Αυτά ισχυρίζονται επιχειρηματίες από το χώρο του οργανωμένου λιανεμπορίου, τονίζοντας ότι η απελευθέρωση των κλειστών επαγγελμάτων άργησε κάποια χρόνια, αλλά και τώρα που έχει πραγματοποιηθεί δεν ευνοείται από το οικονομικό περιβάλλον. Όπως λένε, οι δυσμενείς οικονομικές συνθήκες και η αβεβαιότητα που επικρατεί στο σύνολο της κοινωνίας, έχουν ως φυσική απόρροια το πάγωμα των όποιων σχεδιαζόμενων επενδύσεων ανάπτυξης των νέων αυτών προϊοντικών κατηγοριών από τα σούπερ μάρκετ, τουλάχιστον μέχρι νεωτέρας.
Επίσης, συμπληρώνουν, "παρότι απελευθερώθηκαν κάποια επαγγέλματα όπως επί παραδείγματι των πρατηριούχων βενζίνης οι συνεχείς ανατροπές που σημειώνονται στη φορολόγηση του κλάδου αναστέλλει την όποια επενδυτική διάθεση, καθώς το ρίσκο είναι μεγάλο".
Ακολουθούν τα πρώτα συμπεράσματα από την πορεία των προϊόντων αυτών στα σούπερ μάρκετ, ενώ γίνονται και κάποιες εκτιμήσεις για αυτά που αναμένεται να ανοίξουν, δηλαδή των βιταμινών και των συμπληρωμάτων διατροφής που ανήκουν στα μη συνταγογραφούμενα φάρμακα.
Πρατήρια βενζίνης
Τα υψηλά λειτουργικά έξοδα, η μεγάλη επένδυση για την κατασκευή ενός πρατηρίου που ξεκινά το λιγότερο από 50.000 ευρώ και μπορεί να φθάσει και τις 400.000 ευρώ, αλλά και τα σχεδόν μηδενικά περιθώρια κέρδους δεν ευνοούν την πλήρη αξιοποίηση του συγκεκριμένου πεδίου δράσης από τους λιανέμπορους.
Σύμφωνα με στελέχη της αγοράς, για να λειτουργήσει ένα πρατήριο βενζίνης μεσαίου μεγέθους απαιτούνται τουλάχιστον 4-5 άτομα τα οποία απασχολούνται από το πρωί μέχρι το βράδυ. Το έξοδο της μισθοδοσίας σε συνδυασμό με την υψηλή φορολογική επιβάρυνση των πετρελαιοειδών καθιστά ασύμφορη την συγκεκριμένη επένδυση, υποστηρίζει στέλεχος του ομίλου Μετρό, συμπληρώνοντας ότι τα κέρδη τα οποία αφήνει το λίτρο της βενζίνης είναι πάρα πολύ μικρά μόλις 2 με 3 λεπτά στο λίτρο.
Την ίδια στιγμή, συμπληρώνει άλλος παράγοντας, ο ανταγωνισμός στον κλάδο των βενζινοπωλών είναι τόσο πολύ μεγάλος, με αποτέλεσμα τα περισσότερα πρατήρια βενζίνης δουλεύουν στο όριο του κόστους αγοράς ή το πιθανότερο κάτω από αυτό. Γεγονός που ως επί το πλείστον συμβαίνει στα σούπερ μάρκετ, αφενός λόγω του έντονου ανταγωνισμού και αφετέρου διότι το συγκεκριμένο αντικείμενο εξακολουθεί να παραμένει «κράχτης» για την αύξηση της προσέλευσης των καταναλωτών στο εκάστοτε κατάστημα.
Αυτό σημαίνει ότι τα πρατήρια βενζίνης δεν περιλαμβάνονται στην βασική δομή λειτουργίας ενός σούπερ μάρκετ αλλά αποτελούν μία επιπρόσθετη υπηρεσία διευκόλυνσης και ικανοποίησης του πελάτη που επισκέπτεται το κατάστημα.
Τσιγάρα
Μέχρι στιγμής μόνο η αλυσίδα Μαρινόπουλος έχει τοποθετήσει τσιγάρα και προϊόντα καπνού στα καταστήματά της, ενώ ετοιμάζεται να ακολουθήσει και η αλυσίδα ΑΒ Βασιλόπουλος, όπως μας επιβεβαίωσε στέλεχος της διοίκησης. Την ίδια στιγμή σκέψεις δραστηριοποίησης και στα καπνικά είδη εμφανίζεται να κάνει η αλυσίδα Βερόπουλος αλλά και η Θεσσαλονικιότικη εταιρεία Μασούτη.
Ωστόσο, κατά γενική ομολογία τα τσιγάρα δεν έχουν βρει μέχρι στιγμής ένθερμους υποστηρικτές για διάφορους λόγους. Ένας βασικός λόγος έχει να κάνει με τα πολύ μικρά περιθώρια κέρδους που αφήνει το πακέτο. Υπολογίζεται ότι σε ένα πακέτο αξίας 3 ευρώ το περιθώριο κέρδους είναι 2% δηλαδή μόλις 0,6 λεπτά.
Ο δεύτερος λόγος που επηρεάζει αρνητικά τις όποιες επενδυτικές κινήσεις έχει να κάνει με τις χονδρεμπορικές εταιρείες. Παράγοντας κορυφαίας λιανεμπορικής αλυσίδας μας αποκάλυψε ότι παρά τις προσπάθειες να έρθουν σε συμφωνίες με εταιρείες του χονδρικού εμπορίου, οι τελευταίες προβάλλουν προβλήματα στην εύρυθμη εξέλιξη της μεταξύ τους συνεργασίας (π.χ. στον τρόπο διάθεσης των προϊόντων ή στην συχνότητα προμήθειας των καταστημάτων), προκειμένου να μην έρθουν αντιμέτωπες με τον βασικότερο πελάτη τους που είναι οι περιπτερούχοι. Σημειώνεται ότι σήμερα έξι στους δέκα καταναλωτές αγοράζουν τα συγκεκριμένα προϊόντα από τα περίπτερα.
Τέλος, ένας ακόμη λόγος που δεν ευνοεί την τοποθέτηση τσιγάρων εντός των σούπερ μάρκετ, είναι γιατί, σύμφωνα με εκπροσώπους απαιτούν πολύ μεγάλο έλεγχο από την έλευσή των προϊόντων εντός των καταστημάτων μέχρι και την τελική τους πώληση στον καταναλωτή, καθώς συγκαταλέγονται στα είδη που κλέβονται περισσότερο.
Bake off
Η αυξανόμενη τάση του καταναλωτή να προμηθεύεται τον άρτο και τα παρελκόμενα αυτού από τα σούπερ μάρκετ- κυρίως λόγω του μειωμένου χρόνου εξαιτίας των αυξημένων επαγγελματικών του υποχρεώσεων- σαφώς και έχει εξάψει το ενδιαφέρον των αλυσίδων σούπερ μάρκετ, όπως επιβεβαιώνουν και τα επενδυτικά σχέδια που έχουν χαράξει για το νέο αυτό πεδίο επιχειρηματικής δράσης.
Στο πλαίσιο αυτό, ο ΑΒ Βασιλόπουλος εκτός από το προψημένο ψωμί που διαθέτει ξεκίνησε στρατηγικές συνεργασίες και με παραδοσιακούς φούρνους σε γειτονιές (της Βάρη, Αγ. Παρασκευής, Λεωφ. Πεντέλης). Όπως μας επιβεβαίωσε στέλεχος της εταιρείας ΑΒ Βασιλόπουλος μέσω των συνεργασιών με παραδοσιακούς φούρνους αφενός στηρίζεται η εκάστοτε τοπική κοινωνία και αφετέρου διευρύνεται η γκάμα των ειδών που προσφέρονται στον καταναλωτή. Ο στόχος κατά την ίδια πηγή είναι να επεκταθούν αυτές οι συνεργασίες αν είναι δυνατόν στο σύνολο του δικτύου των καταστημάτων.
Διεύρυνση της γκάμας αλλά και ακόμη πιο επιθετική πολιτική τιμών σκοπεύει να συνεχίσει μέσα από το δίκτυό της και η αλυσίδα Μαρινόπουλος, ενώ την ίδια στιγμή η Lidl σχεδιάζει να επεκτείνει τις «Ζεστές Γωνιές» της –ήδη προστέθηκαν τελευταίως στα καταστήματα του Γέρακα και της Κερατέας- στην πλειονότητα του δικτύου της.
Παρόλα ταύτα, σημειώνουν εκπρόσωποι του κλάδου, η συγκεκριμένη κατηγορία όσο και να αναπτυχθεί από τα σούπερ μάρκετ δεν πρόκειται τουλάχιστον επί τις παρούσες συνθήκες να αποδώσει τα αναμενόμενα λόγω της υποτονικής καταναλωτικής ζήτησης. Επίσης, συμπληρώνουν ο οξύς ανταγωνισμός που έχει ξεσπάσει και σε αυτή την κατηγορία έχει εξανεμίσει τα όποια κέρδη.
Είναι χαρακτηριστικό κατά τους ίδιους ότι στο ευρείας κατανάλωση ψωμί που είναι το χωριάτικο, το μισό κιλό πωλείται στο κόστος (50 λεπτά), ενώ το 1 κιλό –η τιμή του ξεκινά από τα 80 λεπτά- εμφανίζει μεικτό περιθώριο κέρδους περίπου στο 20%.
Σημειώνεται ότι από την τροποποίηση του νόμου μέχρι και σήμερα - δηλαδή σε περίπου ενάμιση χρόνο- το βιομηχανοποιημένο ψωμί που διατίθεται μέσω των αλυσίδων έχει αυξηθεί κατά 25%. Ωστόσο, στο σύνολο της αγοράς που ανέρχεται στα 4 δις. ευρώ περίπου εξακολουθεί να παραμένει μικρό, μόλις 2,5%.
Βρεφικό γάλα
Είναι το μοναδικό πεδίο δράσης, που σύμφωνα με τα λεγόμενα των επιχειρηματιών του κλάδου ίσως και να κινείται πάνω από τις προσδοκίες τους.
Όπως μας ανέφερε στέλεχος λιανεμπορικής αλυσίδας που ηγείται στον κλάδο, παρά τη σύντομη χρονικά παρουσία των βρεφικών γαλάτων στα ράφια των σούπερ μάρκετ, ήδη αποφέρουν σημαντικά έσοδα. Τα οποία στην περίπτωση της συγκεκριμένης επιχείρησης ήδη φθάνουν στο 0,3% επί του συνολικού ετήσιου τζίρου που πραγματοποιεί.
Συνεισφορά που κατά την ίδια πηγή θα μπορούσε να ήταν πολλαπλάσια εάν δεν υπήρχε το φαινόμενο της υπογεννητικότητας που πλέον πλήττει -μεταξύ άλλων- και τη χώρα. Όπως λέγεται την τελευταία τριετία μειώνονται οι γεννήσεις κατά 10% περίπου κάθε χρόνο με ότι αυτό συνεπάγεται στις πωλήσεις των ειδών που αφορούν τα βρέφη.
Παρόλα ταύτα, σύμφωνα με την ίδια πηγή, ο καταναλωτής δείχνει να εμπιστεύεται την διανομή των συγκεκριμένων ευαίσθητων προϊόντων από τα σούπερ μάρκετ και παράλληλα αναγνωρίζει στους εκπροσώπους του κλάδου ότι τήρησαν την υπόσχεσή τους για φθηνότερα προϊόντα έναντι των φαρμακείων που σε κάποιες περιπτώσεις οι μειώσεις τιμών φθάνουν και το 20%. Μεσοσταθμικά πάντως η μείωση είναι κάτι περισσότερο από 10%.
Νέο πεδίο δράσης οι βιταμίνες και τα συμπληρώματα διατροφής
Ενα νέο πεδίο δράσης και πολλά υποσχόμενο αναμένεται να ανοίξει το προσεχές διάστημα για το οργανωμένο λιανεμπόριο. Ο λόγος για τις βιταμίνες και τα συμπληρώματα διατροφής. Πληροφορίες υποστηρίζουν ότι η απελευθέρωση της συγκεκριμένης αγοράς αναμένεται να πάρει και τυπικά πράσινο φως από το Υπουργείο Υγείας προς από τα τέλη του έτους, καθώς έχουν πολλαπλασιαστεί και οι πιέσεις της τρόικας προς αυτή τη κατεύθυνση.
Αν αναλογιστεί κανείς πάντως, πως η «πίτα» των μη συνταγογραφούμενων αγγίζει τα 73 δισ. ευρώ παγκοσμίως, τότε αντιλαμβάνεται γιατί η σύγκρουση μεταξύ των διαφόρων καναλιών διάθεσης είναι σφοδρή. Ειδικότερα δε ο τζίρος των βιταμινών και των συμπληρωμάτων διατροφής στην ελληνική αγορά εκτιμάται ότι ανέρχεται στα 50 εκατ. Ευρώ (τιμές χονδρικής) περίπου, ενώ το περιθώριο κέρδους τους –όπως σε όλα τα ΜΗ.ΣΥ.ΦΑ- διαμορφώνεται στο 38%. Συνολικά ο τζίρος των MΗΣΥΦΑ στην χονδρική κυμαίνεται στα 200 εκατ. ευρώ για να διπλασιαστεί στη λιανική.
Στο πλαίσιο αυτό, βασικοί παίκτες στα σούπερ μάρκετ –Carrefour, ΑΒ Βασιλόπουλος όμιλος Μετρό- βρίσκονται επί ποδός προκειμένου να εκμεταλλευτούν το νέο αυτό πεδίο επιχειρηματικής δράσης αν και κάποιοι πιο θαρραλέοι το έχουν ήδη πράξει. Οπως η αλυσίδα σούπερ μάρκετ Θανόπουλος που αναπτύσσεται στα Βόρεια Προάστια αλλά και το Αttica με το κατάστημα Carelab, που σκοπεύει να επεκτείνει σε όλα τα εμπορικά κέντρα που ελέγχει καθώς σήμερα είναι μόνο στο City Link.
Kανείς δεν μπορεί να ισχυρίζεται ότι σώνει και καλά θα υπάρχει χαμένος -εν προκειμένω τα φαρμακεία- από τη διάθεση των βιταμινών και των συμπληρωμάτων διατροφής από τα σούπερ μάρκετ, επισημαίνει παράγοντας του κλάδου.
Σύμφωνα με την ίδια πηγή, είναι μια ευκαιρία για τον φαρμακοποιό να γίνει ακόμη πιο ανταγωνιστικός, όχι μόνο στο επίπεδο των προσφερόμενων υπηρεσιών αλλά και στο επίπεδο των τιμών. Μέχρι και πριν από λίγο καιρό, κατά τον ίδιο παράγοντα, φαρμακοποιοί ισχυρίζονταν ότι η διάθεση του βρεφικού γάλακτος από τα σούπερ μάρκετ θα εκτόξευε την τιμή. Αυτό δεν ισχύει, συμπληρώνει, καθώς τα σχετικά είδη τουλάχιστον όσον αφορά τα καταστήματα του ομίλου πωλούνται φθηνότερα σε διψήφιο ποσοστό.
Δέσποινα Καραγιαννοπούλου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr