Αυτό θέτει προβλήματα στους αποταμιευτές. Τον περασμένο χρόνο είχαν τη δυνατότητα να καταθέσουν τα χρήματά τους πετυχαίνοντας αποδόσεις πολύ υψηλότερες από αυτές των βραχυπρόθεσμων κρατικών ομολόγων, με το πρόσθετο πλεονέκτημα ότι οι περισσότερες κυβερνήσεις παρείχαν εγγύηση έως και 100.000 ευρώ. Τώρα παραμένει η εγγύηση αλλά όχι και τα επιτόκια. Συνεπώς οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι σε ένα περιβάλλον χωρίς πληθωρισμό, τα επιτόκια μηδενικού κινδύνου θα πρέπει επίσης να είναι χαμηλά. Τα καταθετικά επιτόκια του περασμένου έτους αποτελούσαν απλά ένα δώρο, προϊόν της κρίσης, μία σπάνια εκδήλωση γενναιοδωρίας. Πολλοί αποταμιευτές θα βρεθούν αντιμέτωποι με τη νέα αυτή πραγματικότητα μέσα στο δεύτερο εξάμηνο του έτους, όταν θα πρέπει να ανανεωθούν οι καταθέσεις διάρκειας ενός έτους. Μέρος των επενδυτών αυτών θα ανανεώσουν τις καταθέσεις τους με χαμηλότερα επιτόκια.
Αλλωστε, μία χαμηλή απόδοση είναι αποδεκτή από τη στιγμή που ο πληθωρισμός είναι σχεδόν μηδενικός. Ένα άλλο μέρος των επενδυτών θα στραφεί προς καλύτερες ευκαιρίες. Τα καλά νέα είναι πως οι μετοχές και τα εταιρικά ομόλογα εξακολουθούν να προσφέρουν ελκυστικές αποτιμήσεις, ενώ τα άσχημα νέα ότι υπάρχει λόγος που είναι ελκυστικές. Οι αγορές κεφαλαίου και οι επενδυτές προεξοφλούν το γεγονός ότι η αβεβαιότητα για την προοπτική της παγκόσμιας οικονομίας είναι ασυνήθιστα υψηλή. Οι αισιόδοξοι αναμένουν μία καλή ανάκαμψη μέσα στο 2010 και ιδιαίτερα το 2011, καθοδηγούμενη από το φθηνό χρήμα και τις αναδυόμενες αγορές. Aστόσο, η πιθανότητα μία αργής, παρατεταμένης εξυγίανσης της οικονομίας με χαμηλό ή καθόλου πληθωρισμό, είναι εξίσου μεγάλη. Με βάση το δεύτερο σενάριο, η μεγέθυνση των εταιρικών εσόδων πιθανώς θα μείνει στάσιμη και η δυνατότητα για αύξηση των τιμών των προϊόντων περιορισμένη, αφήνοντας έτσι πολύ μικρά περιθώρια για αύξηση των κερδών. Από τη στιγμή που και οι δύο εκδοχές είναι πιθανές, θα ήταν συνετό κανείς να μην τοποθετήσει όλες τις επενδύσεις του μόνο σ' ένα από τα δύο σενάρια
Γι' αυτούς που θέλουν να αυξήσουν τα έσοδά τους, μεταφέροντας τα χρήματά τους από τους αποταμιευτικούς λογαριασμούς σε επενδύσεις υψηλής απόδοσης, οι αποδόσεις των εταιρικών ομολόγων και των μετοχών εταιριών υψηλής ποιότητας, εξακολουθούν να φαντάζουν ελκυστικές. Παραδόξως, σε κάποιους ευρωπαϊκούς κλάδους, όπως του πετρελαίου, των εταιριών κοινής ωφελείας, των τηλεπικοινωνιών και της υγείας, οι μερισματικές αποδόσεις κυμαίνονται από 5% έως 7%, δηλαδή στα ίδια επίπεδα με ομόλογα των ίδιων εταιριών. Αυτό αποτελεί μία ιστορική παρέκκλιση, καθώς οι μερισματικές αποδόσεις τείνουν συνήθως να κυμαίνονται σε χαμηλότερα επίπεδα από αυτά των αντίστοιχων ομολόγων. ’λλωστε, υποτίθεται ότι τα μερίσματα αυξάνονται, ενώ το κουπόνι του ομολόγου μένει αμετάβλητο.
Γιατί λοιπόν οι μερισματικές αποδόσεις είναι τόσο υψηλές; Πιστεύουν οι επενδυτές πως οι εταιρίες δεν θα είναι σε θέση να διατηρήσουν αυτά τα επίπεδα μερισμάτων στο μέλλον; Πιστεύουμε ότι θα είναι σε θέση να διατηρήσουν τα επίπεδα αυτά, δεδομένου ότι πρόκειται για εταιρίες με αξιόλογους ισολογισμούς που δραστηριοποιούνται σε μη κυκλικούς τομείς. Μία πιο λογική εξήγηση θα ήταν ότι οι επενδυτές δεν θεωρούν εφικτό για τις συγκεκριμένες εταιρίες να αυξήσουν τα μερίσματά τους μέσα στα επόμενα χρόνια, καθώς υπάρχει το ενδεχόμενο να αντιμετωπίσουν μία αποδυναμωμένη οικονομία.
Έτσι λοιπόν, για αυτούς που αναζητούν ένα ικανοποιητικό εισόδημα, τα εταιρικά ομόλογα υψηλής ποιότητας και οι μετοχές υψηλών μερισματικών αποδόσεων προσφέρουν μία ελκυστική εναλλακτική σε σχέση με τους αποταμιευτικούς λογαριασμούς χαμηλών επιτοκίων. Θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι μετά το πρόσφατο ράλι των τιμών, τα εταιρικά ομόλογα και οι μετοχές δεν αποτιμώνται πλέον λανθασμένα και ότι οι υψηλές αποδόσεις αντανακλούν τις προσδοκίες των επενδυτών για ένα δύσκολο οικονομικό περιβάλλον με πολλές διακυμάνσεις για τις τοποθετήσεις υψηλού κινδύνου.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr