Μετά το «νοικοκύρεμα» των εκκρεμών υποθέσεων, στόχος είναι η Επιτροπή να προχωρά στο εξής το έργο της με ταχύτερους ρυθμούς και σε κάθε περίπτωση εντός των ορίων που θέτει ο νόμος, ο οποίος ορίζει ως χρόνο παραγραφής υποθέσεων την πενταετία.
«Το θέμα της επιτάχυνσης των διαδικασιών μού ετέθη ήδη και χτες το βράδυ, στη συνάντησή μου με τη διοίκηση του Εμποροβιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης (ΕΒΕΘ), αλλά το ακούω διαρκώς, αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων μου, που έγινε πολύ πρόσφατα, τον Ιανουάριο του 2019. Κατανοώ και συμμερίζομαι την αξίωση που έχουν και οι φορείς της αγοράς και οι καταναλωτές να ενεργεί με ταχείς ρυθμούς η Επιτροπή. Το τελευταίο διάστημα είχε γίνει, εννοώ και από το προηγούμενο προεδρείο, μια καλή προσπάθεια επιτάχυνσης, αλλά ακόμη τα αποτελέσματα δεν είναι τα αναμενόμενα. Οπότε έθεσα κι εγώ, ως έναν από τους πρώτους στόχους μου, το να τελειώσουμε με όλες τις παλιές υποθέσεις, που εξακολουθούν να βρίσκονται σε εκκρεμότητα. Έχουμε βάλει και ένα χρονοδιάγραμμα με τους συνεργάτες μου -το προσωπικό της Επιτροπής, που έχει ένα πολύ καλό επίπεδο όπως διαπιστώνω καθημερινά- ένα χρονοδιάγραμμα μερικών μηνών, μέσα στους οποίους πρέπει να έχουν κλείσει όλες οι παλιές υποθέσεις, ώστε η Επιτροπή να μπορεί από τούδε και στο εξής να προχωρεί με ταχύτερους ρυθμούς» υπογράμμισε η κ. Θάνου.
Ερωτηθείσα πόσες είναι αυτές οι εκκρεμείς υποθέσεις κι από πότε βρίσκονται στα χέρια της Επιτροπής, απάντησε ότι είναι «μερικές δεκάδες» και εκκρεμούν για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, «θα μπορούσα να πω και πέραν της δεκαετίας». Για αυτό, πρόσθεσε, «θα πρέπει να κλείσουν και από εδώ και στο εξής να προχωρούμε πλέον εντός των (χρονικών) ορίων που θέτει ο νόμος». Όπως εξήγησε, οι φάκελοι αυτοί συσσωρεύτηκαν, λόγω του ότι παλιότερα ο νόμος δεν όριζε ρητά χρόνο παραγραφής των υποθέσεων. «Ο νέος νόμος όμως, ορίζει χρόνο παραγραφής, ο οποίος είναι η πενταετία και σε κάθε περίπτωση η δεκαετία, άρα θεωρώ ότι δεν θα πρέπει ποτέ να υπερβαίνουμε τους χρόνους αυτούς. Ίσως οι ακροατές σας να απορούν, είναι δυνατόν μια διερεύνηση ή έκδοση αποφάσεων να πάρει και πέραν της δεκαετίας; Συμμερίζομαι κι εγώ ότι δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση. Γι’ αυτό και κάνουμε μια μεγάλη προσπάθεια ώστε να τηρούνται οι προθεσμίες» υπογράμμισε.
Η κ. Θάνου βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη προσκεκλημένη, όπως διευκρίνισε, από τους προέδρους και τα διοικητικά συμβούλια του ΕΒΕΘ και του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ), στο πλαίσιο του στόχου και της πολιτικής της Επιτροπής για την ανάπτυξη καλής συνεργασίας με τους φορείς της αγοράς. «Δέχτηκα με μεγάλη χαρά την πρόσκληση των φορέων αυτών για να αναπτύξουμε αυτή την καλή συνεργασία, που θεωρώ ότι θα βοηθήσει πολύ και το έργο της Επιτροπής και την αγορά γενικότερα», τόνισε. Η πρώτη συνάντηση έγινε χτες το βράδυ, στις κτιριακές εγκαταστάσεις του EBEΘ στην οδό Τσιμισκή κι όπως είπε η πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού δεν επρόκειτο απλώς για μια συνάντηση γνωριμίας, αλλά και για μια συνάντηση εργασίας, η οποία «έκλεισε» με μια «πολύ εποικοδομητική συζήτηση». «Συμφωνήσαμε εκατέρωθεν ότι θα συνεχιστεί η συνεργασία, θα γίνει πιο στενή και θα συνδιοργανώσουμε σεμινάρια και ημερίδες για τους φορείς της αγοράς και τους καταναλωτές ευρύτερα», εξήγησε.
Κληθείσα να σχολιάσει τη βελτίωση που έχει παρουσιάσει η κατάταξη της ελληνικής Επιτροπής Ανταγωνισμού στις κατατάξεις του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), η κ. Θάνου σημείωσε ότι πράγματι, η τελευταία αξιολόγηση, του 2018, ήταν καλή για την Επιτροπή. Κι αυτό διότι «πλέον έχει κατανοήσει και η Επιτροπή ότι είναι και για τη δική της αξιοπιστία και εικόνα καλό, αλλά και γενικότερα για την καλή λειτουργία (της αγοράς), να επιταχύνει και να διενεργεί τις έρευνες σωστά. Νομίζω ότι αυτό (σ.σ.: η βελτίωση) οφείλεται στην καλή δουλειά που έχει γίνει. Επίσης, τότε, το 2017, δηλαδή τον χρόνο άντλησης των στοιχείων για την αξιολόγηση, ήταν και η επιβολή του μεγάλου προστίμου σε βάρος των κατασκευαστικών εταιρειών, συνολικού ποσού 80 εκατ. ευρώ, που ανέβασε την επιτροπή σε πολύ καλή θέση και ως προς την επιβολή προστίμων», σημείωσε η κ. Θάνου και πρόσθεσε ότι ένας άλλος, πολύ σημαντικός στόχος που έχει θέσει η Επιτροπή είναι «να μην περιοριζόμαστε μόνο στην καταστολή, αλλά να αναπτύξουμε και μηχανισμούς πρόληψης των παραβάσεων του ανταγωνισμού, κάτι που μπορεί να γίνει με καλλιέργεια συνείδησης υγιούς ανταγωνισμού στον εμπορικό και επιχειρηματικό κόσμο, αλλά και στον καταναλωτή, ώστε να μπορεί και εκείνος να διαγιγνώσκει εύκολα τις τυχόν παραβάσεις του ανταγωνισμού».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr