«Θεωρώ ότι για να μπορέσει η οικονομία να προχωρήσει απαιτείται να υπάρχει πολιτική σταθερότητα, απαιτείται να υπάρχει πολιτικός συνομιλητής με τους Ευρωπαίους, με τους δανειστές, με τον οποιοδήποτε, ο οποίος θα μπορεί με βάση το πλαίσιο το οποίο υπάρχει να συνεννοείται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο με όλους αυτούς που απαιτείται» υπογράμμισε χαρακτηριστικά σε μια παρέμβαση ειδικού βάρους, με αφορμή το επιστημονικό συνέδριο που διοργανώνει το γραφείο Κρατικού Προϋπολογισμού με θέμα «Οικονομικές διαστάσεις της συνταγματικής αναθεώρησης σε συνθήκες κρίσης».
«Οι δανειστές κουβεντιάζουν με οποιαδήποτε κυβέρνηση, αλλά…»
Και αμέσως μετά, ξαφνιάζοντας το ακροατήριό του, πρόσθεσε σε αξιοσημείωτα συναινετικούς τόνους: «Εδώ θα σας προσθέσω και κάτι που μπορεί σε κάποιους να φανεί παράξενο. Εγώ πιστεύω ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι δανειστές κουβεντιάζουν και θα κουβεντιάζουν οποιαδήποτε κυβέρνηση σε κάθε χώρα. Δεν θεωρώ ότι δεν θα κουβεντιάζουν. Γιατί και εμείς το ίδιο κάνουμε. Εμείς συναλλασόμεθα και συζητάμε με μια άλλη χώρα ανεξαρτήτως του ποια κυβέρνηση ή ποιο Πρόεδρο Δημοκρατίας ή ποιο πρωθυπουργό έχει. Άρα αυτά που ακούτε, ότι αν αλλάξει η κυβέρνηση πως θα συζητάνε δεν έχουν τόση σημασία».
Εγκαταλείποντας την αποστειρωμένη τεχνοκρατική γλώσσα, ο πρόεδρος της Βουλής, συμπέρανε εμφατικά, ότι «σημασία έχει αν η αλλαγή αυτή θα φέρει αλλαγή πολιτικής σε βασικούς τομείς στους οποίους έχει συμφωνήσει η χώρα με την Ευρωπαϊκή Ένωση στο πλαίσιο της ευρωζώνης μέσα στο οποίο πρέπει να κινείται. Αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα που δημιουργεί σήμερα την αστάθεια στην οικονομία. Και τελικά για να μπορέσει η οικονομία να λειτουργήσει απαιτείται πολιτική σταθερότητα, απαιτείται εφαρμογή των κανόνων ώστε και οι έξω και οι μέσα να ξέρουμε με ποιους κανόνες και πως κινούμαστε. Για να μπορέσουμε πράγματι πολύ περισσότερο στην κρίση να την ξεπεράσουμε».
«Καρφί» για Συνταγματολόγους
Αναφερόμενος στην Αναθεωρητική διαδικασία που κινδυνεύει να μείνει μετέωρη αν η χώρα οδηγηθεί σε πρόωρες εκλογές και να μετατεθεί για το 2021, ο κ. Μεϊμαράκης κατέφυγε στον αιχμηρό αφορισμό ότι «Το Σύνταγμα είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να το αφήσουμε μόνο στους συνταγματολόγους, οι οποίοι το διαχειρίζονται μέχρι σήμερα».
Στο ίδιο μήκος, χαρακτήρισε ανεπίτρεπτο να δεσμεύεται η χώρα και οι πολίτες από τις διαθέσεις «μιας περιστασιακής πλειοψηφίας», όπως κατοχυρώθηκε από το Σύνταγμα του 1976 και κατέθεσε την πρόταση να δύναται η Βουλή να αναθεωρεί συνταγματικές διατάξεις- με την εξαίρεση όσων αφορούν στον χαρακτήρα του Πολιτεύματος- με αυξημένη πλειοψηφία, κάθε φορά που διαπιστώνεται θεσμική ανεπάρκεια με κραυγαλέο παράδειγμα το νόμο περί ευθύνης υπουργών. Τάχθηκε μάλιστα υπέρ του σχηματισμού Συντακτικής Βουλής για ένα νέο, λιτό και ευέλικτο Σύνταγμα απαλλαγμένο από τη θεσμική ακαμψία, όπου το οδήγησε ο κομματικός ανταγωνισμός.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr