«Το 2014 θα είναι η χρονιά της ολικής επαναφοράς της χώρας από πλευράς τουριστικής ζήτησης στην Γερμανική αγορά. Εκτιμούμε ότι οι αφίξεις από Γερμανία θα κυμανθούν μεταξύ 2,5 και 2,7 εκατ. έναντι 2,3 εκατ. το 2013. Πέραν της εντυπωσιακής αύξησης της ζήτησης, παρατηρούμε την σαφή μεταστροφή στην αντιμετώπιση της Ελλάδας από τους Γερμανούς επισκέπτες, ως ενός τουριστικού προορισμού υψηλότερων προδιαγραφών και με καλύτερη σχέση ποιότητας - τιμής από ότι στο παρελθόν» τόνισε σε δήλωση του στο περιθώριο της ΙΤΒ ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ, Ανδρέας Ανδρεάδης.
Η ΤUI επενδύει στη χώρα
Εκτιμήσεις του ΣΕΤΕ κάνουν λόγο για αντίστοιχη ποσοστιαία αύξηση από Γαλλία, Βρετανία, Σκανδιναβία, Αυστρία και Ιταλία, που αποτελούν τις μεγάλες αγορές μαζί με τη Ρωσία και την Τουρκία για την Ελλάδα. Ως επιβεβαίωση της τάσης αυτής ερμηνεύεται και το ενδιαφέρον της TUI για την ελληνική αγορά, που επιβεβαίωσε το κορυφαίο στέλεχος της εταιρείας που συναντήθηκε με την υπουργό Τουρισμού κυρία Όλγα Κεφαλογιάννη στο Βερολίνο όπου βρίσκεται στο πλαίσιο της τουριστικής έκθεσης ΙΤΒ. Επισημαίνεται ότι η TUI Deutschland, κατέχει ως εταιρεία του κλάδου κορυφαία θέση στην γερμανική τουριστική αγορά, ενώ έχει και άλλες συναφείς δραστηριότητες θυγατρικών εταιρειών της που είναι η Hapag-Lloyd (κρουαζιέρες) & TUI Cruises, με παρουσία ισχυρή και σε άλλες χώρες της Βόρειας Ευρώπης.
Μάλιστα, ο κύριος Friedrich Joussen CEO της TUI μετέφερε στην υπουργό την θετική προοπτική της εταιρείας του για περαιτέρω επενδύσεις στην ελληνική αγορά. Η προοπτική αυτή που αποτελεί δείγμα εμπιστοσύνης της TUI στην ελληνική τουριστική αγορά είναι ένα ακόμη θετικό μήνυμα για την πορεία του τουρισμού της χώρας το 2014.
Όπως ανάφερε ο εκπρόσωπος της TUI, τα πρώτα στοιχεία του 2014 είναι αισιόδοξα για την ελληνική αγορά και δείχνουν το ενδιαφέρον που εμφανίζει για τους Γερμανούς ως τουριστικός προορισμός. Στην συνάντηση επιβεβαιώθηκε και το αμοιβαίο ενδιαφέρον για στενή συνεργασία και την ανάληψη πρωτοβουλιών που θα συμβάλλουν στην ενίσχυση της τουριστικής κίνησης και θα εμπλουτίσουν το ελληνικό τουριστικό προϊόν ώστε να είναι ακόμη ελκυστικότερο στους ενδιαφερόμενους να επισκεφθούν την Ελλάδα.
Πονοκέφαλος η υποτίμηση του ρουβλίου και οι κυρώσεις σε σχέση με τις βίζες
Είναι εμφανές ότι η ανάκαμψη στις χώρες της «παλαιάς» Ευρώπης της δημοφιλίας των Ελληνικών προορισμών είναι δυνατόν να καλύψουν τις τυχόν απώλειες από τις αναδυόμενες αγορές, είτε λόγω της Ουκρανικής κρίσης.
Περισσότερο, πάντως, κι από την έκρυθμη κατάσταση στην Ουκρανία, προβληματίζει το ιστορικό χαμηλό του ρουβλίου, έναντι του Ευρώ, που καθιστά προς το παρόν την Ευρωζώνη πιο ακριβή για τον μέσο Ρώσο, προκειμένου ο τελευταίος να την επισκεφτεί για τις διακοπές του. Εξίσου σημαντικό, ακόμη και σε σχέση με τη συναλλαγματική ισοτιμία, είναι οι επαπειλούμενες κυρώσεις στο πεδίο της χορήγησης βίζας, που υποχρεωτικά εκδίδουν οι Ρώσοι πολίτες, έτσι ώστε μεταξύ άλλων να έρθουν και για τουρισμό στην Ε.Ε..
Να σημειωθεί ότι στη Ρωσία, 3 Ελληνικά Προξενεία και 18 κέντρα εξυπηρέτησης (visa centers) εξέδωσαν πέρσι το 70% του συνόλου των Ελληνικών θεωρήσεων εισόδου ανά τον κόσμο, με 1.033.000 θεωρήσεις και αύξηση 51% έναντι του 2012. Τέλος, στην Ουκρανία, από τα τρία σημεία διπλωματικής παρουσίας της Ελλάδας στο Κίεβο, την Οδησσό και την Μαριούπολη με τη βοήθεια 3 visa centers, χορηγήθηκαν συνολικά 202 χιλιάδες θεωρήσεις το 2013, ήτοι άνοδος κατά 57%, έναντι του 2012. Έτσι, από τη Ρωσία ήλθαν στη χώρα 1,22 εκατ το 2013, ενώ από την Ουκρανία 250.000, εκ των οποίων οι 50.000 πήγαν στη Χαλκιδική.
Διεθνείς εκτιμήσεις για τις επιπτώσεις της κρίσης στην Ελλάδα
Πάντως, για την Ελλάδα, το σενάριο κλιμάκωσης της κρίσης στην περιοχή θα είχε άμεσες συνέπειες, ειδικά σε περιοχές όπως η Χαλκιδική και η ανατολική Κρήτη με δεδομένο ότι υπάρχει ένα διαρκώς αυξανόμενο τουριστικό ρεύμα από τη Ρωσία προς αυτούς τους προορισμούς. Και όπως επισημαίνει ο Γιούργκεν Μπούχι στη DW: «Θα πρόκειται για μια φυσιολογική εξέλιξη εάν τα τεκταινόμενα στην Κριμαία και στην Ουκρανία γενικότερα, εκληφθούν από τους Ρώσους πολίτες ως μια κρίση. Είναι πιθανό πολλοί να παραιτηθούν από τα ταξιδιωτικά τους σχέδια. Κάτι τέτοιο θα είχε σοβαρές συνέπειες για τον τουρισμό στις γύρω χώρες –και την Ελλάδα, κυρίως εάν μια αρνητική εξέλιξη προέκυπτε ξαφνικά».
Ο καθηγητής φον Ντέρνμπεργκ, από την πλευρά του, είναι πάντως καθησυχαστικός. «Ας ελπίσουμε ότι η υπόθεση αυτή θα έχει αίσιο τέλος. Είναι πολύ πιθανό αυτά τα φαινόμενα να εξαφανιστούν πολύ γρήγορα. Η εμπειρία μας λέει ότι η τουριστική βιομηχανία ανακάμπτει εύκολα από τις δύσκολες φάσεις. Ο πελάτης, ο τουρίστας δηλαδή; ξεχνά πολύ γρήγορα δραματικές καταστάσεις που διήρκεσαν για μικρό χρονικό διάστημα σε κάποιες χώρες», αποφαίνεται ο γερμανός καθηγητής.
Πιο επιφυλακτικός είναι ο γενικός γραμματέας του ΕΟΤ Πάνος Λειβαδάς. «Είναι λίγο πρώιμο να εκφράσει κανείς προβλέψεις, καθώς θα πρέπει να δούμε πώς θα ολοκληρωθεί η όλη διαπραγμάτευση που λαμβάνει χώρα αυτή τη στιγμή. Πιστεύω ότι έχει αρχίσει να εδραιώνεται η άποψη ότι θα ήταν θετικό για όλους να αποφευχθούν τα χειρότερα, να αποφευχθούν οι εντάσεις και η διπλωματία να παίξει το τελικό ρόλο. Είμαι αισιόδοξος ότι η λογική αυτή θα πρυτανεύσει στο τέλος», εκτιμά ο Πάνος Λειβαδάς.
Πάντως η εκτίμηση ότι εάν ενταθεί και διευρυνθεί η σύγκρουση, θα προκληθεί συνολική αβεβαιότητα, δεν αφήνει αδιάφορους του διεθνείς τουριστικούς παράγοντες, που ξέρουν καλά ότι ο τουρισμός πάνω από όλα είναι θέμα ψυχολογίας γιαυτό και ιδιαίτερα ευάλωτος σε παγκόσμιες κρίσεις. Με την άποψη αυτή συμφωνεί με δηλώσεις του στη DW και ο πρόεδρος του Γερμανικού Συνδέσμου Ταξιδιωτικών Γραφείων, DRV, Γιούργκεν Μπούχι, διευκρινίζοντας ότι το πρόβλημα στην περίπτωση κλιμάκωσης της έντασης δεν είναι μόνο οι ενδεχόμενες ακυρώσεις ταξιδιών προς και από την Ουκρανία ή την Ρωσία.
«Ο κίνδυνος και η απειλή για την παγκόσμια τουριστική βιομηχανία εντοπίζεται κυρίως στο διεθνές κλίμα. Εάν ενταθεί και διευρυνθεί η σύγκρουση, θα προκληθεί αβεβαιότητα. Αυτό σημαίνει ότι πολλοί άνθρωποι που είχαν σκοπό να ταξιδέψουν θα το ξανασκεφτούν φοβούμενοι ενδεχόμενους αστάθμητους παράγοντες. Βεβαίως δεν έχουμε φτάσει ακόμη σε αυτό το σημείο και ελπίζουμε πως δεν θα φτάσουμε, ωστόσο είναι ένα πιθανό σενάριο», επισημαίνει ο πρόεδρος του DVR.
Το πρόβλημα, σε περίπτωση κλιμάκωσης της κρίσης, δεν είναι μόνο η επιδείνωση του παγκόσμιου τουριστικού κλίματος, επισημαίνει στη DW ο Άντριαν φον Ντέρνμπεργκ, καθηγητής Τουριστικής Οικονομίας στην Ανώτατη Σχολή του Βορμς και εξηγεί: «Για την τουριστική βιομηχανία τέτοιες εξελίξεις συνιστούν καταστροφή. Εκτιμώ ότι μια τέτοια κρίση θα είχε αρνητικές συνέπειες στον τουρισμό, κυρίως στις περιοχές της Μαύρης Θάλασσας. Ήδη καταγράφεται αλλαγή ρότας σε διάφορα κρουαζιερόπλοια που ελλιμενίζονταν στη Γιάλτα, ενώ ακυρώθηκαν και πολλά προγράμματα εκπαιδευτικού τουρισμού στην Ουκρανία, καθώς υπάρχει κίνδυνος ανάφλεξης. Η τουριστική βιομηχανία γνωρίζει βέβαια τέτοιες εναλλαγές, ωστόσο, οι τουριστικοί προορισμοί αντέχουν στις κρίσεις. Είμαι πεπεισμένος για αυτό».
Παρόλα αυτά το 2014, ο παγκόσμιος τουρισμός θα ξεπεράσει τον αριθμό 1,1 δισ των αφίξεων παγκοσμίως, καθώς αναμένεται περαιτέρω αύξηση κατά 4,5% το οποίο θα βασίζεται στην αυξανόμενη ζήτηση από Κίνα, Ινδία, και Ρωσία.
Γιώργος Αλεξάκης
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr