Και τα δύο κόμματα έχουν πει πως θα συνεργαστούν με τους πιστωτές της Ελλάδας αλλά ο βαθμός στον οποίο η νέα ελληνική κυβέρνηση θα επιδείξει "ιδιοκτησία" του προγράμματος, μένει να φανεί. Η πιο ρεαλιστική οδός φαίνεται να είναι μια "ανώμαλη" εφαρμογή, όπου οι εντάσεις θα φουντώνουν σποραδικά, χωρίς να φθάνουν σε σημείο βρασμού, καθώς οι μνήμες από τις οικονομικές συνέπειες του σχεδόν Grexit, είναι ακόμη νωπές.
Όπως επισημαίνει, ακόμη κι αν ο ΣΥΡΙΖΑ ή η ΝΔ σχηματίσουν έναν συνασπισμό που είναι, κατ’ αρχήν, υπέρ της εφαρμογής του προγράμματος, η νέα ελληνική κυβέρνηση μπορεί, στην πράξη, να μην επιδείξει μια ειλικρινή "ιδιοκτησία" του προγράμματος, που το μνημόνιο περιγράφει ως αναγκαία προϋπόθεση για την επιτυχία του (ο ίδιος ο Τσίπρας δήλωσε πως "δεν πιστεύει στο πρόγραμμα").
Πιο συγκεκριμένα, η Goldman Sachs, βλέπει δύο "ρήγματα" που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην επανεμφάνιση των εντάσεων:
Πρώτον, μια περαιτέρω επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης στην Ελλάδα θα μπορούσε να οδηγήσει σε νέα αντίσταση στο πρόγραμμα μεταξύ του ελληνικού εκλογικού σώματος, και συγκεκριμένα στα προτεινόμενα δημοσιονομικά μέτρα.
Δεύτερον, η νέα ελληνική κυβέρνηση είναι πιθανό να αναμένει μια σαφή ένδειξη από τους πιστωτές, για ελάφρυνση χρέους. Αλλά οι πιστωτές ίσως είναι απρόθυμοι να δώσουν ένα τέτοιο σήμα πολύ νωρίς, φοβούμενοι ότι θα υπονομεύσει την διάθεση της ελληνικής κυβέρνησης για μεταρρυθμίσεις.
Επιπλέον, μπορεί να υπάρξει διαφωνία μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των πιστωτών της σχετικά με τις προσπάθειες που θα αναληφθούν. Τέλος, η απροθυμία των πιστωτών να παρέχουν ελάφρυνση χρέους θα μπορούσε να ενταθεί εάν υπάρχουν δημοσιονομικά ελλείμματα σχετικά με το πρόγραμμα.
Η Goldman Sachs διακρίνει τρία "διδάγματα" από την ελληνική κρίση. Σε ό,τι αφορά το πρώτο, το ευρώ παραμένει δημοφιλές. Σε κανένα σημείο κατά τη διάρκεια των πρόσφατων δύσκολων διαπραγματεύσεων η ελληνική κυβέρνηση δεν τάχθηκε ανοιχτά υπέρ μιας εξόδου από τη νομισματική ένωση. ενώ μια τέτοια δέσμευση για την παραμονή στην ευρωζώνη ίσως να μην βρισκόταν αλλού σε παρόμοιες καταστάσεις, η ελληνική εμπειρία ωστόσο δείχνει ότι το εμπόδιο για ένα "διαζύγιο" μπορεί να είναι υψηλό μόλις γίνουν σαφείς οι κίνδυνοι που περιβάλλουν ένα τέτοιο αποτέλεσμα.
Το δεύτερο "δίδαγμα" έχει να κάνει με την βέλτιστη δημοσιονομική προσαρμογή και την πολιτική πραγματικότητα της νομισματικής ένωσης. Η σοβαρή δημοσιονομική σύσφιξη από το 2010 έχει συμβάλει σημαντικά στη συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας. Έτσι, μια πιο μετριοπαθής δημοσιονομική ενοποίηση θα είχε υποδηλώσει την ανάγκη για μεγαλύτερα προγράμματα και (τελικά) για υψηλότερες απομειώσεις για τους πιστωτές.
Λόγω της ανάγκης για κοινοβουλευτική –και τελικά λαϊκή- έγκριση, η ικανότητα να επιλεγεί ένα λιγότερο δύσκολο δημοσιονομικό μονοπάτι είναι περιορισμένη, τουλάχιστον για κάποιες χώρες. Αυτές οι πολιτικές πιέσεις θα συνεχίσουν να περιορίζουν τις κυβερνήσεις.
Το τρίτο "μάθημα" αφορά την περαιτέρω πολιτική ενοποίηση και τη σημασία της εμπιστοσύνης. Το επιχείρημα της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ ότι είχε μια δημοκρατική εντολή να επαναδιαπραγματευτεί τους όρους της διάσωσης της Ελλάδας, υπογραμμίζει τη δυναμική για ένα αναδρομικό λαϊκό βέτο στις συμφωνίες που επιτεύχθηκαν από τις προηγούμενες κυβερνήσεις.
Κατ’ επέκταση, η αξιοπιστία κάθε συμφωνίας μεταξύ ενός "ευάλωτου" κράτους και των πιστωτών του είναι περιορισμένη όσο η δημοκρατική νομιμότητα αφήνεται σε εθνικό επίπεδο, περιορίζοντας τη δυναμική για περαιτέρω σημαντική ενοποίηση σε ολόκληρη την ευρωζώνη, επισημαίνει η Goldman Sachs.
Εξάλλου, σε ξεχωριστή ανάλυσή της η Goldman Sachs επισημαίνει ότι το βασικό ρίσκο που μπορεί να προκύψει από τις εκλογές είναι ένα ασαφές αποτέλεσμα, αν και το τρίτο πρόγραμμα διάσωσης θα εγκριθεί.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, στην Ελλάδα, τα βασικά ρίσκα δεν αφορούν ούτε την επιθυμία του κόσμου να παραμείνει στο ευρώ ούτε την αποδοχή του τρίτου προγράμματος διάσωσης. Αντιθέτως, το βασικό ρίσκο αφορά την έγκαιρη εφαρμογή του προγράμματος διάσωσης που θα τεθεί σε κίνδυνο από έναν συνασπισμό μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ ή της ΝΔ με αρκετά άλλα μικρότερα κόμματα. Συνολικά, "το πολιτικό ρίσκο είναι πολύ χαμηλότερο τώρα από ό,τι ήταν μετά από τις εθνικές εκλογές του Ιανουαρίου".
Οι εκλογές είναι πιθανό να φέρουν και μια συντριπτική ομοφωνία των κομμάτων υπέρ του προγράμματος προσαρμογής (συμπεριλαμβανομένων των ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ). Αυτά τα κόμματα έχουν δηλώσει πως δεν θα προσπαθήσουν να αλλάξουν το πρόγραμμα. Επίσης, με βάση τις δημοσκοπήσεις, παρά τις διαθέσιμες επιπλέον 50 έδρες για το πρώτο κόμμα, μια αυτοδυναμία φαίνεται απίθανο να προκύψει.
"Συνεχίζουμε να πιστεύουμε –όπως και καθόλη τη διάρκεια της κρίσης του ευρώ- ότι η Ελλάδα θα παραμείνει στην ευρωζώνη. Δεν βλέπουμε πολιτικά ρίσκα στην Ελλάδα κυρίως από την άποψη του Grexit, αν και το ρίσκο αναμφίβολα ισχύει σε κάποιο βαθμό. Αντιθέτως, υπάρχουν κυρίως εκτελεστικά ρίσκα αναφορικά με το πρόγραμμα προσαρμογής της Ελλάδας", αναφέρει η Goldman Sachs.
Συνολικά, το πολιτικό ρίσκο που συνδέεται με την εφαρμογή, έχει μειωθεί σημαντικά σε σχέση με τις αρχές του έτους. Σε γενικές γραμμές, η Goldman Sachs συνεχίζει να πιστεύει ότι αυτά τα ρίσκα είναι υψηλότερα σε σχέση με αλλού, ακόμη κι αν συνδέονται μόνο έμμεσα με τις επικείμενες εθνικές εκλογές.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr