υπέφερε περισσότερο από όσο αυτή τη στιγμή, ενώ και η δική του πολιτική καριέρα θα ήταν βραχύβια. Πολύ απλά: ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι καλά εξοπλισμένος -ούτε ιδεολογικά, ούτε από άποψη ικανοτήτων-, για να επαναφέρει τη χώρα γρήγορα έπειτα από μια χρεοκοπία».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr