Δεσμεύει την Ελλάδα να αλλάξει το Νόμο και να προσδιορίσει σαφώς σε ποιες συγκεκριμένα περιπτώσεις θα απαγορεύονται οι μαζικές απολύσεις, ενώ παράλληλα, απορρίπτει την κακή κατάσταση της οικονομίας ως αιτία απόρριψης των μαζικών απολύσεων.
Με την απόφασή του για την περίπτωση της ΑΓΕΤ, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ανοίγει ένα μεγάλο παράθυρο για αλλαγή του Νόμου περί ομαδικών απολύσεων στην Ελλάδα. Ουσιαστικά, επιβάλλει στην ελληνική κυβέρνηση να αλλάξει το Νόμο τον οποίο χαρακτηρίζει «γενικόλογο» και «ασαφή» και να προσδιορίσει ακριβώς τις περιπτώσεις στις οποίες θα απαγορεύονται οι μαζικές απολύσεις.
Η απόφαση αυτή του Δικαστηρίου, έρχεται σε μια κρίσιμη στιγμή της διαπραγμάτευσης της ελληνικής κυβέρνησης με τους εταίρους, αφού το ζήτημα των μαζικών απολύσεων θεωρείται από την ελληνική κυβέρνηση “κόκκινη γραμμή”. Η γραμμή αυτή λοιπόν αναγκαστικά “σπάει” με την απόφαση του Δικαστηρίου και αντί να απαγορεύονται οι μαζικές απολύσεις, επειδή έτσι έκρινε ο εκάστοτε Υπουργός, αυτές θα απαγορεύονται μόνο αν συντρέχουν ειδικοί λόγοι οι οποίοι θα είναι πολύ συγκεκριμένοι και γνωστοί εκ των προτέρων.
Μπορεί λοιπόν το υπουργείο Εργασίας να προσπαθεί να παρουσιάσει την απόφαση του δικαστηρίου ώς δικαίωση για την ελληνική νομοθεσία, όμως στις λεπτομέρειές της, τελικά υποχρεώνει την ελληνική κυβέρνηση να αλλάξει τον Νόμο και ανοίγει το δρόμο για μαζικές απολύσεις καθιστώντας τη διαπραγμάτευση της κυβέρνησης με τους θεσμούς σχεδόν περιττή.
Η συγκεκριμένη παράγραφος της απόφασης του Δικαστηρίου αναφέρει:
«Το Δικαστήριο εξετάζει τα τρία κριτήρια βάσει των οποίων οι ελληνικές αρχές οφείλουν να εξετάζουν τα σχέδια ομαδικών απολύσεων. Το Δικαστήριο κρίνει ότι το πρώτο κριτήριο (συμφέρον της εθνικής οικονομίας) δεν μπορεί να γίνει δεκτό, καθώς η επίτευξη σκοπών οικονομικής φύσης δεν μπορεί να αποτελέσει λόγο γενικού συμφέροντος που να δικαιολογεί περιορισμό ελευθερίας όπως είναι η ελευθερία εγκατάστασης. Αντιθέτως, όσον αφορά τα δύο άλλα κριτήρια εκτίμησης (κατάσταση της επιχείρησης και συνθήκες της αγοράς εργασίας), μπορεί καταρχήν να γίνει δεκτό ότι σχετίζονται με την προστασία των εργαζομένων και της απασχόλησης, που αποτελούν θεμιτούς σκοπούς γενικού συμφέροντος.
Το Δικαστήριο διαπιστώνει, ωστόσο, ότι τα δύο αυτά κριτήρια έχουν διατυπωθεί κατά τρόπο υπέρμετρα γενικό και ασαφή. Κατά συνέπεια, οι ενδιαφερόμενοι εργοδότες δεν γνωρίζουν υπό ποιες συγκεκριμένες και αντικειμενικές περιστάσεις μπορούν οι ελληνικές αρχές να εναντιωθούν σε σχέδια ομαδικών απολύσεων: οι περιπτώσεις είναι πολυάριθμες, απροσδιόριστες και μη προσδιορίσιμες, τα δε κριτήρια αυτά παρέχουν στις ελληνικές αρχές ευρύ περιθώριο εκτίμησης που δεν μπορεί ευχερώς να ελεγχθεί. Τέτοια κριτήρια, τα οποία είναι ασαφή και δεν στηρίζονται σε αντικειμενικές και δυνάμενες να ελεγχθούν προϋποθέσεις, υπερβαίνουν το αναγκαίο μέτρο για την επίτευξη των επιδιωκόμενων σκοπών και, ως εκ τούτου, δεν ικανοποιούν τις επιταγές της αρχής της αναλογικότητας».
Σχετικά με το αν οι γενικές συνθήκες της οικονομίας μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως αιτία απόρριψης από τον υπουργό των μαζικών απολύσεων, το Δικαστήριο θεωρεί πώς δεν μπορούν.
Συγκεκριμένα, αναφέρει στην απόφαση του:
Τέλος, απαντώντας στο δεύτερο ερώτημα του ελληνικού δικαστηρίου, το Δικαστήριο αποφαίνεται ότι το γεγονός ότι σε ένα κράτος μέλος επικρατούν συνθήκες χαρακτηριζόμενες από οξεία οικονομική κρίση και ιδιαίτερα υψηλό δείκτη ανεργίας δεν διαφοροποιεί την προηγούμενη λύση. Συγκεκριμένα, ούτε η οδηγία ούτε η Συνθήκη ΛΕΕ προβλέπουν δυνατότητα παρέκκλισης εφόσον επικρατούν τέτοιες συνθήκες σε εθνικό επίπεδο.
Με λίγα λόγια, το ζήτημα των μαζικών απολύσεων, ουσιαστικά ‘έκλεισε” εκτός διαπραγμάτευσης και η Ελλάδα είναι αναγκασμένη να προσαρμοστεί στις Ευρωπαικές απαιτήσεις.
Διαβάστε ΕΔΩ το πλήρες κείμενο της απόφασης του Ευρωδικαστηρίου.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr