Ο Γιάννης Στουρνάρας, ένας από τους πρωτεργάτες των περιστεριών στους κόλπους του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, παρότρυνε επίσης τις δημοσιονομικές αρχές και τις αρμόδιες αρχές του ενεργειακού τομέα να κάνουν περισσότερα για να δαμάσουν τον πληθωρισμό. Όπως ανέφερε σε συνέντευξή του στο POLITICO και τη δημοσιογράφο Johanna Treeck, αν αφήσουμε την ΕΚΤ μόνη της στη μάχη κατά του πληθωρισμού, υπάρχει κίνδυνος «τα επιτόκια να εκτοξευθούν σε πολύ υψηλά επίπεδα» και «το κόστος σε όρους προϊόντος να είναι πολύ μεγαλύτερο».
Η ΕΚΤ αύξησε τα επιτόκια κατά 75 μονάδες βάσης για δεύτερη συνεχόμενη φορά τον Οκτώβριο, συνεχίζοντας την πορεία αυστηροποίησης της νομισματικής της πολιτικής με ταχύτητα πρωτοφανή στην ιστορία της. Ο κ. Στουρνάρας όμως, όπως αναφέρει, είχε ταχθεί υπέρ μιας αύξησης κατά 50 μονάδες βάσης. «Προσωπικά, θα προτιμούσα μια πιο ήπια πορεία αύξησης των επιτοκίων.»
Στη συγκεκριμένη συνεδρίαση, όπως λέει ο κ. Στουρνάρας, είχε επιχειρηματολογήσει ότι η ευρωζώνη είναι αντιμέτωπη με μια διαταραχή που προήλθε από την πλευρά της προσφοράς – συγκεκριμένα από τις τιμές της εισαγόμενης ενέργειας – και την οποία η νομισματική πολιτική ελάχιστα μπορεί να επηρεάσει. Οι δευτερογενείς επιδράσεις στους μισθούς, αλλά και οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό, παραμένουν επίσης συγκρατημένες, πρόσθεσε.
Ο κ. Στουρνάρας ανέφερε ότι η απότομη και πέρα από κάθε πρόβλεψη άνοδος του πληθωρισμού σε επίπεδο-ρεκόρ 10,7% θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι δικαιολογεί επιθετική αυστηροποίηση, ταυτόχρονα όμως επισήμανε την πρόσφατη μείωση των τιμών της ενέργειας, η οποία στηρίζει προβλέψεις για χαμηλότερο πληθωρισμό και συνηγορεί υπέρ μιας πιο σταδιακής αύξησης των επιτοκίων.
«Η προσωπική μου αίσθηση είναι ότι το επόμενο έτος ο πληθωρισμός θα είναι κάτω από το 5,5% που εκτιμά το βασικό μας σενάριο», δήλωσε ο κ. Στουρνάρας.
Διλήμματα πολιτικής
Γενικότερα, ο κ. Στουρνάρας τόνισε ότι, εφόσον η ευρωζώνη είναι μεγάλος καθαρός εισαγωγέας ενέργειας, η νομισματική πολιτική «βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα οξύ δίλημμα στην προσπάθειά της να τιθασεύσει τον πληθωρισμό» και ταυτόχρονα να αποτρέψει τον κίνδυνο η επιθετική αυστηροποίηση να επιδεινώσει περαιτέρω τις αναπτυξιακές προοπτικές.
«Η ενεργειακή κρίση θα προκαλέσει έντονη υφεσιακή επίδραση στην οικονομία. Η εξασθένηση των οικονομιών μας, αλλά και στις ΗΠΑ και παγκοσμίως, θα επιφέρει περαιτέρω συρρίκνωση της ζήτησης», ανέφερε ο κ. Στουρνάρας. «Υπάρχουν αυξανόμενοι κίνδυνοι η οικονομία της ζώνης του ευρώ να οδηγηθεί σε ύφεση.»
Επικαλέστηκε μάλιστα σειρά στοιχείων, όπως η επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης το γ΄ τρίμηνο σε 0,2% και η ραγδαία επιδείνωση των δεικτών επιχειρηματικού κλίματος που καταγράφονται στις σχετικές έρευνες.
Συνεπώς, η οικονομική πραγματικότητα είναι κοντά στο πιο απαισιόδοξο σενάριο των τελευταίων μακροοικονομικών προβολών της ΕΚΤ. Σύμφωνα με τις προβολές αυτές, η οικονομία της ευρωζώνης αναμένεται να συρρικνωθεί κατά 0,9% το 2023. Ακόμη χειρότερα, η προβλεπόμενη αυτή συρρίκνωση θα σημειωθεί στην ευρωζώνη χωρίς να έχει υλοποιηθεί η βασική παραδοχή των προβολών, ότι δηλαδή η Ρωσία διακόπτει όλες τις προμήθειες φυσικού αερίου, ανέφερε ο κ. Στουρνάρας. Και «αν συνεχιστεί ο πόλεμος, δεν βλέπω πώς θα μπορούσε να ανακάμψει η οικονομία.»
Επιτροπή, λάβε τα μέτρα σου
Υπό τις παρούσες συνθήκες, «η νομισματική πολιτική από μόνη της δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τα τρέχοντα επίπεδα πληθωρισμού», υποστήριξε ο κ. Στουρνάρας. «Αυτό θα αύξανε το κόστος σε όρους προϊόντος πολύ, πολύ παραπάνω.» Αντ’ αυτού, θεωρεί ότι χρειάζεται στήριξη από πλευράς δημοσιονομικής και ενεργειακής πολιτικής, τουλάχιστον για όσο διάστημα η Ρωσία εργαλειοποιεί το φυσικό αέριο.
«Αν θέλουμε να μειώσουμε τον πληθωρισμό υπό τις τρέχουσες συνθήκες χωρίς να υποστεί σοβαρό πλήγμα η χρηματοπιστωτική σταθερότητα και χωρίς να αυξηθούν υπέρμετρα τα επιτόκια, η νομισματική και η δημοσιονομική πολιτική δεν μπορεί να κινούνται σε αντίθετες κατευθύνσεις», είπε ο κ. Στουρνάρας. «Αν η δημοσιονομική πολιτική είναι πολύ χαλαρή, τότε, δυστυχώς, αυτό σημαίνει ότι τα επιτόκια θα εκτιναχθούν στα ύψη, πράγμα που δεν θέλουμε σε καμία περίπτωση να συμβεί.»
Πρόσθεσε δε ότι ελπίζει η δημοσιονομική πολιτική να κινηθεί σε πιο περιοριστική κατεύθυνση το επόμενο έτος.
Ο κ. Στουρνάρας επίσης ανέφερε ότι κατά τη γνώμη του απαιτούνται εντονότερες προσπάθειες για την εφαρμογή ενός νέου συστήματος τιμολόγησης του ηλεκτρικού ρεύματος. Η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος σήμερα συνδέεται με τις τιμές του φυσικού αερίου. «Γιατί πρέπει να εμμένουμε σε αυτό το μοντέλο όταν η Ρωσία εργαλειοποιεί τις τιμές του αερίου;» αναρωτήθηκε.
Αντίθετα, η Ευρώπη θα μπορούσε να τιμολογεί το ηλεκτρικό ρεύμα με βάση τη μέση τιμή όλων των καυσίμων που χρησιμοποιούνται στην ηλεκτροπαραγωγή. Η προσέγγιση αυτή θα μείωνε τις τιμές της ενέργειας και το συνολικό επίπεδο του πληθωρισμού. «Δεν θα ήμαστε αναγκασμένοι να αυστηροποιήσουμε τη νομισματική πολιτική σε τέτοιο βαθμό προκειμένου να επηρεάσουμε τις προσδοκίες και το μεσοπρόθεσμο πληθωρισμό», ανέφερε.
Σύμφωνα με έναν κορυφαίο Έλληνα εμπειρογνώμονα σε θέματα ενέργειας, όπως λέει ο κ. Στουρνάρας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα χρειαστεί αρκετό χρόνο μέχρι να αναπτύξει ένα εναλλακτικό μοντέλο. «Πρέπει να επισπεύσουμε αυτή τη διαδικασία», δήλωσε ο κ. Στουρνάρας.
Προσεκτικά και σταδιακά
Ο κ. Στουρνάρας συνέστησε επίσης προσεκτικές κινήσεις όσον αφορά την επικείμενη μείωση των ομολόγων ύψους σχεδόν 5 τρισεκ. ευρώ που διακρατεί η ΕΚΤ στον ισολογισμό της. Σύμφωνα με προηγούμενη δήλωση της προέδρου της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα συζητήσουν τις «βασικές αρχές» της μείωσης του μεγέθους του ισολογισμού στη συνεδρίαση νομισματικής πολιτικής του Δεκεμβρίου.
«Τα όποια βήματα θα πρέπει να γίνουν προσεκτικά και σταδιακά, καθώς η ποσοτική σύσφιξη ενισχύει την αύξηση των επιτοκίων σε ολόκληρη την καμπύλη των αποδόσεων», τόνισε ο κ. Στουρνάρας. Αναφέρθηκε σε ένα πρόσφατο Δοκίμιο Εργασίας της Τράπεζας της Ελλάδος, το οποίο διαπιστώνει ότι οι μεγάλης κλίμακας αγορές τίτλων από τις κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο είχαν συμβάλει στον περιορισμό των αποδόσεων των μακροπρόθεσμων ομολόγων παγκοσμίως κατά 330 μονάδες βάσης για τους κρατικούς εκδότες με πιστοληπτική διαβάθμιση ΑΑΑ και έως 800 μονάδες βάσης για τους κρατικούς εκδότες με διαβάθμιση χαμηλότερη της επενδυτικής βαθμίδας.
«Η μείωση του μεγέθους των ισολογισμών των κεντρικών τραπεζών στα προ κρίσης επίπεδα ενδέχεται να οδηγήσει σε ραγδαία άνοδο των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων διεθνώς και σε διεύρυνση των spread για τις ευάλωτες χώρες, με σοβαρές συνέπειες για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τις οικονομικές προοπτικές», ανέφερε.
Κατά τον κ. Στουρνάρα, η συμφωνία που έχει επιτευχθεί στο Διοικητικό Συμβούλιο είναι να μειωθεί το μέγεθος του χαρτοφυλακίου αφού πρώτα η κεντρική τράπεζα ολοκληρώσει τον κύκλο αυξήσεων των επιτοκίων.
Ο ίδιος διαβεβαίωσε ότι η κεντρική τράπεζα είναι έτοιμη να χρησιμοποιήσει το νέο της εργαλείο διαχείρισης κρίσεων, το μέσο για την προστασία της μετάδοσης (Transmission Protection Instrument), για να αντισταθμίσει «άτακτες εξελίξεις στην αγορά που απειλούν τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής σε όλες τις χώρες της ζώνης του ευρώ».
Το πρόγραμμα ανακοινώθηκε τον Ιούλιο, καθώς οι αυξανόμενες προσδοκίες για αύξηση των επιτοκίων είχαν οδηγήσει σε αύξηση του spread μεταξύ των γερμανικών και των ιταλικών δεκαετών κρατικών ομολόγων πέρα από τις 250 μονάδες βάσης, εγείροντας ανησυχίες για επανεμφάνιση της κρίσης δημόσιου χρέους. Το πρόγραμμα επιτρέπει στην κεντρική τράπεζα να αγοράζει τα ομόλογα ενός συγκεκριμένου κράτους-μέλους υπό ορισμένες προϋποθέσεις.
Η Ελλάδα συνώνυμο της ανάπτυξης
Αναφερόμενος στην πατρίδα του, την Ελλάδα, ο κ. Στουρνάρας υποστήριξε ότι η χώρα θα επηρεαστεί σε μικρότερο βαθμό από το αντιστάθμισμα μεταξύ ανάπτυξης και πληθωρισμού, καθώς οι οικονομικές προοπτικές παραμένουν θετικές. «Η Τράπεζα της Ελλάδος πίστευε ότι θα έχουμε ανάπτυξη 3,2% φέτος, αλλά τώρα το αναθεωρούμε σε 6%, λόγω των πολύ υψηλότερων εισπράξεων από τον τουρισμό» είπε και πρόσθεσε ότι, όπως φαίνεται, οι καταναλωτές ξόδεψαν επιθετικά όλες τις αποταμιεύσεις που είχαν συσσωρεύσει στη διάρκεια της πανδημίας.
Το άλλοτε «προβληματικό παιδί» της Ευρώπης αναμένεται να ξεπεράσει την υπόλοιπη περιοχή τα ερχόμενα χρόνια. «Αν λάβουμε υπόψη τους ρυθμούς ανόδου του ΑΕΠ για το 2021 και το 2022, δεν είναι απίθανο να έχουμε μέσο ρυθμό ανάπτυξης 3% στη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας [της ΕΕ]».
Τα δυσμενή σενάρια για την ελληνική οικονομία, σύμφωνα με τα οποία η ευρωζώνη θα εισέλθει σε βαθιά ύφεση, δεν προβλέπουν ύφεση για την Ελλάδα.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr