«Έχουμε να αντιμετωπίσουμε ένα θέμα, στο οποίο κόμματα, φορείς και πολλά πρόσωπα, που κινούνταν πάντα στο όνομα της διασφάλισης του κοινωνικού χαρακτήρα του ασφαλιστικού, οδήγησαν σε ένα μεγάλο οικονομικό και κοινωνικό φιάσκο, και μάλιστα φιάσκο, όχι μόνο για τους συνταξιούχους, αλλά ακόμα περισσότερο για τους εργαζόμενους, τους άνεργους, την χώρα την ίδια και τις προοπτικές της. Επιπλέον, σήμερα, ζούμε την κατάρρευση του ασφαλιστικού, χωρίς να διαφαίνεται καν ότι αντιμετωπίζεται το πρόβλημα», σχολίασε ο κ. Γιαννίτσης, επισημαίνοντας την ανάγκη για μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού.
Σύμφωνα με τον ίδιο, το πρόβλημα ξεπερνάει τις δυνατότητες μιας κυβέρνησης ή ενός κόμματος. «Για να υπάρξει λύση δεν χρειάζονται απλώς συναινέσεις. Χρειάζεται πολιτική σύμπραξη», σημείωσε.
Όπως επεσήμανε ο κ. Γιαννίτσης, το ασφαλιστικό δεν αφορά μόνο το ειδικό πρόβλημα του ασφαλιστικού, ούτε μόνο τη σχέση εργαζόμενων, συνταξιούχων και άνεργων. «Το ασφαλιστικό πάει χέρι-χέρι με την φτωχοποίηση όλης της κοινωνίας. Εχει αναχθεί σε στρατηγικό ζήτημα, αφορά την ανάπτυξη, την απασχόληση, τους νέους που φεύγουν, τον «πόλεμο γενεών» που διαγράφεται. Όσο σαπίζει το ασφαλιστικό, τόσο θα σαπίζουν και πολλά γύρω του», υπογράμμισε.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε ο πρώην υπουργός και στην ανάγκη άσκησης κοινωνικής πολιτικής. «Η άσκηση κοινωνικής πολιτικής σημαίνει πολιτικές αναδιανομής και στήριξης αδύναμων τμημάτων, και πρέπει να γίνεται μέσω κρατικού Προϋπολογισμού. Η πολιτική αυτή, μάλιστα, είναι αναγκαία, ιδιαίτερα στην κρίση. Αν αυτό γίνεται με τις εισφορές των ασφαλισμένων οδηγεί σε «αντίστροφη αναδιανομή», η οποία μάλιστα προβάλλεται ως κοινωνική πολιτική, χωρίς να είναι. Κοινωνική στήριξη, που ευνοεί αυθαίρετα ορισμένα κοινωνικά τμήματα, αλλά προκαλεί κοινωνική καθίζηση σε άλλα τμήματα, με πόρους που κατανέμονται από τα ασφαλιστικά ταμεία, δεν είναι κοινωνική πολιτική», σημείωσε και πρόσθεσε:
«Ένα κοινωνικά δίκαιο ασφαλιστικό σύστημα δεν μπορεί να παραγνωρίζει κοινωνικά κρίσιμες παραμέτρους που συνδέονται με αυτό. Όμως, αυτά πρέπει να υλοποιούνται μέσα από το φορολογικό σύστημα και τον προϋπολογισμό. Υψηλά εισοδήματα φέρουν αναλογικά υψηλότερα φορολογικά βάρη, είτε τα εισοδήματα αυτά προέρχονται από εργασία, είτε από συντάξεις, είτε από περιουσιακά στοιχεία. Αν π.χ. οι συντάξεις που ξεπερνούν κάποιο επίπεδο, υφίστανται για λόγους κοινωνικής πολιτικής φορολογικές επιβαρύνσεις παραπάνω από ο,τι ο μη συνταξιούχος με ίδιο εισόδημα από άλλη πηγή, τότε συντρέχει άνιση δυσμενής μεταχείριση. Γενικότερα, η κοινωνική διάσταση πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα της κοινωνικής πολιτικής, γιατί διαφορετικά παρατηρείται το φαινόμενο να καλούνται οι συνταξιούχοι να χρηματοδοτήσουν πολιτικές που θα όφειλε να τις χρηματοδοτήσει το κράτος, δηλαδή το κοινωνικό σύνολο».
Αναφορικά με τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος, ο κ. Γιαννίτσης υποστήριξε ότι έχει πάψει από καιρό να είναι βιώσιμο. «Με δαπάνες 16.5% του ΑΕΠ (2014), από τις οποίες το 9.5% είναι κρατικές δαπάνες και το 7% οι εισφορές, υπάρχει πρόβλημα. Με ελλείμματα και κρατικές δαπάνες 133 δισεκ ευρώ μεταξύ 2001 και 2009, που αντιπροσωπεύουν το 79% της αύξησης του δημόσιου χρέους στην ίδια περίοδο, υπάρχει επίσης πρόβλημα. Η ίδια σχέση για το 2010-2014 είναι ακόμα χειρότερη: 405%. Ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα».
«Τα μεγέθη αυτά δεν σημαίνουν πως άλλοι παράγοντες δεν επηρέασαν επίσης τα δημοσιονομικά ελλείμματα και το χρέος. Προφανώς και τα επηρέασαν. Δείχνουν όμως το μεγάλο βάρος που είχε το ασφαλιστικό και την σημαντική επίδρασή του στην μεγάλη ύφεση, την δημοσιονομική κατάρρευση, την ανεργία, την καθίζηση των επενδύσεων, τις περικοπές εισοδημάτων και κοινωνικών δαπανών και την αύξηση της φορολογίας, που ακολούθησαν».
Κάνοντας λόγο για πόλεμο γενεών, ο κ. Γιαννίτσης σημείωσε ότι «σήμερα, πλέον, όσοι εργάζονται, καλούνται να θυσιάσουν πολύ περισσότερα από όσα θυσίασαν οι παλαιότεροι, είτε μέσω μεγαλύτερων ασφαλιστικών εισφορών, είτε μέσω νέων φόρων, άλλων εισφορών ή τελών, είτε μέσω περικοπών δημοσίων δαπανών (για υγεία, εκπαίδευση κ.α.), ενώ έχουν και το βάρος της αποπληρωμής στο μέλλον των δυσβάστακτων χρεών του παρελθόντος. Επιπλέον, στερούνται κάθε βεβαιότητας για το μέλλον των δικών τους συντάξεων. Η πραγματικότητα αυτή δεν είναι βιώσιμη. Είναι ο μοχλός εκδίωξης των νέων και του μέλλοντος της χώρας στο εξωτερικό».
«Σε τέτοιες συνθήκες, η πρόκληση συνίσταται στο πώς θα αντιμετωπιστεί το πρόβλημα με δύο όρους: αφ’ ενός χωρίς να μετατεθεί η αντιμετώπισή του ξανά στο μέλλον και αφ’ ετέρου περιορίζοντας όσο γίνεται τα οδυνηρά αποτελέσματα. Διαφορετικά, αν οι βαθύτερες αναγκαίες μεταβολές στην οικονομία και το ασφαλιστικό σύστημα μονίμως παραμερίζονται γιατί δεν οδηγούν γρήγορα σε απτά αποτελέσματα, τότε θα συρρικνώνονται συνεχώς οι βαθμοί ελευθερίας στις αποφάσεις και θα φτάνει κανείς στην ανάγκη επώδυνων και αποσπασματικών αποφάσεων», τόνισε ο πρώην υπουργός.
Μαρία Μιχάλη
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr