Το ενεργειακό, η πράσινη μετάβαση, ο μετασχηματισμός των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ο πληθωρισμός, η ψηφιοποίηση, είναι μερικά από τα «κεφάλαια της καθημερινότητας», μέσα από τα οποία πηγάζουν οι θερινές προκλήσεις για το 20% των ΜμΕ, που αποτελούν οι συνολικά 5 εκατ. εμπορικές επιχειρήσεις στην ΕΕ. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την EuroCommerce, ο κλάδος του χονδρικού και λιανικού εμπορίου προσφέρει άνω του 8% στο ευρωπαϊκό ΑΕΠ, με το 62% να προέρχεται από μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Παράλληλα, το εμπόριο αποτελεί τον μεγαλύτερο εργοδότη με 25 εκατ. μισθωτούς, που αντιστοιχεί στο 12% του συνόλου των εργαζομένων στην ΕΕ. Το δε λιανικό εμπόριο εξυπηρετεί το 33% των καταναλωτικών αναγκών των ευρωπαϊκών νοικοκυριών με 250 δις συναλλαγές ετησίως.
Πρωτίστως, το επιχειρείν καλείται σήμερα να διαχειριστεί τις επιπτώσεις στις εθνικές οικονομίες από τις παγκόσμιες κρίσεις που προκαλούν πληθωριστικές πιέσεις, μειώνοντας παράλληλα την κατανάλωση και τους ρυθμούς ανάπτυξης. Βρισκόμαστε σε μια ιδιάζουσα περίοδο, το πέρας της οποίας εξακολουθεί δυσδιάκριτο. Από την αρχή του έτους, «αυξήσεις, καθυστερήσεις και ελλείψεις» είναι οι λέξεις της χρονιάς. Ο πληθωρισμός έχει ενισχυθεί, απομυζώντας την ικμάδα των επιχειρήσεων, αλλά και τα διαθέσιμα των νοικοκυριών, όπως και την αποδιοργάνωση των αλυσίδων διανομής, με τις ελλείψεις σε απαραίτητα προϊόντα στο διεθνές εμπόριο. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι τιμές στα τρόφιμα, σύμφωνα με τον δείκτη του ΟΗΕ, είναι ήδη κοντά στα ρεκόρ του 2011, ενώ, σύμφωνα με το ΔΝΤ, η παγκόσμια ανάπτυξη επιβραδύνεται κατά 2,6%.
Καλούμαστε, λοιπόν, οι ευρωπαίοι έμποροι να απαντήσουμε, έχοντας απέναντί μας μια «ασύμμετρη απειλή», η αντιμετώπιση της οποίας δεν βγαίνει από τα μέχρι τώρα γνωστά στερεότυπα. Η ευελιξία και η διορατικότητα είναι τα δύο στοιχεία που, πλέον, πρέπει να «διαπνέουν» τις όποιες ευρωπαϊκές πολιτικές, με έμφαση στις επενδύσεις «European Localazation», για μια αυτάρκη πρωτογενή παραγωγή. Σύμφωνα, μάλιστα, με την EuroCommerce, η τριπλή μετάβαση του χονδρικού και λιανικού εμπορίου απαιτεί επενδύσεις την επόμενη επταετία, μεταξύ 400-740 δις ευρώ, που αντιστοιχούν στο 1,2% του ετήσιου τζίρου, ώστε να αυξηθούν από το 3,6% στο 4,8%. Συγκεκριμένα, έως το 2030, στο εμπόριο απαιτούνται επενδύσεις για ψηφιοποίηση, 245-360 δις ευρώ, ενώ για πράσινη μετάβαση, 130-340 δις ευρώ και για εκπαίδευση εργαζομένων σε νέες δεξιότητες, 25-40 δις ευρώ.
Σε ό,τι αφορά τον πληθωρισμό, εμφανίζεται υψηλός στην Ευρωζώνη, ενώ στην Ελλάδα διαμορφώνεται λίγο υψηλότερα από το επίπεδο του ευρωπαϊκού μέσου όρου, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όμως, να τονίζει ότι τα μέτρα στήριξης, που λαμβάνει η ελληνική Κυβέρνηση, αλλά και η σημαντική ενίσχυση του κατώτατου μισθού, αμβλύνουν τις πληθωριστικές πιέσεις που δέχεται το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών από το ενεργειακό κόστος. Επισημαίνω τη σημασία της κυκλικότητας της οικονομίας και την αύξηση του κατώτατου μισθού, που έδωσε τα πρώτα ενθαρρυντικά αποτελέσματα στην εμπορική κινητικότητα. Ταυτόχρονα, παρά τις αντίξοες συνθήκες, η ελληνική Κυβέρνηση εφάρμοσε, και εξακολουθεί να εφαρμόζει, το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμά της, με μια οικονομική πολιτική, φιλική στην επιχειρηματικότητα και σταθερά προσανατολισμένη στη μείωση φόρων και ασφαλιστικών εισφορών, ώστε να τονωθεί περαιτέρω η παραγωγικότητα, η ανταγωνιστικότητα και η επενδυτική ελκυστικότητα της Ελλάδας.
Η ελληνική οικονομία έχει ανάγκη να προσελκύσει επιχειρήσεις από την Ε.Ε. να τοποθετηθούν σε τομείς της ελληνικής οικονομίας, ώστε το «micro» επιχειρείν να γίνει μικρομεσαίο επιχειρείν, να αποκτήσει ορίζοντες ανάπτυξης συνεργιών και συνεργασιών μέσα από σχήματα που θα ενδυναμώσουν την εξωστρέφεια, αλλά και την ανταγωνιστικότητα, πέραν του γεγονότος της αύξησης θέσεων εργασίας. Το ελληνικό εμπόριο προσπαθεί, διαχρονικά, μέσα από ρεαλιστικές και μετρήσιμες προτάσεις, να στηρίξει την υγιή επιχειρηματικότητα, με στόχο την ευρύτερη ανάπτυξη της ελληνικής Οικονομίας. Σε αυτόν τον «καμβά», επισημαίνεται η ορθή κατεύθυνση του νόμου για «Κίνητρα Ανάπτυξης Επιχειρήσεων, μέσω συνεργασιών και εταιρικών μετασχηματισμών», προτείνοντας τα ελκυστικά φορολογικά κίνητρα που προβλέπονται να εφαρμοστούν και μεταξύ ελληνικών και ευρωπαϊκών εταιρειών της Ευρωζώνης, με την προϋπόθεση να επιλέξουν, ως φυσική και φορολογική έδρα, την Ελλάδα. Ο στόχος είναι προφανής, η δημιουργία οικονομιών κλίμακας, μέσα από μετασχηματισμούς πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, ακόμα και διαφορετικής δραστηριότητας.
Όσον αφορά στο ενεργειακό και την πράσινη μετάβαση, το πρόγραμμα REPowerEU των 300 δις ευρώ εστιάζει στην «Ηλιακή Στρατηγική», ώστε να αξιοποιηθεί το πλήρες δυναμικό της «ηλιακής στέγης» και να συμβάλει στην επίτευξη των στόχων της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Οι επιχειρήσεις θα μπορούν με επιδότηση, μέσω των κονδυλίων της πράσινης μετάβασης, να αξιοποιήσουν την προσπάθεια μείωσης του περιβαλλοντικού αποτυπώματος, αλλά και να χρηματοδοτηθούν για τις υποδομές αποθήκευσης ρεύματος, που είναι το ακριβότερο σκέλος. Το ενεργειακό κόστος, που ταλανίζει ιδιαίτερα τις ΜμΕ, πρέπει να μειωθεί σημαντικά με «στροφή» προς τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, αφ’ ενός μέσα από μία πολιτική παροχής κινήτρων στις επιχειρήσεις, ώστε να συνενώσουν δυνάμεις και αφ’ ετέρου, μέσα από μία πολιτική ενημέρωσης του κοινού για τα οφέλη. Οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά πληρώνουν σήμερα ακριβά τον χρόνο της χαμένης υπερδεκαετίας μη χρήσης των ΑΠΕ.
Η ψηφιοποίηση, επίσης, είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο με διπλή πρόκληση. Τον ψηφιακό εκσυγχρονισμό των επιχειρήσεων, σε συνδυασμό με τη μετεκπαίδευση του προσωπικού στα νέα δεδομένα και την εξωστρέφεια, αλλά και τον ψηφιακό εκσυγχρονισμό από την πλευρά της πολιτείας, ώστε να μην σπαταλιέται το 20% σε ανθρωποώρες για γραφειοκρατικές διαδικασίες, που θα μπορούσαν να γίνουν με το πάτημα μερικών πλήκτρων. Η ενσωμάτωση των ψηφιακών τεχνολογιών στις ελληνικές ΜμΕ έχει μέλλον, αφού 6/10 έχουν συστήματα ψηφιακού μάρκετιγκ, 3/10 έχουν διαδικτυακά συστήματα ελέγχου, 2/10 έχουν e-shop και 2/10 συμμετέχουν σε διαδικτυακή πλατφόρμα, ενώ τα καταστήματα που διαθέτουν online πωλήσεις αντιστοιχούν μεσοσταθμικά στο 1/3 του συνολικού τζίρου τους. Η επέκταση του ηλεκτρονικού εμπορίου αναμένεται να αυξηθεί έως 30% μέχρι το 2030, αλλά με σημαντικές διαφοροποιήσεις ανά κλάδο.
Τελευταίο, αλλά εξίσου σημαντικό, ο Βασίλης Κορκίδης θεωρεί το γεγονός πως πρέπει να πάρουμε μαθήματα από τις οικονομικές, πανδημικές και ενεργειακές κρίσεις, ώστε η Ε.Ε. να επιδείξει στο μέλλον ετοιμότητα έκτακτης ανάγκης, να προχωρήσει στο άνοιγμα της ενιαίας αγοράς, να εξασφαλίσει ενεργειακό πλεόνασμα και να δημιουργήσει αυτάρκεια αγροδιατροφικών προϊόντων. Αναμένεται ότι η εμπειρία του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας θα οδηγήσει σε συγκεκριμένες ενέργειες, για να γίνουν οι ευρωπαϊκές οικονομίες πιο ανθεκτικές στο μέλλον. «Ο χρόνος είναι χρήμα» και πρέπει να γίνει κατανοητό ότι δεν υπάρχει πολυτέλεια για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να σπαταλούν χρόνο και, άρα, χρήμα. Η οικονομία είναι κυκλική, επομένως οι ζημίες και τα κέρδη, η ευημερία και η δυσχέρεια, αργά ή γρήγορα, επηρεάζουν κάθε ΜμΕ, και όλους μαζί, στην ΕΕ.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr