Αυτό τόνισε το μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ, Fabio Panetta, στην 24η συζήτηση στρογγυλής τραπέζης του Economist με την Ελληνική Κυβέρνηση, υπογραμμίζοντας πως, για να στηριχθεί η ανάκαμψη, εξακολουθεί να είναι αναγκαία η στήριξη από την πλευρά της πολιτικής ούτως ώστε να διαφυλάσσεται η συνεχής παροχή πιστώσεων.
Παράλληλα ανέφερε ότι: «Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες προβολές των εμπειρογνωμόνων της ΕΚΤ αναμένεται συρρίκνωση του πραγματικού ΑΕΠ της ζώνης του ευρώ κατά 8,0% φέτος. Η οικονομική δραστηριότητα αναμένεται ότι θα επανέλθει σε τροχιά ανάπτυξης την επόμενη διετία αλλά ότι θα φθάσει σε επίπεδα προ κρίσης μόνο έως το τέλος του 2022. Ο πληθωρισμός θα παραμείνει συγκρατημένος: στη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα προβολής αναμένεται να διαμορφωθεί σε επίπεδα αρκετά κατώτερα από τον στόχο μας.
Αυτές οι προοπτικές περιβάλλονται από επίμονα υψηλή αβεβαιότητα. Ο κίνδυνος επιδείνωσης των συνθηκών στην αγορά εργασίας επηρεάζει αρνητικά την κατανάλωση των νοικοκυριών, ενώ οι αδυναμίες στους ισολογισμούς ενδέχεται να επηρεάσουν την παροχή πιστώσεων και να συντελέσουν στη μείωση των επιχειρηματικών επενδύσεων. Πράγματι, η ανάκαμψη στον τομέα των υπηρεσιών – σε έναν τομέα που παραμένει ευπαθής στην αναζωπύρωση των κρουσμάτων COVID-19 επειδή επηρεάζεται περισσότερο από την κοινωνική αποστασιοποίηση – πρόσφατα κάπως επιβραδύνθηκε. Συνολικά, οι κίνδυνοι εξακολουθούν να είναι περισσότερο καθοδικοί» σημείωσε ο εκπρόσωπος της ΕΚΤ προσθέτοντας ότι:
«Ενώ η κρίση αυτή δεν αφορά συγκεκριμένες χώρες, στην Ελλάδα επέτεινε τις υφιστάμενες αδυναμίες. Ο ελληνικός χρηματοπιστωτικός τομέας εξακολουθεί να είναι επιβαρυμένος με μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ), γεγονός που περιορίζει την ικανότητά του να στηρίξει την ανάκαμψη.
Οι ελληνικές εθνικές πολιτικές που αποσκοπούν στη διασφάλιση της πρόσβασης των επιχειρήσεων σε χρηματοδότηση περιλαμβάνουν άμεσα δάνεια από το κράτος (Επιστρεπτέα Προκαταβολή) και δύο προγράμματα της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας – ένα πρόγραμμα εγγυοδοσίας και ένα πρόγραμμα συγχρηματοδοτούμενης επιδότησης επιτοκίου για τα νέα επιχειρηματικά δάνεια. Ο συνολικός όγκος των δανείων αυτών αναμένεται να ανέλθει σε περίπου 13 δισεκ. ευρώ, ή 7,7% του ΑΕΠ. Τα δάνεια αυτά συμπληρώνουν την ευρύτερη δέσμη δημοσιονομικών μέτρων που ελήφθησαν ως απάντηση στην πανδημία, μεταξύ άλλων επιδοτήσεις επιτοκίου για υφιστάμενα εξυπηρετούμενα δάνεια, ομόλογα και τραπεζικές υπεραναλήψεις, μειώσεις και αναβολές φόρων και εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και μέτρα στήριξης της αγοράς εργασίας.
Μέχρι στιγμής, τα μέτρα πολιτικής της ΕΚΤ και οι συναφείς ελληνικές πολιτικές έχουν στηρίξει τα τραπεζικά δάνεια προς τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις, τα οποία έχουν αυξηθεί σημαντικά, ενώ τα πιστοδοτικά κριτήρια έχουν διατηρηθεί σταθερά σε γενικές γραμμές. Τον Ιούλιο καταγράφηκε μεγάλη καθαρή ροή δανείων – άνω του 1 δισεκ. ευρώ, στηριζόμενη ιδίως από το πρόγραμμα εγγυοδοσίας της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας».
Αναφερόμενος στην ελληνική επιχειρηματικότητα έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για τις ΜμΕ:
«Οι ελληνικές μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις συνεχίζουν να έχουν σοβαρές ανησυχίες όσον αφορά την αδυναμία πρόσβασής τους σε χρηματοδότηση. Το κενό χρηματοδότησής τους παραμένει μεγάλο, παρά την αυξημένη διαθεσιμότητα τραπεζικών δανείων και τη μείωση των επιτοκίων. Για να στηριχθεί η ανάκαμψη, εξακολουθεί να είναι αναγκαία η στήριξη από την πλευρά της πολιτικής ούτως ώστε να διαφυλάσσεται η συνεχής παροχή πιστώσεων.
Σε ό,τι αφορά το μέλλον, είναι πολύ σημαντικό να ολοκληρωθούν οι μεταρρυθμίσεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα οι οποίες χρειάζονται για να στηριχθεί η διαδικασία μείωσης των ΜΕΔ και να εξασφαλιστεί η επαρκής προσφορά πιστώσεων στη διάρκεια της ανάκαμψης. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις αφορούν μεταξύ άλλων τη βελτίωση του πλαισίου ηλεκτρονικών δημοπρασιών, την αναθεώρηση του πλαισίου αφερεγγυότητας, τη μείωση των υποθέσεων αφερεγγυότητας φυσικών προσώπων που εκκρεμούν ενώπιον των δικαστηρίων και την εκκαθάριση των κρατικών εγγυήσεων για τραπεζικά δάνεια οι οποίες έχουν καταπέσει.
Η χρηματοδότηση που παρέχεται μέσω του σχεδίου «Next Generation EU» αποτελεί ευκαιρία για την Ελλάδα
Η χρηματοδότηση μέσω του σχεδίου «Next Generation EU» δημιουργεί μια εξαιρετική ευκαιρία.
Για πρώτη φορά στην ιστορία της, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα εκδώσει κοινό χρέος για την αντιμετώπιση μιας κοινής διαταραχής. Η δημοσιονομική πολιτική θα μπορέσει έτσι να συντονιστεί περισσότερο με τη νομισματική πολιτική σε ευρωπαϊκό επίπεδο και αυτό μπορεί να αποτελέσει ένα σημαντικό βήμα προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση: δανειζόμαστε μαζί για να ανακάμψουμε από την κρίση και να επενδύσουμε στο μέλλον μας. Ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας, οι σημαντικοί πόροι που αναμένεται να αντληθούν μέσω του σχεδίου «Next Generation EU» αποτελούν ευκαιρία να ενισχυθεί το αναπτυξιακό δυναμικό της χώρας. Αυτοί οι πόροι θα πρέπει να διοχετευθούν σε επενδυτικά προγράμματα που είναι απολύτως αναγκαία για την ενίσχυση της ανάπτυξης και τη δημιουργία θέσεων εργασίας και θα πρέπει να συνοδεύονται από τη συνέχιση της μεταρρυθμιστικής διαδικασίας που βρίσκεται σε εξέλιξη».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr