Στα τέλη Οκτωβρίου αναμένεται η έκδοση της ΚΥΑ για την ίδρυση του φορέα που θα αγοράζει τα σπίτια των πιο φτωχών νοικοκυριών, ενώ μέχρι τον ερχόμενο Ιανουάριο θα είναι έτοιμη τόσο η υποδομή για την εύρυθμη λειτουργία του, όσο και η βελτιωμένη έκδοση της ηλεκτρονικής πλατφόρμας που θα επεξεργάζεται τα δεδομένα του οφειλέτη. Η επιλογή του επενδυτή που θα ελέγχει το φορέα θα γίνει με διεθνή διαγωνισμό, ενώ, ήδη το ενδιαφέρον από εγχώρια και διεθνή επενδυτικά σχήματα είναι ζωηρό, γεγονός που δημιουργεί αισιοδοξία ότι το νέο πλαίσιο θα τεθεί σε εφαρμογή χωρίς καθυστέρηση.
Σε πρόσφατη ανάλυσή του για το Πτωχευτικό Δίκαιο, το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών είχε επισημάνει ότι κύριος στόχος του νέου νομοθετικού πλαισίου είναι να θεσπίσει ένα συνολικό πλαίσιο αντιμετώπισης των οφειλών που οδηγούν τόσο μια επιχείρηση όσο και ένα νοικοκυριό στην αναστολή πληρωμών, παρέχοντάς τους, υπό προϋποθέσεις, μία δεύτερη ευκαιρία επανένταξης στην οικονομική ζωή παράλληλα με την απαλλαγή τους από τα υφιστάμενα χρέη.
Οι προβλέψεις του Σχεδίου Νόμου εστιάζουν σε δύο κυρίως όψεις του προβλήματος της πτώχευσης: την επιτάχυνση και την απλοποίηση των διαδικασιών. Ο παράγοντας χρόνος είναι σημαντικός, διότι η καθυστέρηση των διαδικασιών είναι επιβαρυντική για όλους τους συμβαλλόμενους: τόσο τους πιστωτές όσο και τους οφειλέτες. Από αυτή τη σκοπιά βασική παράμετρος είναι η απομείωση της παραγωγικής αξίας των περιουσιακών στοιχείων που εμπλέκονται στη διαδικασία της πτώχευσης.
Οι πιθανότητες για απαξίωση των περιουσιακών στοιχείων αυξάνεται όσο παρατείνεται ο χρόνος ολοκλήρωσης της πτωχευτικής διαδικασίας. Από την άλλη πλευρά, μια πιο σύντομη και τακτή διευθέτηση θα ωφελήσει τους εμπλεκόμενους αλλά και την οικονομία στον βαθμό που κεφαλαιουχικοί πόροι θα επανενταχθούν σύντομα στην παραγωγική διαδικασία, συμβάλλοντας έτσι στην οικονομική ανόρθωση της χώρας. Επιπλέον, η ομογενοποίηση του καθεστώτος πτώχευσης ώστε να αφορά τόσο επιχειρήσεις όσο και νοικοκυριά, καθώς και η ψηφιοποίηση/απλοποίησή του, θα συμβάλουν στην παροχή δεύτερης ευκαιρίας για τους πληττόμενους οφειλέτες, ενώ παράλληλα θα ενισχύσουν τις διασφαλίσεις των πιστωτών έναντι των στρατηγικών κακοπληρωτών στον βαθμό που θα βελτιώσουν τη διαφάνεια του συστήματος.
Η παροχή δεύτερης ευκαιρίας θα αποτελέσει έναν δίαυλο για την υπέρβαση του στίγματος της χρεοκοπίας που ακολουθούσε ως τώρα τον επιχειρηματικό κόσμο και αποτελούσε αποτρεπτικό παράγοντα για την ανάληψη καινοτόμων επιχειρηματικών πρωτοβουλιών, οι οποίες αναγκαστικά ενέχουν υψηλό κίνδυνο χρεοκοπίας. Άλλωστε, η υπερχρέωση επιχειρήσεων αλλά και νοικοκυριών αποτελεί βραδυφλεγή βόμβα για τα θεμέλια της οικονομίας, ενώ η ομογενοποίηση του πλαισίου έρχεται να απαντήσει και στην ασαφή συχνά διάκριση μεταξύ επιχειρηματικών και καταναλωτικών ή άλλων χρεών.
Τα εμπόδια
Το σχέδιο νόμου, σύμφωνα με το ΚΕΠΕ, «κινείται προς την κατεύθυνση της επανεκκίνησης της οικονομίας με στόχο τον περιορισμό της διασποράς του ηθικού κινδύνου, την πρόθεση να ελαχιστοποιηθούν οι κοινωνικές επιπτώσεις και αντίστοιχα να μεγιστοποιηθούν τα οφέλη για το σύνολο της οικονομίας».
Ωστόσο, παρέθεσε και μια σειρά από πιθανά εμπόδια στην επίτευξη των παραπάνω στόχων, τα οποία χρήζουν της προσοχής των διαμορφωτών πολιτικής:
– Η αυτοματοποίηση-τυποποίηση του εξωδικαστικού μηχανισμού έχει το τεκμήριο της αντικειμενικότητας, αλλά συγχρόνως ενέχει τον κίνδυνο της αναποτελεσματικότητας στον βαθμό που η μη συμμετοχή του ανθρώπινου παράγοντα θα παράγει αποτελέσματα τα οποία πιθανά δεν θα λάβουν υπόψη τους την ιδιαιτερότητα της κάθε περίπτωσης, ώστε να μεγιστοποιήσουν το προσδοκώμενο αποτέλεσμα υπό τους συγκεκριμένους περιορισμούς που αυτή θέτει.
– Η κρίσιμη παράμετρος, τόσο στην ένταξη στη διαδικασία πτώχευσης όσο και στη ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων, είναι η διαφύλαξη της αξίας των περιουσιακών στοιχείων, ώστε αυτή να μην μειωθεί πολύ κάτω από τη θεμελιώδη αξία τους. Η αρχή αυτή βρίσκεται στο πνεύμα των διατάξεων, ωστόσο η εξασφάλισή της προϋποθέτει τη λειτουργία ενός γενικότερου πλέγματος θεσμικών λύσεων που θα συμπεριλαμβάνουν την ολοκληρωμένη αντιμετώπιση του ζητήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
– Στο μεσοπρόθεσμο διάστημα, ο καίριος παράγοντας είναι η αλλαγή του τρόπου σκέπτεσθαι των δρώντων υποκειμένων, καθώς αυτός αντανακλάται στην καθημερινή τους συμπεριφορά. Ένα νομοθετικό πλαίσιο είναι ικανό να λειτουργήσει ως εργαλείο προώθησης της οικονομικής ανάπτυξης, μόνο όταν μπορεί να κινητοποιήσει τα οικονομικά δρώντα υποκείμενα στην επιδιωκόμενη κατεύθυνση. Για να γίνει αυτό, πρέπει να είναι σε θέση να απαντάει σε χρόνια προβλήματα της οικονομίας που αποζητούν λύση, με μηχανισμούς οι οποίοι γίνονται κατανοητοί από το ευρύ κοινό, το οποίο τους ενσωματώνει στην καθημερινή του πρακτική και προσαρμόζει ανάλογα την συμπεριφορά του. Για να το κάνει όμως αυτό, θα πρέπει να κατανοεί ότι οι παρελθόντες τρόποι σκέπτεσθαι είναι ξεπερασμένοι και να επιδιώκει οικειοθελώς την αντικατάστασή τους με νέους, στον βαθμό που τους αξιολογεί ως πιο επωφελείς. Τέτοιες συμπεριφορές, που πηγάζουν από καθιερωμένους τρόπους σκέπτεσθαι και οφείλουν να τύχουν της προσοχής του διαμορφωτή πολιτικής, είναι η προσφυγή στην παραοικονομία, η δυσπιστία στον δημόσιο τομέα και το χρηματοπιστωτικό σύστημα και η στρεβλή αντίληψη της επιχειρηματικότητας από ορισμένη μερίδα της κοινωνίας.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr