Σημειώνεται ότι η Ελλάδα είναι στη δεύτερη θέση της παγκόσμιας παραγωγής με 120.000 περίπου (100/120.000) τόνους ετησίως πίσω από την Τουρκία που είναι στους 160.000. Βέβαια προ κρίσης η Ελληνική παραγωγή ήταν πρώτη στον κόσμο, αλλά λόγω της προσέλκυσης επενδύσεων στη γείτονο και ανάπτυξη εκεί της αγοράς έχασε την πρωτοκαθεδρία.
Πάντως οι ελληνικές εταιρίες προσπαθούν με branding αλλά και αύξηση των όγκων διακινούμενων προϊόντων να απαντήσουν στην «τουρκική επίθεση». Είναι ενδεικτικό ότι η Νηρεύς, μια από τις δυο μεγάλες ελληνικές εταιρίες (η άλλη είναι η Selonda η οποία τελεί υπό συγχώνευση από κοινού με την Ανδρομέδα) καταγράφει ένα συν 10% περίπου στους όγκους πωλήσεων με τις εξαγωγές να είναι κοντά στο 87% του συνολικού της τζίρου.
Επίσης μέσα από μια συμμαχία της ΑΒ Βασιλόπουλος, της Νηρεύς και της WWF Ελλάς, ιχθυηρά, προϊόντα υπεύθυνης υδατοκαλλιέργειας αναμένεται να βρουν το δρόμο τους για το ράφι έχοντας το διεθνές αναγνωρισμένο πρότυπο Aquaculture Stewardship Council (ASC), που αποτελεί πιστοποίηση ότι οι φάρμες παραγωγής ψαριών έχουν ελάχιστες επιπτώσεις στο θαλάσσιο περιβάλλον κι ακολουθούν ορθές πρακτικές διαχείρισης των παραγωγών. Μάλιστα το Μάρτιο ολοκληρώθηκαν οι έλεγχοι συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις του νέου προτύπου από ανεξάρτητο φορέα για τις φάρμες Νηρεύς κι έτσι σε λίγο διάστημα 2 Ελληνικές φάρμες υδατοκαλλιέργειας θα έχουν πλέον την σφραγίδα του διεθνή οργανισμού ASC, που αποτελεί, για τις ιχθυοκαλλιέργειες, τον διεθνή φορέα πιστοποίησης των περιβαλλοντικών και κοινωνικών αποτυπωμάτων της συγκεκριμένης αυτής οικονομικής δραστηριότητας.
Ουσιαστικά η ενέργεια αυτή εντάσσεται σε μια στρατηγική ενίσχυσης της σύνδεσης προμηθευτών, λιανεμπορίου και καταναλωτών με «αρμούς» αειφορίας . Υιοθετήθηκε, δε, από την ΑΒ πριν από 6 χρόνια κι αναμένεται να δώσει προστιθέμενη αξία σε όλη την αλυσίδα, αλλά και να εμφυσήσει μια πιο υπεύθυνη στάση στον καταναλωτή. Επιπλέον μπορεί να αποτελέσει και διαβατήριο ποιότητας για την στήριξη των προϊόντων της Νηρεύς, (λαβράκι και τσιπούρα) στις ξένες αγορές, που είναι ευαίσθητες σε θέματα αειφορίας έναντι μάλιστα και των ευθέως ανταγωνιστικών, ειδικά σε τιμή, τουρκικών προϊόντων στον εξελισσόμενο «άτυπο πόλεμο» μεταξύ των δυο πλευρών του Αιγαίου. Μάλιστα η εν λόγω πιστοποίηση ενδέχεται να ανοίξει το δρόμο προώθησης λαυρακίου και τσιπούρας σε άλλες αγορές της μητρικής Ahold-Delhaize και ειδικότερα στα Βαλκάνια, όπου ο πολυεθνικός λιανέμπορος διατηρεί θέση.
Η εσωτερική αγορά
Στο μεταξύ ένα στήριγμα για τις ελληνικές εταιρίες είναι και η ανάκαμψη της εσωτερικής αγοράς. Ήδη, έχει ξεφύγει από τα χαμηλά επίπεδα του 2010 όποτε βρέθηκε στο ναδίρ με 18.000, από 25.000 που ήταν προ κρίσης. Σήμερα είναι στους 21.000 τόνους και η μέση τιμή στο ράφι διαμορφώνεται στα 7 ευρώ από 6,5 που ήταν προ κρίσης.
Στα επίπεδο της μέσης κατανάλωσης ιχθυηρών αυτή έχει πέσει στην Ελλάδα στα 14 κιλά ανά κάτοικο, αλλά με τα 2 από αυτά να είναι από ιχθυοκαλλιέργεια, ένα ποσοστό υψηλό σε σχέση με ΕΕ. Οι Ευρωπαίοι συνολικά καταναλώνουν 22 κιλά per capita.
Σημαντικό, πάντως για τον κλάδο, όπως αναφέρουν στελέχη της αγοράς, είναι να γίνουν επενδύσεις και να καταστούν τα προϊόντα φιλικά στον καταναλωτή μέσω μεταποίησης. Μεγάλο θέμα, ωστόσο, παραμένει ο ΦΠΑ που στα μεταποιημένα ψάρια είναι στο 24%, αν και ο κλάδος αναμένει να δει ελπίδα από τις μειώσεις που εξήγγειλε ο Πρωθυπουργός.
Γιώργος Αλεξάκης
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr