Αδρά πληρώνουν - σε σχέση με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους- οι έλληνες καταναλωτές το φρέσκο γάλα, η τιμή του οποίου διαμορφώνεται από ένα πλήθος παραγόντων όπως για παράδειγμα το υψηλό κόστος παραγωγής σε συνδυασμό με το υψηλό κόστος των ζωοτροφών.
Επίσης υψηλό είναι το κόστος συλλογής και διακίνησης εξαιτίας των διασκορπισμένων γεωγραφικά μικρών κτηνοτροφικών μονάδων. Φυσικά, το δικό του σημαντικό ρόλο στο υψηλό κόστος παραγωγής έχει και το ενεργειακό κόστος.
Αξίζει βεβαίως να σημειωθεί ότι η τιμή πώλησης από τους παραγωγούς είναι σε πολύ χαμηλό επίπεδο σήμερα και φυσικά ζητούμενο παραμένει η χαοτική διαφορά που διαμορφώνεται από την τιμή πώλησης του παραγωγού έως την τιμή αγοράς από τον καταναλωτή κάτι που δημιουργεί σκέψει για πιθανή κερδοσκοπία των εμπλεκομένων στην παραγωγή (κτηνοτρόφοι, βιομηχανίες, λιανέμποροι).
Φυσικά δεν θα πρέπει να παραλείψουμε να αναφέρουμε ότι στην "αλμυρή" τιμή του γάλακτος συμβάλλουν και δύο αναμφισβήτητοι παράγοντες.
Πρώτον, ο ΦΠΑ που επιβάλλεται στο γάλα στην Ελλάδα κινείται σε πολύ υψηλότερα επίπεδα από τον ΦΠΑ των περισσότερων χωρών της Ευρωζώνης.
Δεύτερον, το μεταφορικό κόστος είναι εξαιρετικά υψηλό και η κυβερνητική πολιτική, η οποία συνδυάζει την υπερφορολόγηση των καυσίμων, τα υψηλά διόδια ακόμα και στα τμήματα των εθνικών οδών που δεν έχουν κατασκευαστεί και τα «καπέλα» δισεκατομμυρίων ευρώ υπέρ των παραχωρησιούχων, το ωθεί σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα.
Τι είναι φρέσκο γάλα
Φρέσκο γάλα ονομάζουμε μόνο το παστεριωμένο η επεξεργασία του είναι στους +71,7°C και έχει διάρκεια ζωής τρεις έως πέντε ημέρες (στο ψυγείο). Το "φρέσκο παστεριωμένο γάλα" (Φ.Π.Γ.) είναι το μόνο που τα ποιοτικά το χαρακτηριστικά είναι παραπλήσια του νωπού - ανεπεξέργαστου γάλακτος.
Όλα τα υπόλοιπα προϊόντα που κυκλοφορούν ως "γάλα" έχουν υποστεί θερμική επεξεργασία σε πολύ υψηλότερες θερμοκρασίες ("υψηλής παστερίωσης" +110οC έως +127οC και "μακράς διάρκειας" περί τους +135°C) με τις συνακόλουθες επιπτώσεις στα ποιοτικά χαρακτηριστικά του.
Ο τζίρος από την ετήσια κατανάλωση φρέσκου γάλακτος στην Ελλάδα φτάνει τα περίπου 600 εκατομμύρια ευρώ. Η τιμή του φρέσκου γάλακτος στη χώρα μας κυμαίνεται από 1,10 -1,57 ευρώ το λίτρο. Την ίδια στιγμή στην Ισπανία διατίθεται στον καταναλωτή προς 0,99 λεπτά το λίτρο, στην Ολλανδία 0,89 λεπτά, στην Γερμανία 0,83 λεπτά.
Η εισήγηση του ΟΟΣΑ
Προκειμένου να μειωθεί η τιμή στα ράφι, ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι καθοριστικός παράγοντας είναι η διάρκεια ζωής του παστεριωμένου γάλακτος όπως αυτή ορίζεται από την ελληνική νομοθεσία και εκτιμούν ότι αν αυτή άλλαζε θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση των τιμών.
Μάλιστα αυτό που επισημαίνεται στην έκθεση είναι ότι στην Ελλάδα το παστεριωμένο γάλα πωλείται έως και 34% ακριβότερα σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, υπογραμμίζοντας ότι ο περιορισμός που θέτει η ελληνική νομοθεσία για διάρκεια ζωής του - τις πέντε ημέρες - βάζει μια σειρά εμποδίων στον ανταγωνισμό με επίπτωση στις λιανικές τιμές των προϊόντων. Κατά τον ΟΟΣΑ, οι πέντε ημέρες ζωής στο παστεριωμένο γάλα:
- Εμποδίζουν τις εισαγωγές φθηνότερης πρώτης ύλης από άλλες χώρες στην Ελλάδα για παραγωγή φρέσκου γάλακτος.
- Αυξάνουν το κόστος των επιστροφών για τις ίδιες τις γαλακτοβιομηχανίες (το κόστος αυτό υπολογίζεται στο 5% της τελικής τιμής).
- Περιορίζουν την ανάπτυξη εσωτερικού ανταγωνισμού καθώς μικρές περιφερειακές εταιρείες δεν μπορούν να διαθέσουν τα προϊόντα τους σε όλη την επικράτεια.
- Εμποδίζουν ξένες γαλακτοβιομηχανίες να εισάγουν στην Ελλάδα προϊόντα τους στη συγκεκριμένη κατηγορία, δηλαδή το παστεριωμένο γάλα, ώστε να αυξηθεί ο ανταγωνισμός.
Θετικό το ΥΠΑΝ
Στις προτάσεις αυτές θετικά κινείται το υπουργείο Ανάπτυξης υποστηρίζοντας ότι προχωρώντας σε παρεμβάσεις αναφορικά με την ισχύουσα νομοθεσία θα υπάρξουν οφέλη τόσο για τους καταναλωτές όσο και για τους παραγωγούς καθώς θα μειωθεί η τιμή για τους καταναλωτές ενώ οι παραγωγοί θα έχουν τη δυνατότητα να προσεγγίσουν μεγαλύτερες αγορές σε όλη την Ελλάδα και να βγουν από τα στενά όρια των περιοχών που σήμερα δραστηριοποιούνται εξαιτίας της μικρής ζωής των προϊόντων τους.
Μάλιστα υποστηρίζει ότι η μέγιστη διάρκεια ζωής του φρέσκου γάλακτος μπορεί να καθορίζεται ανάλογα με τη μέθοδο παστερίωσης που εφαρμόζει κάθε παραγωγός, εφόσον αυτή τηρεί τις προδιαγραφές που προβλέπονται από την ΕΕ.
Ετσι θα μπορούν οι βιομηχανίες να διαθέτουν στην αγορά νέα προϊόντα 2, 3, 4, αλλά και 10 ημερών που θα μπορούν να προσφέρουν στους καταναλωτές είτε το πλεονέκτημα της φρεσκάδας τους είτε τη μεγαλύτερη διάρκειά τους διαμορφώνοντας ανάλογα και την τιμή, όπως γίνεται ήδη σε πολλές χώρες της ΕΕ.
Η άλλη άποψη
Στον αντίποδα το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, παραγωγοί κτηνοτρόφοι και μερίδα βιομηχανιών, συνεταιριστικών και μη. Ο βασικός λόγος της διαφωνίας τους είναι τι θα απογίνουν οι έλληνες κτηνοτρόφοι αφού δυνητικά η αλλαγή στη διάρκεια ζωής του γάλακτος θα ανοίξει τον δρόμο για εισαγωγές από άλλες χώρες με φθηνότερες τιμές παραγωγού και μάλιστα σε μια χρονική στιγμή κατά την οποία οι έλληνες κτηνοτρόφοι έχουν ήδη χάσει το πλεονέκτημα της αναγραφής της χώρας προέλευσης του γάλακτος στις συσκευασίες των προϊόντων.
Πρέπει ωστόσο να επισημανθεί ότι σήμερα η Ελλάδα καταγράφει μία από τις υψηλότερες τιμές παραγωγού στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Ελλάδα τον περασμένο Νοέμβριο είχε την πέμπτη υψηλότερη τιμή παραγωγού ανάμεσα στις 28 χώρες της ΕΕ, με την τιμή του γάλακτος να είναι στα 44,1 λεπτά όταν ο μέσος όρος της ΕΕ ήταν τα 35,5 λεπτά.
Ωστόσο αυτό δεν συμβαίνει επειδή οι έλληνες παραγωγοί κερδοσκοπούν, αλλά γιατί το κόστος παραγωγής για μια σειρά λόγους είναι σημαντικά υψηλότερο στη χώρα μας. Αντίθετα από άλλες χώρες, κυρίως στη Βόρεια Ευρώπη, η Ελλάδα είναι σε μεγάλο βαθμό ελλειμματική σε ζωοτροφές με αποτέλεσμα να κάνει εισαγωγές, γεγονός που εκτινάσσει το κόστος για τους αγελαδοτρόφους. Είναι ενδεικτικό ότι η αγορά των ζωοτροφών κοστίζει στον μέσο ευρωπαίο κτηνοτρόφο κατά 60% φθηνότερα απ' όσο στον Ελληνα. Παράλληλα λόγω των κλιματικών συνθηκών η αγελαδοτροφία στην Ελλάδα είναι σταβλισμένη, γεγονός που επίσης αυξάνει το κόστος.
Επιπλέον στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης λειτουργούν λίγες και μεγάλες κτηνοτροφικές μονάδες ή καλά οργανωμένοι συνεταιρισμοί παραγωγών, κάτι που σημαίνει ότι επιτυγχάνονται οικονομίες κλίμακας. Οι ελληνικές μονάδες είναι μικρές με τη μεγαλύτερη να μην ξεπερνά τα 200 ζώα ενώ παράλληλα είναι διάσπαρτες στην περιφέρεια μακριά από τα εργοστάσια παραγωγής, αυξάνοντας σημαντικά το μεταφορικό κόστος για τη συλλογή του γάλακτος.
Τι λένε οι κτηνοτρόφοι
Πριν από 4 – 5 χρόνια, η αγελαδοτροφία μετρούσε στη χώρα 120.000 ζώα. Ωστόσο, σήμερα, το ζωικό κεφάλαιο του κλάδου φθάνει τα 85.000 – 90.000 ζώα με την τάση μείωσης που καταγράφηκε αυτήν την πενταετία να συνεχίζει να διευρύνεται. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΛΟΓΑΚ, η φετινή παραγωγή γάλακτος τείνει να κλείσει κάτω από τους 630.000 τόνους ενώ η εθνική μας ποσόστωση (δηλαδή η δυνατότητα παραγωγής που μας δίνεται) είναι 842.000 τόνοι. Δηλαδή, μετά βίας παράγουμε τα ¾ της ποσόστωσης που έχουμε – με την οποία ούτως ή άλλως θα καλύπταμε περίπου μόνο τα 2/3 των αναγκών μας – της εγχώριας ζήτησης.
Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί, ότι σε προηγούμενα χρόνια το ανώτερο επίπεδο που είχε φθάσει η χώρα από πλευράς παραγωγής ήταν 790.000 τόνοι. Η συρρίκνωση της παραγωγής γάλακτος δεν σταματάει φυσικά εδώ, καθώς και αυτή ακολουθεί τη συρρίκνωση του ζωικού κεφαλαίου.
Πριν από λίγα χρόνια οι θέσεις εργασίας του κλάδου έφθασαν τις 150.000, ενώ σήμερα κυμαίνονται μεταξύ 100.000 – 120.000 ενώ είναι βέβαιο ότι με
πολιτικές ανάπτυξης μπορούμε να φθάσουμε τις 220.000 θέσεις εργασίας (κτηνοτρόφοι, επιστημονικό προσωπικό, ζωοτέχνες, έμποροι).
Κτηνοτρόφοι υποστηρίζουν "ότι εάν το υπουργείο Ανάπτυξης υλοποιήσει τις εισηγήσεις του ΟΟΣΑ και πέσει το κόστος γάλακτος κατά 10 λεπτά το λίτρο, κάθε μέση ελληνική οικογένεια θα επωφεληθεί 3 ευρώ το μήνα!
Αυτή οι κίνηση όμως εκτιμούν πως θα ανοίξει την πόρτα στις αθρόες εισαγωγές φρέσκου παστεριωμένου γάλακτος, από τη Ρουμανία, τη Γερμανία και την Ιταλία, το οποίο θα ανταγωνιστεί με άνισους όρους το ελληνικό γάλα.
Πως θα γίνει αυτό; Οι ξένες εταιρείες με την επέκταση της διάρκειας της ζωής του γάλακτος έχουν τον χρόνο να μεταφέρουν το προϊόν στην Ελλάδα και σε πιο χαμηλές τιμές προκειμένου να κερδίσουν μερίδιο της αγοράς. Αλλά και αν δεν μειώσουν τις τιμές, οι βιομηχανίες έχουν τη δυνατότητα να συσκευάζουν το γάλα στη χώρα παραγωγής και στη συνέχεια να το εξάγουν στην Ελλάδα, κάτι που σημαίνει ότι ο παραγωγός θα υποχρεωθεί να μειώσει την τιμή πώλησης προκειμένου να αντέξει τον ανταγωνισμό.
Και θέτουν τον προβληματισμό: "Έχει υπολογισθεί πόσο θα επιβαρυνθεί η ελληνική οικογένεια από τη διάλυση της ελληνικής αγελαδοτροφίας, δηλαδή από την αύξηση του ποσού για εισαγωγές κατά περίπου 1 δις, από την ανεργία περίπου 100.000 κτηνοτρόφων και απασχολούμενων στα συναφή επαγγέλματα (κτηνίατροι, φαρμακέμποροι και υπάλληλοί τους, εργάτες, ζωοτέχνες, παραγωγοί και έμποροι ζωοτροφών, μεταφορές κ.α.); Μήπως περισσότερο από 3 ευρώ; "
Ακολουθήστε το reporter.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr