Όπως είπε ο κ. Μίχαλος, το λιγότερο που αξίζουν και απαιτούν σήμερα, είναι να δημιουργηθούν ξανά στη χώρα συνθήκες ανάπτυξης. Να δημιουργηθεί ένα βιώσιμο περιβάλλον, στο οποίο θα μπορέσουν να κοιτάξουν και πάλι μπροστά, να προγραμματίσουν, να σχεδιάσουν, να επενδύσουν και να προκόψουν.
Η ανάπτυξη είναι πια θέμα επιβίωσης για τη χώρα. Για τις επιχειρήσεις, αλλά και για τους πολίτες της. Όλες οι θυσίες και οι προσπάθειες που έγιναν τα προηγούμενα χρόνια, θα κριθούν από το πότε και με ποιο ρυθμό θα αρχίσει ξανά η ελληνική οικονομία να αναπτύσσεται.
Κι εδώ πρέπει να διευκρινίσουμε το εξής: όταν λέμε ανάπτυξη δεν εννοούμε μια οριακά θετική μεταβολή του ΑΕΠ από εξάμηνο σε εξάμηνο ή από έτος σε έτος. Μια οικονομία που έχει συρρικνωθεί σε ποσοστό 25% και πλέον, χρειάζεται ταχείς ρυθμούς ανάπτυξης για αρκετά χρόνια, για να επανέλθει στα προ κρίσης επίπεδα. Για να μπορεί να καλύπτει τις δανειακές υποχρεώσεις της χώρας και για να επιτρέψει, έστω και σταδιακά, την αποκατάσταση συνθηκών ευημερίας στην αγορά και στην κοινωνία.
Ο στόχος αυτός, δεν μπορεί να επιτευχθεί παρά μόνο μέσα από την κινητοποίηση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας.
Χρειάζεται κεφάλαια και επενδύσεις από την Ελλάδα και τον εξωτερικό. Χρειάζεται αύξηση των εξαγωγών και ενίσχυση της συμμετοχής τους στο ΑΕΠ κατά 10 τουλάχιστον ποσοστιαίες μονάδες, ώστε να φθάσει τουλάχιστον στα επίπεδα του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Χρειάζεται συνθήκες οι οποίες θα εμπνέουν εμπιστοσύνη και ασφάλεια στους επενδυτές. Χρειάζεται ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον, στο οποίο θα μπορέσουν να ανθίσουν δυναμικές και εξωστρεφείς επιχειρήσεις.
Υπάρχουν οι συνθήκες αυτές σήμερα; Δυστυχώς, σε μεγάλο βαθμό όχι.
Τα προηγούμενα χρόνια έγιναν σαφώς αρκετά θετικά βήματα. Το πρώτο είναι ότι προχώρησε η δημοσιονομική εξυγίανση και περιορίστηκαν οι μακροοικονομικές ανισορροπίες που συνδέθηκαν με την εκδήλωση της κρίσης.
Επίσης, υλοποιήθηκαν ορισμένες σημαντικές μεταρρυθμίσεις, όπως οι αλλαγές στο ασφαλιστικό, αλλά και οι παρεμβάσεις στην αγορά εργασίας, με στόχο την ενίσχυση της ευελιξίας του θεσμικού πλαισίου και της κινητικότητας των εργαζομένων. Θετικά μεταρρυθμιστικά βήματα έχουν γίνει και στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, για την άρση εμποδίων στον ανταγωνισμό», τονίζει ο Κ. Μίχαλος.
«Κάπου εδώ, όμως, τελειώνουν τα «καλά νέα». Κι αρχίζουν τα προβλήματα.
Πρόβλημα είναι ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα στηρίζονται σε ένα αντιαναπτυξιακό μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής. Ένα μείγμα που στηρίζεται αποκλειστικά σχεδόν στο σκέλος των εσόδων, δια της υπερφορολόγησης νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
Δεν μπορούμε να μιλάμε για ανάπτυξη και επενδύσεις όταν το ύψος των φόρων και των εισφορών που ισχύουν σήμερα στην Ελλάδα είναι ένα από τα υψηλότερα στην Ευρώπη. Και είναι πολλαπλάσιο σε σχέση με αυτό που ισχύει σε γειτονικές ανταγωνίστριες χώρες όπως η Βουλγαρία και η Κύπρος.
Δεν είναι τυχαίο ότι η Ελλάδα φέτος, για μια ακόμη χρονιά, είναι ουραγός στις παγκόσμιες αξιολογήσεις ανταγωνιστικότητας. Στην Παγκόσμια Επετηρίδα Ανταγωνιστικότητας του Διεθνούς Ινστιτούτου Διοίκησης και Ανάπτυξης, που δημοσιεύθηκε πρόσφατα, η χώρα μας βρίσκεται στην τρίτη θέση από το τέλος. Αντίθετα, η πρώην μνημονιακή Ιρλανδία βρίσκεται στην πρώτη δεκάδα των χωρών με τη μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα.
Γιατί συμβαίνει αυτό;
Γιατί η Ιρλανδία, παρά τις ασφυκτικές πιέσεις των δανειστών, δεν δέχθηκε ποτέ να εφαρμόσει μέτρα αύξησης της φορολογίας. Γιατί υπερασπίστηκε το ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα, που ήταν και είναι το ευνοϊκό φορολογικό περιβάλλον. Γιατί φρόντισε να περιορίσει τις κρατικές δαπάνες και να προωθήσει βαθύτερες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Χαρακτηριστική είναι επίσης η σύγκριση της Ελλάδας με την Πορτογαλία, στο θέμα των εξαγωγών. Την περίοδο 2009 – 2014 οι εξαγωγές στην Πορτογαλία αυξήθηκαν κατά 50%, ενώ στην Ελλάδα η αύξηση ήταν 15% κι αυτό έγινε κυρίως χάρη στην υπερπροσπάθεια των Ελλήνων εξαγωγέων.
Αυτό σημαίνει πώς ό,τι προσπαθεί να κερδίσει σε ανταγωνιστικότητα η Ελλάδα, εφαρμόζοντας μια μεγάλη εσωτερική υποτίμηση, το χάνει εξαιτίας της φορολογίας», υπογραμμίζει ο Κ. Μίχαλος.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr