Σύμφωνα με τον γερμανικό οίκο, η αξιολόγηση της Ελλάδας αντανακλά τους ακόλουθους παράγοντες:
-Ενίσχυση της ευρωπαϊκής στήριξης προς την Ελλάδα, η οποία αντανακλά τις αλλαγές που έχουν επέλθει μετά την κρίση της πανδημίας του κορονοϊού στη στήριξη των ευάλωτων κρατών - μελών της ευρωζώνης από παρεμβάσεις νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής. Αυτό αντικατοπτρίζει, από το 2020, καινοτομίες της ΕΚΤ με το πρόγραμμα αγορών ομόλογων και χαλάρωση των κανόνων που το συνόδευαν, ώστε να αποδεχθεί τα ελληνικά ομόλογα παρόλο που ο δανειστής δεν διέθετε επενδυτική βαθμίδα. Αυτή η υποστήριξη ενισχύθηκε περαιτέρω το τρέχον έτος.
Τα μέτρα των κεντρικών τραπεζών, σε συνδυασμό με την καινοτομία των συλλογικών δημοσιονομικών προγραμμάτων της ΕΕ, μετά την έγκριση του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της Ελλάδας ύψους 30,5 δισ. ευρώ (13,4% του μέσου όρου του ΑΕΠ του 2021-26), παράλληλα με τη δυνατότητα περαιτέρω μακροπρόθεσμης αντιμετώπισης του χρέους από τους ευρωπαίους εταίρους, καταδεικνύουν ένα πιο διαρκές ευρωπαϊκό στήριγμα πέραν της κρίσης του κορονοϊού, υποστηρίζοντας τη βιωσιμότητα του χρέους και δημιουργώντας δημοσιονομικό χώρο για την κυβέρνηση να δαπανήσει σε δημόσιες επενδύσεις.
- Ισχυρότερη από την αναμενόμενη πορεία μείωσης του δημόσιου χρέους, λόγω του υψηλού πληθωρισμού, της άνω των δυνατοτήτων πραγματικής οικονομικής ανάπτυξης, του χαμηλού μέσου επιτοκιακού κόστους του υφιστάμενου χαρτοφυλακίου χρέους και της προσδοκίας πρωτογενών δημοσιονομικών πλεονασμάτων έως το 2023.
- Διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που περιόρισαν σημαντικά τα υψηλά ποσοστά μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) και βελτίωσαν ουσιαστικά τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος, παράλληλα με πολιτικές ευθυγραμμισμένες με τη χρηματοδότηση από τη διευκόλυνση ανάκαμψης και ανθεκτικότητας και το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο που κινητοποιούν τις επενδύσεις και ενισχύουν την ανάκαμψη.
Ωστόσο, οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας εξακολουθούν να αμφισβητούνται από το υψηλό δημόσιο χρέος, τη σταδιακή αποδυνάμωση μιας ισχυρής δομής χρέους με υψηλότερο κόστος αναχρηματοδότησης, τη σταδιακή μετάβαση σε χρέος και μικρότερους μέσους όρους διάρκειας του νέου χρέους. Επίσης, πρόκληση αποτελούν οι αδυναμίες του τραπεζικού τομέα που σχετίζονται με τους μειωμένους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας.
Τέλος, οι διαρθρωτικές οικονομικές αδυναμίες όπως η υψηλή ανεργία, η περιορισμένη οικονομική διαφοροποίηση, η ακαμψία της αγοράς εργασίας.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr