· Η επανεκκίνηση της οικονομίας να γίνει όσο το δυνατόν νωρίτερα και δυναμικότερα, πάντοτε με τα κατάλληλα υγειονομικά πρωτόκολλα.
· Συνέχιση και επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων και των αποκρατικοποιήσεων με στόχο την συνολική μεταρρυθμιστική μεταμόρφωση της χώρας (Total Reform) εντός του 2020.
· Ο παραγωγικός ιστός της χώρας και η απασχόληση να προστατευθούν με οριζόντια αντισταθμιστικά μέτρα, που θα ισχύσουν για το 2020..
· Αύξηση επενδύσεων με ιδιαίτερη έμφαση σε δημόσιες επενδύσεις, και έργα υποδομών, με μηχανισμούς ταχείας υλοποίησης.
· Διαφύλαξη της συνέπειας στην τήρηση των οικονομικών υποχρεώσεων.
· Στοχευμένες διεκδικήσεις από τα Ευρωπαϊκά ταμεία, με δεδομένο ότι η χώρα μας είναι η περισσότερο ευάλωτη χώρα στην Ευρώπη.
Η ελληνική κυβέρνηση αρχικά έκανε λόγο (3/4/2020) για μέχρι και -4% ύφεση το 2020 χωρίς τη λήψη μέτρων, που μπορεί να περιορισθεί σε -2%, με τη λήψη μέτρων. Οι αρχικές αυτές προβλέψεις έχουν ήδη αναθεωρηθεί επί τα χείρω, καθώς βραχυπρόθεσμοι δείκτες δείχνουν όξυνση της ύφεσης στην Ευρωζώνη. Σύμφωνα με δηλώσεις (12/04/2020) του Υπουργού Οικονομικών, η κρίση του κορωνοϊού στοιχίζει στο ελληνικό ΑΕΠ 2,5 μονάδες κάθε μήνα, ενώ η ύφεση το 2020 εκτιμάται ότι θα είναι μεταξύ -5% και -10%, όσο και στην Ευρωζώνη. Το ΔΝΤ αναβιβάζει την ύφεση στην Ελλάδα σε -10%, με τον μέσο όρο στην Ευρωζώνη σε -7,5%.
Πιο αναλυτικά, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπει ότι το παγκόσμιο ΑΕΠ θα συρρικνωθεί κατά -3% το 2020 και θα ανακάμψει το 2021 σημειώνοντας αύξηση +5,8%. Οι απώλειες από την παγκόσμια οικονομία εκτιμάται ότι θα είναι της τάξης των USD 9 τρισ., καθιστώντας την κρίση του 2020 συγκρίσιμη με την μεγάλη ύφεση του 1930. Για την Ελλάδα, το ΔΝΤ προβλέπει ύφεση κατά -10% το 2020, αύξηση της ανεργίας σε 22,3% από 16,4% (Ιαν. 2020) και διεύρυνση του ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών σε 6,5% του ΑΕΠ από 2,1% το 2019. Αν και, σύμφωνα με το ΔΝΤ, η ελληνική οικονομία θα επανέλθει σε τροχιά ανάκαμψης, με επέκταση 5,1% το 2021, η ανεργία θα παραμείνει υψηλή, στο επίπεδο του 19%, και το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα περιοριστεί στο 3,4% του ΑΕΠ. Σημειώνεται ότι η ύφεση που προβλέπει το ΔΝΤ για την Ελλάδα είναι η μεγαλύτερη μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης, όπου η μείωση του ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε -7,5%, με σημαντικές απώλειες στην Ιταλία (-9,1%), την Ισπανία (-8%), τη Γαλλία (-7,2%) και τη Γερμανία (-7%). Η βασική υπόθεση του ΔΝΤ για τις προβλέψεις αυτές είναι ότι η πανδημία θα εξασθενίσει κατά το 2ο εξάμηνο του 2020, δίνοντας τη δυνατότητα για σταδιακή χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων. Παράλληλα, το ΔΝΤ επισημαίνει ότι οι κίνδυνοι για μεγαλύτερη ύφεση είναι υπαρκτοί, καθώς η πορεία της πανδημίας του κορωνοϊού παραμένει αβέβαιη.
Εκτιμάται ότι τα μέτρα που έχει ανακοινώσει και εφαρμόζει η ελληνική κυβέρνηση, θα προφυλάξουν την ελληνική οικονομία σε κάποιο βαθμό από την πραγματοποίηση των ακραίων εκτιμήσεων του ΔΝΤ, παρόλο που η αβεβαιότητα όσον αφορά στις προβλέψεις είναι εξαιρετικά μεγάλη λόγω της ιδιαιτερότητας του φαινομένου. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα δεν θα πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη τις προβλέψεις του ΔΝΤ, και να ενισχύσει τα μέτρα για την αποτροπή του σεναρίου εξαιρετικά υψηλής ύφεσης.
Επιπτώσεις ανά κλάδο
Η ελληνική μεταποίηση επηρεάζεται λόγω κορονοϊού ποικιλοτρόπως, με τα κυριότερα προβλήματα να εντοπίζονται στην απουσία προσωπικού ή και εμφάνισης κρουσμάτων, στη γραμμή παραγωγής, στις αποθήκες, κλπ. που φέρνουν μεγάλη αναστάτωση στον προγραμματισμό, τις βάρδιες, τα μέτρα υγιεινής και ασφαλείας, κλπ. Επίσης, έχουν αρχίσει να εμφανίζονται προβλήματα στη διαθεσιμότητα πρώτων υλών, ενώ ελλοχεύει και ο κίνδυνος μη πραγματοποίησης εξαγωγών λόγω προβλημάτων σε λιμάνια, πλοία, αεροπλάνα, κ.ά. Η ελληνική βιομηχανία (μεταποίηση) εν γένει δεν είναι πολύ εκτεθειμένη στις διεθνείς αλυσίδες αξίας. Συνεπώς, η επίπτωση της διακοπής ή αναστάτωσης που προκαλείται στο διεθνές εμπόριο, και ιδίως για ενδιάμεσα αγαθά, θα είναι σχετικά περιορισμένη. Από την άλλη μεριά, ορισμένοι κλάδοι της μεταποίησης στηρίζονται πολύ περισσότερο από άλλους στις διεθνείς αλυσίδες αξίας, όπως (κατά σειρά σπουδαιότητας) είναι τα ηλεκτρονικά, τα ηλεκτρολογικά προϊόντα, η κλωστοϋφαντουργία, τα μη μεταλλικά ορυκτά, τα βασικά μέταλλα, τα πλαστικά, τα χημικά και τα φάρμακα, κλπ. Αντίθετα, κλάδοι όπως τα τρόφιμα και τα πετρελαιοειδή, έχουν μικρή σχετικά έκθεση. Συνεπώς, πολλοί κλάδοι της ελληνική μεταποίησης, αναμένεται να υποστούν σχετικά περιορισμένες, αν και όχι αμελητέες, αρνητικές επιδράσεις.
Τα πρώτα στοιχεία από την αγορά εργασίας είναι ενδεικτικά. Τον Μάρτιο του 2020 το ισοζύγιο προσλήψεων – αποχωρήσεων ήταν αρνητικό κατά -41.9 χιλ. θέσεις έναντι θετικού ισοζυγίου κατά +43,4 χιλ. θέσεις τον Μάρτιο του 2019. Η εξέλιξη αυτή είναι αποτέλεσμα της αναστολής προσλήψεων, οι οποίες ανήλθαν σε 103,0 χιλ. έναντι 202,2 χιλ. τον Μάρτιο του 2019. Αντίθετα, οι αποχωρήσεις τον Μάρτιο του 2020 ήταν μειωμένες κατά 13,9 χιλ. σε σύγκριση με τον Μάρτιο του 2019 (144,9 χιλ. έναντι 158,8 χιλ. αντίστοιχα).
Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με την τοποθέτηση του Υπουργού Εργασίας στην Ολομέλεια της Βουλής την 19η Μαρτίου 2020, τις πρώτες 19 ημέρες του Μαρτίου 2020 το ισοζύγιο προσλήψεων – απολύσεων ήταν αρνητικό κατά 41 χιλ. θέσεις, δηλαδή στο ίδιο που διαμορφώθηκε στο τέλος του μήνα. Αυτό προφανώς οφείλεται στα μέτρα που λήφθηκαν για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κρίσης του κορωνοϊού, και ειδικότερα τη ρήτρα διατήρησης θέσεων εργασίας ως προϋπόθεση για την αναστολή καταβολής ασφαλιστικών και φορολογικών υποχρεώσεων και τη χρήση έκτακτων χρηματοδοτικών εργαλείων στήριξης και την ακύρωση των απολύσεων από τις 18 Μαρτίου 2020 σε επιχειρήσεις που έχει ανασταλεί η λειτουργία μετά από εντολή δημόσιας αρχής.
Διαβάστε επίσης:
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr