Αναλυτικότερα:
Σε σχέση με το υπό ψήφιση νομοσχέδιο που κατετέθη την προηγούμενη εβδομάδα στη Βουλή με τίτλο «Μέτρα στήριξης και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, οργανωτικά θέματα Υπουργείου Οικονομικών και άλλες διατάξεις» στο οποίο με έκπληξη διαπιστώσαμε ότι περιλαμβάνεται διάταξη του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Κεφάλαιο ΣΤ’, άρθρο 223, περ. ιδ.), βάσει της οποίας επεκτείνεται η υποχρέωση δήλωσης της περιουσιακής κατάστασης, στους πρόεδρους, στους αντιπροέδρους, τους διευθύνοντες σύμβουλους, τα εκτελεστικά μέλη Δ.Σ. και τους γενικούς διευθυντές των επιχειρήσεων παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, ο ΣΜΕΧΑ θα ήθελε περαιτέρω να επισημάνει τα εξής:
Στην αιτιολογική έκθεση του σχεδίου νόμου – το οποίο σημειώνεται ότι κατετέθη στη Βουλή χωρίς να προηγηθεί διαβούλευση με τους αρμόδιους φορείς - αναφέρεται «….η υποχρέωση δήλωσης επεκτείνεται σε νέες κατηγορίες προσώπων, τα καθήκοντα των οποίων αφορούν τη διαχείριση δημοσίου χρήματος. Καλύπτονται, έτσι, νομοθετικά κενά και επιτυγχάνεται η ενιαία ρύθμιση ομοίων περιπτώσεων.»
Ωστόσο, ως «Επιχείρηση Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών» (ΕΠΕΥ) νοείται, σύμφωνα με τον ν. 3606/2007 κάθε νομικό πρόσωπο του οποίου το σύνηθες επάγγελμα ή δραστηριότητα είναι η παροχή μίας ή περισσότερων επενδυτικών υπηρεσιών σε τρίτους ή η διενέργεια μίας ή περισσότερων επενδυτικών δραστηριοτήτων σε επαγγελματική βάση. Ως «Ανώνυμη Εταιρία Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών» (ΑΕΠΕΥ), νοείται η ΕΠΕΥ η οποία έχει λάβει άδεια λειτουργίας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3606/2007 (δηλ. η ΑΕΠΕΥ είναι η ελληνική ΕΠΕΥ).
Συνεπώς, δεδομένου ότι πρόκειται για εταιρίες που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες στους πελάτες τους, καθίσταται σαφές ότι οι ΕΠΕΥ ουδεμία σχέση έχουν με τη διαχείριση δημοσίου χρήματος, αλλά αντιθέτως κατέχουν και χρησιμοποιούν χρηματοπιστωτικά μέσα και κεφάλαια που ανήκουν σε ιδιώτες πελάτες. Δεν αντιλαμβανόμαστε, επομένως, πώς η επέκταση της υποχρέωσης δήλωσης περιουσιακής κατάστασης στις εταιρίες παροχής επενδυτικών υπηρεσιών συνάδει με το σκεπτικό της εισηγητικής έκθεσης και την ουσία καταπολέμησης της διαφθοράς, καθώς οι ΕΠΕΥ δεν διαχειρίζονται δημόσιο χρήμα.
Εξάλλου, ως προς τον έλεγχο των προσώπων που διευθύνουν ΑΕΠΕΥ ισχύουν ειδικές διατάξεις. Συγκεκριμένα, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να αρνηθεί να χορηγήσει άδεια λειτουργίας ή να αντιταχθεί σε κάθε μεταβολή της διοίκησης της ΑΕΠΕΥ αν διατηρεί επιφυλάξεις ως προς την αξιοπιστία των προσώπων που διευθύνουν την ΑΕΠΕΥ ή αν υπάρχουν αντικειμενικοί και εξακριβώσιμοι λόγοι που επιτρέπουν να θεωρηθεί ότι η διοίκηση της ΑΕΠΕΥ αποτελεί απειλή για την ορθή και συνετή διαχείρισή της (άρθρο 17, ν. 3606/2007). Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου ΕΠΕΥ και τα διευθυντικά στελέχη (Γενικοί Διευθυντές, Διευθύνοντες Σύμβουλοι και Διαχειριστές) υπόκεινται περαιτέρω στην υποχρέωση γνωστοποίησης των συναλλαγών που πραγματοποιούν επί αξιών εισηγμένων ή που εισάγονται προς διαπραγμάτευση σε χρηματιστηριακή αγορά που λειτουργεί στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που ορίζει το άρθρο 81 του ν. 2533/1997. Με βάση τα ανωτέρω, καθίσταται σαφές ότι υφίσταται ήδη ειδικό νομικό πλαίσιο για τον έλεγχο των προαναφερθέντων προσώπων.
Άλλωστε, ανατρέχοντας στην εισηγητική έκθεση του ν. 3213/2003, διαπιστώνουμε ότι «το νέο νομοθετικό πλαίσιο τέθηκε για τον έλεγχο της περιουσιακής κατάστασης των πολιτικών προσώπων, των κρατικών λειτουργών και όσων υπαλλήλων ο κύκλος των αρμοδιοτήτων τους σχετίζεται με τη διαχείριση δημόσιου χρήματος, των δικαστικών λειτουργών και των ιδιοκτητών μέσων μαζικής ενημέρωσης, με στόχο την ενίσχυση της διαφάνειας και την ενδυνάμωση της δημοκρατίας». Συνεπώς, στο πνεύμα του νομοθέτη ήταν ο έλεγχος με κριτήριο τη διαχείριση δημοσίου χρήματος και όχι με το κριτήριο του δημόσιου ενδιαφέροντος, καθώς επιχειρήσεις δημοσίου ενδιαφέροντος είναι π.χ. και οι βιομηχανίες τροφίμων, φαρμάκων κτλ.
Ως εκ τούτου θεωρούμε ότι δεν θα έπρεπε να απουσιάζουν από τον κατάλογο των υπόχρεων υποβολής της δήλωσης περιουσιακής κατάστασης τα μέλη Δ.Σ. ανεξαρτήτων αρχών, καθώς τα μέλη Δ.Σ. (πλην των εκτελεστικών) εταιριών όπως η ΔΕΗ, που διενεργούν προμήθειες αξίας πολλών εκατομμυρίων ευρώ (1 δις το Δ.Σ. της ΔΕΗ), τα οποία κατά την άποψη μας θα έπρεπε να ελέγχονται για λόγους διαφάνειας, προστασίας του δημοσίου συμφέροντος και πάταξης της διαφθοράς.
Ομοίως, δεν βλέπουμε να περιλαμβάνονται, ελληνικές και ξένες εταιρίες που συνάπτουν συμβάσεις με το ελληνικό δημόσιο είτε με απευθείας ανάθεση είτε χωρίς, οι Ανώνυμες Εταιρίες Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων (ΑΕΔΑΚ) οι οποίες διαχειρίζονται τα χρήματα των ασφαλιστικών ταμείων και του Δημοσίου καθώς και αντίστοιχα όλοι όσοι είναι υπεύθυνοι στην Τράπεζα της Ελλάδος για την διαχείριση των χρημάτων των ασφαλιστικών ταμείων (τα οποία υπενθυμίζεται ότι «κουρεύτηκαν στο πλαίσιο εφαρμογής του PSI). Επίσης δεν περιλαμβάνονται οι υπεύθυνοι χρηματιστηριακών εργασιών σε τράπεζες, δεδομένου ότι οι τράπεζες μπορούν να εκτελούν απευθείας χρηματιστηριακές συναλλαγές, που φαίνεται ότι αγνοούν οι συντάκτες του νομοσχεδίου.
Περαιτέρω σημειώνεται ως προς την σύνθεση της Επιτροπής Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης ότι αποτελείται κατά πλειοψηφία από πολιτικά πρόσωπα, ήτοι τον Αντιπρόεδρο της Βουλής, ως Πρόεδρο, με τον αναπληρωτή του, που ορίζεται με απόφαση του Προέδρου της Βουλής, τον Δ’ Αντιπρόεδρο της Βουλής, ως μέλος, με τον αναπληρωτή του, εκ των Ε’, ΣΤ’ και Ζ΄ Αντιπροέδρων, ο οποίος ορίζεται με απόφαση της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής, ή πρόσωπα διορισμένα από την κυβέρνηση όπως ο Υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, ως τακτικό μέλος, με τον αναπληρωτή του, που ορίζονται με απόφαση του Διοικητή, μετά από ερώτημα του Προέδρου της Βουλής. Θεωρούμε ότι για λόγους διαφάνειας η σχετική Επιτροπή θα έπρεπε να αποτελείται κατά κύριο λόγο από δικαστικούς λειτουργούς και όχι από πολιτικά πρόσωπα, σύμφωνα και με την εισήγηση της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής με Πρόεδρο τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, κ. Σακελλάκο. Η πλειοψηφία πολιτικών προσώπων στην αρμόδια Επιτροπή ελέγχου καταργεί την αρχή του διαχωρισμού του ελεγκτή από τον ελεγχόμενο.
Τέλος, από το νέο έτος αναμένεται να αντικατασταθούν τα τεκμήρια διαβίωσης από το ηλεκτρονικό περιουσιολόγιο, βάσει του σχεδιασμού της κυβέρνησης. Με βάση αυτό θα γίνεται, από την έναρξη εφαρμογής του, ο ηλεκτρονικός έλεγχος του «πόθεν έσχες» για την ακίνητη και κινητή περιουσία των φορολογουμένων.
Με βάση τα ανωτέρω, θεωρούμε ότι η εφαρμογή της ως άνω διάταξης δεν προσφέρει τίποτα στην προσπάθεια ενίσχυσης της διαφάνειας και ως εκ τούτου σας καλούμε όπως προβείτε στις απαραίτητες τροποποιήσεις κατά την συζήτηση νομοσχεδίου στη Βουλή.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr