Ακολουθήστε το reporter.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr
Στο ίδιο προσχέδιο αναγνωρίζεται η εθνική νομοθετική κυριαρχία και ανεξαρτησία των κοινωνικών εταίρων, και σημειώνεται οτι η παρούσα συνθήκη δεν τροποποιεί τους όρους οικονομικής πολιτικής υπο τους οποίους χρηματοδοτείται μια χώρα.
Οι διατάξεις του προσχεδίου αναμένεται να οριστικοποιηθούν και να εξειδικευτούν στην κρίσιμη Σύνοδο Κορυφής που θα ακολουθήσει στα τέλη Ιανουαρίου και πιο συγκεκριμένα στις 29 όπως ανακοίνωσε σήμερα η πρωθυπουργός της προεδρεύουσας χώρας Δανίας.
Αναλυτικά οι διατάξεις που περιλαμβάνονται στο προσχέδιο:
Άρθρο 1
1. Με την παρούσα συνθήκη, τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν, ως κράτη- μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην ενίσχυση του οικονομικού πυλώνα της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης με την υιοθέτηση ενός συνόλου κανόνων που αποσκοπούν στην ενίσχυση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, μέσω μιας συμπαγούς δημοσιονομικής πολιτικής ώστε να ενισχυθεί ο συντονισμός των οικονομικών πολιτικών, να βελτιωθεί η διακυβέρνηση της ευρωζώνης και να στηριχθεί η επίτευξη των στόχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ανάπτυξη και την απασχόληση.
2. Οι διατάξεις της παρούσας Συνθήκης θα πρέπει να εφαρμοστούν πλήρως από τα συμβαλλόμενα μέρη των οποίων το νόμισμα είναι το ευρώ. Ισχύουν επίσης για τα άλλα συμβαλλόμενα μέρη, στο βαθμό και υπό τους όρους που καθορίζονται στο άρθρο 14.
Άρθρο 2
1. Η παρούσα συνθήκη θα εφαρμόζονται από τα συμβαλλόμενα μέρη σύμφωνα με τις συνθήκες στις οποίες βασίζεται η ΕΕ, και ιδίως το άρθρο 4 (3) της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
2. Οι διατάξεις της παρούσας Συνθήκης εφαρμόζονται στο μέτρο που αυτές είναι συμβατές με τις Συνθήκες στις οποίες βασίζεται η Ένωση και με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεν πρέπει να θίγουν τις αρμοδιότητες της Ένωσης να αναλαμβάνει δράση στον τομέα της οικονομικής ένωσης.
Άρθρο 3
1. Τα συμβαλλόμενα μέρη εφαρμόζουν τους ακόλουθους κανόνες και με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που απορρέουν από το δίκαιο της Ένωσης:
α) Η δημοσιονομική θέση πρέπει να είναι ισοσκελισμένοι προυπολογισμοί ή με πλεόνασμα.
β) Το έλλειμμα δεν πρέπει να υπερβαίνει το 0,5% του ΑΕΠ. Τα συμβαλλόμενα μέρη εξασφαλίζουν τη σύγκλιση προς τον αντίστοιχο μεσοπρόθεσμο στόχο τους.
γ) Τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν προσωρινά να αποκλίνουν από τον μεσοπρόθεσμο στόχο τους κατ΄εξαίρεση, σε περιόδους σοβαρής οικονομικής ύφεσης, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό δεν θέτει σε κίνδυνο τη δημοσιονομική βιωσιμότητα μεσοπρόθεσμα.
Δ Το ανώτατο όριο του ελλείμματος μπορεί να είναι το 1,0% του ΑΕΠ.
2. Οι κανόνες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 θα πρέπει να ενταχθούν στους νόμους των κρατών-μελών εντός ενός έτους από την έναρξη ισχύος της παρούσας συνθήκης Τα συμβαλλόμενα μέρη, βάσει των αρχών που έχουν συμφωνηθεί μετά από πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θα υπόκεινται στον έλεγχο ενός διορθωτικού μηχανισμού που θα ενεργοποιείται αυτόματα σε περίπτωση σημαντικών αποκλίσεων από το μεσοπρόθεσμο στόχο ή την πορεία προσαρμογής προς αυτό, όπως καθορίζεται στο αναθεωρημένο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Ο μηχανισμός πρέπει να περιλαμβάνει την υποχρέωση των συμβαλλομένων μερών να εφαρμόσουν μέτρα για να διορθώσει τις αποκλίσεις κατά τη διάρκεια μιας καθορισμένης χρονικής περιόδου. Σέβεται πλήρως τις αρμοδιότητες των εθνικών κοινοβουλίων.
Άρθρο 4
Όταν το δημόσιου χρέος υπερβαίνει την τιμή αναφοράς 60% που αναφέρεται στο άρθρο 1 του πρωτοκόλλου (αριθ. 12), τα συμβαλλόμενα μέρη να μειώσουν το χρέος, κατά μέσο όρο, κατά 1/20 ανά έτος
Άρθρο 5
1. Τα συμβαλλόμενα μέρη που υπόκεινται σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος δυνάμει Συνθηκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα θέσει σε εφαρμογή ένα δημοσιονομικό και οικονομικό πρόγραμμα συνεργασίας περιλαμβάνει λεπτομερή περιγραφή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που πρέπει να τεθεί σε εφαρμογή και χρησιμοποιούνται για να εξασφαλιστεί μια αποτελεσματική και διαρκή διόρθωση του υπερβολικών ελλειμμάτων τους.
2. Η εφαρμογή του προγράμματος, θα πρέπει να παρακολουθείται από την Επιτροπή και το Συμβούλιο.
Άρθρο 6
Με στόχο τον καλύτερο συντονισμό του σχεδιασμού των εκδόσεων των ομολόγων, συμβαλλόμενα μέρη υποβάλλουν έκθεση εκ των προτέρων για τη δημόσια ασφάλιση του χρέους τους στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Συμβούλιο.
Άρθρο 7
Τηρώντας πλήρως τις διαδικαστικές απαιτήσεις της Συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν ως νόμισμα το ευρώ δεσμεύονται να υποστηρίξουν τις προτάσεις ή συστάσεις που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όταν ένα κράτος μέλος με νόμισμα το ευρώ κρίνεται από τον Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι παραβιάζει τα κριτήρια του ελλείμματος.
Άρθρο 8
Κάθε συμβαλλόμενο μέρος το οποίο θεωρεί ότι ένα άλλο συμβαλλόμενο μέρος παρέλειψε να συμμορφωθεί με το άρθρο 3 (2) μπορεί να φέρει το θέμα ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή να καλούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εκδώσει έκθεση επί του θέματος. Στην τελευταία περίπτωση, αν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αφού δώσει στο ενδιαφερόμενο συμβαλλόμενο μέρος την ευκαιρία να υποβάλει τις παρατηρήσεις του, επιβεβαιώνει τη μη συμμόρφωση στην έκθεσή της, το θέμα θα τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων από τα συμβαλλόμενα μέρη.
Άρθρο 9
Αξιοποιώντας το συντονισμό της οικονομικής πολιτικής, όπως ορίζεται στη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα συμβαλλόμενα μέρη δεσμεύονται να εργαστούν από κοινού για μια κοινή οικονομική πολιτική την προώθηση της ομαλής λειτουργίας της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης και την οικονομική ανάπτυξη μέσω της ενίσχυση της σύγκλισης και της ανταγωνιστικότητας. Για το σκοπό αυτό, τα συμβαλλόμενα μέρη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα και μέτρα σε όλους τους τομείς που είναι ουσιαστικής σημασίας για την καλή λειτουργία της ζώνης του ευρώ.
Άρθρο 14
2. Η παρούσα Συνθήκη αρχίζει να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2013, υπό την προϋπόθεση ότι τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν ως νόμισμα το ευρώ έχουν καταθέσει τα έγγραφα επικύρωσης
3. Η παρούσα συνθήκη ισχύει από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ μεταξύ των συμβαλλομένων μερών που έχουν ως νόμισμα το ευρώ και που την έχουν επικυρώσει.
Η παρούσα συνθήκη είναι ανοικτή για προσχώρηση από τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκτός από τα συμβαλλόμενα μέρη κατόπιν αιτήσεως.