Ακολουθήστε το reporter.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr
Όπως αναφέρεται: «Το Eurogroup θα συζητήσει την πρόοδο που παρατηρείται στο πλαίσιο της 2ης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος. Οι θεσμοί και ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος αναμένεται να ενημερώσουν τους υπουργούς Οικονομικών για την πρόοδο που έχει παρατηρηθεί στην κατεύθυνση της ολοκλήρωσης της τεχνικής συμφωνίας, αλλά και της υιοθέτησης των απαιτούμενων μεταρρυθμίσεων. Η τεχνική συμφωνία είναι ένα βήμα στην κατεύθυνση της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης του προγράμματος. Με τη σειρά της, η ολοκλήρωση της αξιολόγησης είναι προϋπόθεση για την εκταμίευση της επόμενης δόσης στο πλαίσιο του προγράμματος».
Με την πιθανότητα για διαμόρφωσης τεχνικής συμφωνίας (Staff Level Agreement) να είναι αμυδρή οι ελπίδες για άρση του αδιεξόδου για τη χρηματοδότηση της χώρας επαφίενται λοιπόν σε μια πολιτική συμφωνία.
Ουσιαστικά καλούνται το Βερολίνο και οι Βρυξέλλες να συνομολογήσουν με την Αθήνα ένα modus operandi για το επόμενο καυτό διάστημα όπου οι εκλογές στην ΕΕ θα κυριαρχούν στη δημόσια ατζέντα. Αρχής γενομένης της Ολλανδίας σήμερα η Ευρώπη περνά το επόμενο διάστημα το δικό της… survivor με τις δυνάμεις του Ευρωσκεπτικισμού να δηλώνουν ισχυρό παρόν απειλώντας σε συνολική ανατροπή του σημερινού στάτους.
Είναι προφανές ότι το υπόστρωμα είναι άκρως ασταθές και δεν ευνοεί την ελληνική πλευρά που πλέον έχει χάσει το τραίνο της έγκαιρης ολοκλήρωσης της αξιολόγησης.
Πλέον καλείται σε ένα ασταθές περιβάλλον είτε να συνθηκολογήσει στις απαιτήσεις του ΔΝΤ είτε να αποδεχτεί μια «σαλαμοποίηση» της διαπραγμάτευσης με αναβολή για το φθινόπωρο, οπότε και θα έχει φανεί το ποιος θα έχει επιζήσει των ευρωπαϊκών εκλογών, των καυτών και άλυτων ζητημάτων. Και στις δύο όμως περιπτώσεις το κόστος είναι μεγάλο για την Αθήνα που βλέπει τις τράπεζές της να βασίζονται εκ νέου στον ELA τις ξένες επενδύσεις να παγώνουν και την αγορά να αγωνιά καθώς δεν μπαίνει μια έστω άνω τελεία στην αξιολόγηση.
Τα έσοδα και οι υποχρεώσεις
Στο φόντο αυτό το Υπ. Οικονομικών θα πρέπει να κάνει ταμείο για να καλύψει τις επερχόμενες απαιτήσεις χρηματοδότησης του χρέους. Στις 20/4 λήγουν ομόλογα 1,353 δισ. ευρώ που κατέχουν οι κεντρικές τράπεζες. ‘Έπειτα, τον Ιούλιο λήγουν κατά σειρά ομόλογα τριετούς διάρκειας ύψους 1,6 δισ. ευρώ, που εξέδωσε το Ελληνικό Δημόσιο το 2014 σε μια από τις πρώτες προσπάθειες εξόδου στις διεθνείς αγορές, αλλά και τίτλοι αξίας 3,867 δισ. ευρώ που έχει η ΕΚΤ στο χαρτοφυλάκιό της και λήγουν στις 20 Ιουλίου.
Στις 17 Αυγούστου με τη δόση των 1,62 δισ. ευρώ που θα πρέπει να πληρώσει η Αθήνα στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας. Με κάποιο τρόπο θα πρέπει να βρεθεί μια χρηματοδότηση γέφυρα ώστε να αποφευχθεί το «ατύχημα» κι αυτή η χρηματοδότηση ειδικά για το καλοκαίρι δεν μπορεί να προέρχεται από το κρατικό ταμείο.
Ήδη με βάση τα προσωρινά στοιχεία του προϋπολογισμού που δημοσιεύτηκαν χτες οι πρωτογενείς δαπάνες του τακτικού προϋπολογισμού είναι μειωμένες κατά 836 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον στόχο. Ωστόσο κάποια σημάδια κόπωσης των εσόδων δημιουργούν εύλογη ανησυχία. Απότοκο της αβεβαιότητας η οικονομία δεν τραβάει την ανηφόρα και βάζει σε αμφισβήτηση το μακροοικονομικό σενάριο του 2017.
Πιο συγκεκριμένα τα καθαρά έσοδα του τακτικού προϋπολογισμού διαμορφώθηκαν σε 7,981 δισ. ευρώ στο τέλος Φεβρουαρίου με τις εισπράξεις να είναι υψηλότερες κατά 409 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον στόχο. Αιτία όμως γιαυτήν την υπέρβαση ήταν το μέρισμα από την Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) και όχι οι αυξημένες φορολογικές εισπράξεις όπως συνέβαινε το προηγούμενο διάστημα. Σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών, τον Φεβρουάριο εισπράχθηκε μέρισμα 734 εκατ. ευρώ από την ΤτΕ το οποίο είναι αυξημένο κατά 334 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον στόχο.
Έτσι, το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού έφτασε στα 2,123 δισ. ευρώ το πρώτο δίμηνο του 2017. Βέβαια το ποσό του πλεονάσματος μπορεί να είναι υψηλότερο σε σχέση με τον στόχο (846 εκατ. ευρώ), από την άλλη όμως είναι χαμηλότερο σε σχέση με αυτό του περσινού διαστήματος (2,853 δισ. ευρώ).