Ειδικότερα η ΕΕ εξετάζει τη συμβατότητα των κρατικών ενισχύσεων που χορηγούνται στον ναυτιλιακό τομέα με τους σχετικούς κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και διαπιστώνει όπως αναφέρει ότι ορισμένες από τις ισχύουσες στην Ελλάδα διατάξεις μπορεί να τους παραβιάζουν.
Σε ανακοίνωση της η ΕΕ αναφέρει ότι η Επιτροπή διαπίστωσε, ειδικότερα, ότι οι ισχύουσες διατάξεις μπορεί να παραβιάζουν τους κανόνες της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις, καθώς παρέχουν τη δυνατότητα σε μετόχους ναυτιλιακών εταιρειών να επωφελούνται από ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση η οποία θα έπρεπε να παρέχεται αποκλειστικά σε επιχειρήσεις θαλάσσιων μεταφορών. Επίσης, η Επιτροπή εκφράζει την ανησυχία ότι η ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση επεκτείνεται και σε ενδιάμεσους φορείς του ναυτιλιακού τομέα και εταιρείες εκμετάλλευσης πλοίων που δεν παρέχουν υπηρεσίες θαλάσσιων μεταφορών.
Η Επιτροπή αναγνωρίζει τη σημασία της διατήρησης ενός ανταγωνιστικού τομέα θαλάσσιων μεταφορών στην ΕΕ. Η νομοθεσία της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις θεσπίζει κοινούς κανόνες για τον τρόπο με τον οποίο τα κράτη μέλη μπορούν να στηρίζουν τις επιχειρήσεις θαλάσσιων μεταφορών χωρίς να προκαλούν αδικαιολόγητη στρέβλωση του ανταγωνισμού στην ενιαία αγορά. Ειδικότερα, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις θαλάσσιες μεταφορές, τα κράτη μέλη μπορούν να φορολογούν τις ναυτιλιακές εταιρείες βάσει της χωρητικότητας του στόλου που διαθέτουν (δηλαδή με βάση το μέγεθος του στόλου τους) και όχι βάσει των πραγματικών κερδών τους.
Τα μέτρα αυτά θεσπίστηκαν για να ενθαρρύνουν τους πλοιοκτήτες της ΕΕ να νηολογούν τα πλοία τους και να αναπτύσσουν δραστηριότητες διαχείρισης πλοίων εντός της ΕΕ. Ωστόσο, για να αποτραπούν οι αγώνες δρόμου για επιδοτήσεις μεταξύ των κρατών μελών και να περιοριστούν οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού που προκαλούν οι κρατικές ενισχύσεις, οι διατάξεις αυτές πρέπει να εφαρμόζονται με συνέπεια σε ολόκληρη την ΕΕ και να συμμορφώνονται με τους όρους που καθορίζονται στις κατευθυντήριες γραμμές για τις θαλάσσιες μεταφορές.
Η Επιτροπή εκφράζει την ανησυχία της ότι το ελληνικό σύστημα του φόρου χωρητικότητας δεν είναι κατάλληλα στοχευμένο και ότι ευνοεί τους μετόχους ναυτιλιακών εταιρειών καθώς και επιχειρήσεις άλλες από τις επιχειρήσεις θαλάσσιων μεταφορών, πέραν των ορίων που επιτρέπονται βάσει των κατευθυντήριων γραμμών για τις θαλάσσιες μεταφορές. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή ζήτησε από την Ελλάδα να επανεξετάσει ποια πλοία είναι επιλέξιμα για υπαγωγή στο σύστημα που εφαρμόζει και να εξαιρέσει από το προτιμησιακό καθεστώς τα αλιευτικά σκάφη, τα ρυμουλκά, καθώς και τα σκάφη αναψυχής (γιοτ) χωρίς πλήρωμα που ενοικιάζονται σε τουρίστες. Οι εταιρείες εκμετάλλευσης αυτών των πλοίων θα υπόκεινται στο μέλλον στον γενικό φόρο εισοδήματος.
Από την προτιμησιακή φορολογική μεταχείριση θα πρέπει επίσης να εξαιρεθούν οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές, οι ναυτιλιακοί πράκτορες και άλλοι ενδιάμεσοι φορείς του ναυτιλιακού τομέα, καθώς και οι μέτοχοι ναυτιλιακών εταιρειών - από τους οποίους κανένας δεν εκτελεί πραγματικές θαλάσσιες μεταφορές.
Τα αιτήματα της Επιτροπής δεν αφορούν τις κύριες δραστηριότητες της ελληνικής ναυτιλιακής οικονομίας, κυρίως την εκμετάλλευση φορτηγών πλοίων και δεξαμενόπλοιων. Οι δραστηριότητες αυτές θα εξακολουθήσουν να υπόκεινται σε φορολόγηση βάσει της χωρητικότητας αντί για φορολόγηση βάσει των κερδών, υπό την προϋπόθεση ότι οι εταιρείες εκμετάλλευσης αυτών των πλοίων θα διατηρούν αμετάβλητο το μερίδιο του στόλου τους υπό σημαίες ΕΕ/ΕΟΧ.
Η Ελλάδα πρέπει να ενημερώσει την Επιτροπή εντός προθεσμίας δύο μηνών για το αν συμφωνεί με τα προτεινόμενα μέτρα. Στην περίπτωση αυτή, οφείλει να τροποποιήσει τους σχετικούς εθνικούς κανόνες, ώστε να αρχίσουν να ισχύουν από την 1η Ιανουαρίου 2019 το αργότερο. Η προθεσμία αυτή ευθυγραμμίζεται απολύτως με το μνημόνιο συνεννόησης που υπογράφηκε με την Ελλάδα τον Αύγουστο του 2015, το οποίο προβλέπει ότι οι ειδικές συνεισφορές των ναυτιλιακών εταιρειών και των μετόχων τους για την αντιμετώπιση της κρίσης θα διατηρηθούν μέχρι το τέλος του 2018.
Διαδικασία υφιστάμενης ενίσχυσης
Το ελληνικό καθεστώς ισχύει από το 1975, δηλαδή πριν από την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Συνεπώς, θεωρείται ως «υφιστάμενη ενίσχυση» και υπόκειται σε ειδική διαδικασία συνεργασίας. Η σημερινή απόφαση αποτελεί το δεύτερο στάδιο αυτής της διαδικασίας. Το 2012, η Επιτροπή ξεκίνησε τη διαδικασία υφιστάμενης ενίσχυσης εκφράζοντας, σε υπηρεσιακή επιστολή, τις προκαταρκτικές ανησυχίες της σχετικά με τη συμβατότητα της ελληνικής νομοθεσίας με τους κανόνες της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις. Ακολούθησε ανταλλαγή αλληλογραφίας με τις ελληνικές αρχές.
Η Ελλάδα και η Επιτροπή προτίθενται τώρα να εξετάσουν από κοινού πώς να αναπροσαρμόσουν το ελληνικό καθεστώς φόρου χωρητικότητας ώστε να εξαλειφθούν τυχόν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού εντός της ενιαίας αγοράς. Η Ελλάδα έχει τώρα προθεσμία δύο μηνών για να ενημερώσει την Επιτροπή σχετικά με το αν συμφωνεί με τα προτεινόμενα μέτρα. Αν η Ελλάδα δεχθεί τα προτεινόμενα μέτρα, η Επιτροπή θα το επιβεβαιώσει σε χωριστή απόφαση περί κρατικών ενισχύσεων. Αν δεν υπάρξει συμφωνία, η Επιτροπή μπορεί να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας για κρατικές ενισχύσεις.
Ιστορικό
Η παρούσα απόφαση αφορά τον ελληνικό νόμο αριθ. 27/1975 περί φορολογίας πλοίων, επιβολής εισφοράς προς ανάπτυξη της εμπορικής ναυτιλίας, εγκαταστάσεως αλλοδαπών ναυτιλιακών επιχειρήσεων και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων.
Τον Αύγουστο του 2012, η Επιτροπή κίνησε τη διαδικασία υφιστάμενης ενίσχυσης σχετικά με τον προαναφερόμενο ελληνικό νόμο, στο πλαίσιο της ευρύτερης προσπάθειάς της να διασφαλίσει τη συμμόρφωση με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις στον ναυτιλιακό τομέα.
Η Επιτροπή διερευνά επί του παρόντος τέτοιου είδους μέτρα σε ολόκληρη την ΕΕ προκειμένου να διασφαλίσει ισότιμους όρους ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά. Αν επιβεβαιωθεί η ύπαρξη συναφών μέτρων σε άλλα κράτη μέλη, η Επιτροπή θα επιδιώξει να προβεί στις κατάλληλες ενέργειες προκειμένου να διασφαλίσει ότι θα τροποποιηθεί επίσης η νομοθεσία αυτών των κρατών.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr