Αναλυτικά, στην επιστολή ο πρόεδρος του ΔΣ του ΣΕΤΕ, κ. Νίκος Αγγελόπουλος, αναφέρει πως ''στη δύσκολη οικονομική κατάσταση που βρίσκεται η χώρα μας, είναι κατανοητές οι προσπάθειες που γίνονται από την Κυβέρνηση για περιορισμό των δαπανών, προσπάθειες για τις οποίες έχετε την αμέριστη συμπαράσταση της μεγάλης οικογένειας του τουρισμού. Παράλληλα, όπως έχετε και εσείς ανακοινώσει, πρέπει σύντομα να ακολουθήσουν μέτρα ενίσχυσης της οικονομίας με στόχο την σοβαρή βελτίωση των εσόδων.
Στη βάση αυτής της κεντρικής στρατηγικής, οι εξωστρεφείς τομείς της οικονομίας και ιδιαίτερα ο Τουρισμός, καλούνται να παίξουν ρόλο ατμομηχανής. Ο Τουρισμός, με τα ιδιαίτερα σημαντικά του χαρακτηριστικά: μεγάλη συμμετοχή στο ΑΕΠ και στην απασχόληση, διάχυση των εσόδων του σε όλη την Επικράτεια και σοβαρή συνέργεια με τους άλλους τομείς της οικονομίας, είναι αυτός που μπορεί να φέρει σημαντικά αποτελέσματα σε σύντομο χρόνο. Για να γίνει όμως αυτό, πρέπει να φροντίσουμε να τον κρατήσουμε σε ανταγωνιστικό επίπεδο τιμών μέσα σε περιβάλλον έντονου ανταγωνισμού από χώρες χαμηλού κόστους (Τουρκία, Αίγυπτος, Κροατία, Βουλγαρία, κλπ.).
Δυστυχώς σήμερα, αντί να φροντίζουμε για την επίτευξη του πιο πάνω στόχου, αντιμετωπίζουμε το θέμα της αύξησης των συντελεστών του ΦΠΑ. Η κίνηση αυτή προφανώς εντάσσεται στο πλαίσιο της προσπάθειας για αύξηση και μάλιστα σχετικά γρήγορα, των φορολογικών εσόδων του Κράτους, παράλληλα με την προσπάθεια να πειστεί η Ευρωπαϊκή Ένωση για την αποφασιστικότητα της ελληνικής Κυβέρνησης να μειώσει το χρέος. Όμως, είναι εύκολα αντιληπτό ότι το χρέος δε θα μειωθεί μόνο από την αύξηση των φόρων και ειδικά του ΦΠΑ σε ένα ολοένα και συρρικνούμενο ΑΕΠ. Εξίσου εύκολα αντιληπτό είναι ότι η προσπάθεια μείωσης του χρέους πρέπει να υποστηριχθεί ταυτόχρονα και από αναπτυξιακές δράσεις και μάλιστα κατά προτεραιότητα από δράσεις που θα αποφέρουν σύντομα έσοδα στο Κράτος από το εξωτερικό, με άλλα λόγια, τουρισμός.
Τα εμπειρικά δεδομένα από τη διαχρονική παρακολούθηση της σχέσης τιμής και ζήτησης των τουριστικών προϊόντων δείχνουν καθαρά ότι για κάθε μονάδα μεταβολής της τιμής του τουριστικού προϊόντος, έχουμε 2,5 έως 3 μονάδες αντίθετη μεταβολή της ζήτησης.
Κατά συνέπεια, η ενδεχόμενη κατά 1 ή 2 μονάδες αύξηση των συντελεστών ΦΠΑ για τις τουριστικές υπηρεσίες ουσιαστικά θα μειώσει τα φορολογικά έσοδα ως αποτέλεσμα της πολλαπλάσιας μείωσης της ζήτησης. Αν δε, ληφθεί υπόψη ότι τα έσοδα από τον ΦΠΑ των τουριστικών υπηρεσιών αρχίζουν και εισρέουν στα κρατικά ταμεία από τα μέσα του καλοκαιριού και μετά, τότε δεν επιτυγχάνεται ούτε ο στόχος της άμεσης (και σίγουρα προσωρινής) βελτίωσης των φορολογικών εσόδων.
Αφού θυμίσουμε ότι στη χώρα μας το επίπεδο ΦΠΑ για τις υπηρεσίες τουρισμού είναι το υψηλότερο μεταξύ όλων των ανταγωνιστριών χωρών (Ισπανία 7%, Πορτογαλία 5%, Κύπρος 5%, Μάλτα 5%, Γαλλία 5,5%), σημειώνουμε ότι η μείωση του ΦΠΑ στις τουριστικές υπηρεσίες μπορεί να χρησιμοποιηθεί όχι μόνο ως εργαλείο πραγματικής μεσο-μακροπρόθεσμης βελτίωσης των φορολογικών εσόδων, αλλά και ως επιχείρημα αναπτυξιακού προσανατολισμού της οικονομίας μας σε έναν από τους λίγους τομείς που μπορούμε να είμαστε διεθνώς ανταγωνιστικοί.''
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr