Ειδικότερα, η HSBC επισημαίνει ότι η ολοκλήρωση της αξιολόγησης είναι προς το συμφέρον και της Ελλάδας και της Ευρωζώνης. Αυτή η προοπτική θα μπορούσε να ανοίξει την πόρτα για να επιτευχθεί μια ευρεία συμφωνία κατά το Eurogroup στις 20 Φεβρουαρίου, πριν αρχίσουν οι εκλογές σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες. Ωστόσο, η αβεβαιότητα παραμένει σχετικά με τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα και η ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ φαίνεται απίθανη, τουλάχιστον μέχρι το καλοκαίρι.
Για την HSBC, το συμπέρασμα του Eurogroup δεν αποτέλεσε έκπληξη. Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Ελλάδας και δανειστών είχαν ήδη σταματήσει μετά την απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να παράσχει βοήθημα στους συνταξιούχους. Αλλά η αγορά μέχρι σήμερα έχει αντιδράσει αρνητικά στην είδηση, με τις αποδόσεις στα 10ετή ελληνικά ομόλογα να ξεπερνούν και πάλι το 7%, γεγονός που υποδηλώνει κάποια απαισιοδοξία για το μέλλον των προγραμμάτων.
Ωστόσο, η Ελλάδα ανέλαβε τη δέσμευση να μην προχωρήσει σε παρόμοιες δράσεις πολιτικής μονομερώς στο μέλλον. Χάρη σε αυτό, ο ESM πριν από λίγες ημέρες αποφάσισε να ξεμπλοκάρει την εφαρμογή των βραχυπρόθεσμων μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους, αξίας περίπου 22% του ΑΕΠ έως το 2060. Ακόμη περισσότερο, τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι το τελικό πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα για το 2016 είχε πράγματι ξεπεράσει τους στόχους.
Αυτό αναγνωρίστηκε, και ο επικεφαλής του Eurogroup, Jeroen Dijsselbloem, εξέφρασε την ικανοποίησή του, λέγοντας μάλιστα ότι «υπάρχει τόσο ισχυρή δυναμική σε δημοσιονομικό επίπεδο, με καλύτερα από τα αναμενόμενα έσοδα».
Δεδομένου του ότι ο Αλέξης Τσίπρας υπολοίπεται δημοσκοπικά, έχει ελάχιστα κίνητρα να προκηρύξει πρόωρες εκλογές, όπως έκανε το 2015.
Η επόμενη ευκαιρία, λοιπόν, για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης είναι το Eurogroup στις 20 Φεβρουαρίου, εξαιτίας των ολλανδικών εκλογών στις 15 Μαρτίου.
Φυσικά, υπάρχουν κάποια στοιχεία που εμποδίζουν τη δεύτερη αξιολόγηση, όπως οι ιδιωτικοποιήσεις και οι μεταρρυθμίσεις της αγοράς εργασίας, ενώ ένα μικρό χάσμα φαίνεται να παραμένει στο στόχο του 2018 για το πρωτογενές πλεόνασμα.
Και όσον αφορά τα πιθανά πρόσθετα μέτρα για την εξασφάλιση του στόχου, από το 2018 και πέρα, θα μπορούσε κανείς να επικαλεστεί την επέκταση του υφιστάμενου μηχανισμού αυτόματων περικοπών δαπανών, εάν τα δημοσιονομικά εκτροχιαστούν.
Η αισιοδοξία της HSBC ωστόσο δεν επεκτείνεται και στη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, αλλά ούτε και στην ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο QE. Όπως σημειώνει, σε αυτό το στάδιο, το κύριο εμπόδιο φαίνεται να είναι η συμμετοχή του ΔΝΤ. Το Ταμείο θεωρεί ότι χρειάζονται περισσότερα δημοσιονομικά μέτρα για να επιτευχθεί ο στόχος του 3,5% του ΑΕΠ στο πρωτογενές πλεόνασμα το 2018, και ότι ο στόχος αυτός δεν είναι βιώσιμος μεσοπρόθεσμα. Έτσι θα χρειαστεί περαιτέρω εμπροσθοβαρής ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.
Το πρώτο θέμα, είναι ξεκάθαρα πρόβλημα για την ελληνική κυβέρνηση. Αλλά το δεύτερο, είναι ένα πρόβλημα για την ευρωζώνη, η οποία μέχρι το τέλος του τρέχοντος προγράμματος στα μέσα του 2018, θα κατέχει περίπου το 80% του ελληνικού χρέους.
Το διοικητικό συμβούλιο του ΔΝΤ θα συζητήσει την αξιολόγηση της Ελλάδας, της οποίας σημαντικό κομμάτι θα είναι η βιωσιμότητα του χρέους. Έτσι είναι το ΔΝΤ να εγκρίνει τη συμμετοχή του στο πρόγραμμα μέχρι την επόμενη συνεδρίαση του Eurogroup. Όμως, το ΔΝΤ δεν έχει εκταμιεύσει ούτε ένα ευρώ προς την Ελλάδα από το Σεπτέμβριο του 2014 και αυτό δεν σταμάτησε το Eurogroup από το να εγκρίνει τι αξιολογήσεις της Ελλάδας στο παρελθόν, σημειώνει η HSBC.
Όπως τονίζει, ένας από τους κινδύνους είναι το ΔΝΤ να στείλει ένα σαφές μήνυμα ότι δεν είναι πλέον στις προθέσεις του να παίξει ενεργό ρόλο στο ελληνικό πρόγραμμα. Αυτό θα αφήσει την Ελλάδα και την ευρωζώνη σε μια πολύ δύσκολη κατάσταση. Οι παρατεταμένες καθυστερήσεις θα δημιουργήσουν πολιτική αστάθεια στην Ελλάδα και θα αναζωπυρώσουν τις ανησυχίες στις αγορές, καθώς η Ελλάδα αντιμετωπίζει σημαντικές δανειακές υποχρεώσεις τον Ιούλιο (περίπου 7 δισ. ευρώ) τον Ιούλιο.
Σε ότι αφορά την επιλεξιμότητα των ελληνικών ομολόγων στο QE της ΕΚΤ, όπως προειδοποιεί η HSBC, ακόμη και αν η ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους της ΕΚΤ είναι επιτυχής, η ΕΚΤ δεν θα μπορούσε να αγοράσει ελληνικά ομόλογα κατά την διάρκεια μιας αξιολόγησης η οποία παραμένει "ανοιχτή".
Η τρέχουσα αξιολόγηση έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί τον περασμένο Δεκέμβριο και η επόμενη τρίτη αξιολόγηση έως τον Μάρτιο του 2017. Έτσι, όταν ολοκληρωθεί η β' αξιολόγηση θα πρέπει άμεσα να ξεκινήσει η τρίτη. Αυτό θα αφήσει ένα πολύ πολύ μικρό παράθυρο για την ΕΚΤ να αγοράσει. Η ίδια κατάσταση θα μπορούσε να επαναληφθεί μεταξύ της τρίτης και της τέταρτης αξιολόγησης, η οποία έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί μέχρι τον Ιούνιο, πριν τις υποχρεώσεις του Ιουλίου.
Ρεαλιστικά μιλώντας λοιπόν, είναι δύσκολο να δούμε την ΕΚΤ να αγοράζει ελληνικά ομόλογα πριν από το καλοκαίρι, αν όχι και καθόλου, ενώ δεδομένης της έκρηξης των αποδόσεων η έξοδος της Ελλάδας στις αγορές θα καθυστερήσει πάρα πολύ, υπογραμμίζει η HSBC.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr