Το πετρέλαιο αποτελεί, αναμφίβολα, την κυρίαρχη πηγή ενέργειας στην Ελλάδα, αντιπροσωπεύοντας εν έτει 2012 περίπου το 45% του συνολικού πρωτογενούς ενεργειακού εφοδιασμού της χώρας. Αν και το 2007 η ζήτηση πετρελαίου κορυφώθηκε στις 450 χιλιάδες βαρέλια ανά ημέρα (kb/d), έκτοτε μειώθηκε απότομα φτάνοντας το 2012 τα 318 kb/d.
Η Ελλάδα εισάγει το μεγαλύτερο μέρος αργού πετρελαίου που χρησιμοποιεί από τις χώρες του ΟΠΕΚ (Οργανισμός Εξαγωγών Πετρελαιοπαραγωγών Χωρών) και άλλες χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Υπάρχουν δέκα διυλιστήρια πετρελαίου στην Ελλάδα, η πλειοψηφία των οποίων βρίσκεται στην περιοχή της Αττικής (Αθήνα) και στη Θεσσαλονίκη.Σχεδόν ολόκληρη η εσωτερική μεταφορά αργού πετρελαίου και διυλισμένων προϊόντων στην Ελλάδα γίνεται με πλοία και οδικώς, ενώ άλλοτε τα προϊόντα μεταφέρονται και σιδηροδρομικώς.
Το 2012 το 56% των εισαγωγών προϊόντων διύλισης προέρχονταν από χώρες του ΟΟΣΑ, ενώ περίπου το 16% των ίδιων προϊόντων εισήχθησαν από τη Ρωσική Ομοσπονδία. Ωστόσο, οι εξαγωγές προϊόντων πετρελαίου στην Ελλάδα αυξήθηκαν σημαντικά από 102 kb/d το 2004 σε 245 kb/d το 2012, με την Ελλάδα να καθίσταται καθαρός εξαγωγέας προϊόντων διύλισης.
Το μερίδιο του φυσικού αερίου στη συνολική πρωτογενή παροχή ενέργειας της Ελλάδας έχει αυξηθεί κάτα 14% το 2012. Λόγω της αύξησης της ζήτησης για ηλεκτρική ενέργεια και την επακόλουθη κατασκευή νέων σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύση αερίου, η ζήτηση για φυσικό αέριο αυξάνεται σταθερά και το 2012 ανήλθε σε 4,4 bcm (12 εκατομμύρια κυβικά μέτρα ανά ημέρα). Περίπου τα 3/4 του φυσικού αερίου έρχονται από τη Ρωσία και την Τουρκία μέσω αγωγού, ενώ το υπόλοιπο εισάγεται σε μεγάλο βαθμό από την Αλγερία με τη μορφή υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG).
Εγχώρια παραγωγή πετρελαίου
Η Ελλάδα έχει πολύ μικρή εγχώρια παραγωγή πετρελαίου (περίπου 1,6 kb/d το 2012). Το πετρέλαιο προέρχεται από το υπεράκτιο κοίτασμα πετρελαίου του Πρίνου στον κόλπο της Καβάλας στο βόρειο Αιγαίο.
Η ζήτηση για πετρέλαιο
Η ζήτηση για πετρέλαιο στην Ελλάδα αυξήθηκε από 383 kb/d το 2000 στα 450 kb/d το 2007, ωστόσο, αφού κορυφώθηκε το 2007, μειώθηκε απότομα σε 318 kb/d το 2012. Ειδικότερα, το 51% της συνολικής ζήτησης πετρελαίου στην Ελλάδα απορροφούν οι μεταφορές, κι ακολουθούθεί η οικιακή χρήση με ποσοστό 18% και η μετατροπή/ενέργεια με 16% (στοιχεία 2011).
Η ζήτηση για βενζίνη κίνησης μειώθηκε κατά 18% στο διάστημα μεταξύ 2003 και 2012, ενώ η ζήτηση για πετρέλαιο κίνησης αυξήθηκε ελαφρά κατά 2% κατά την ίδια περίοδο. Σημαντική μείωση κατέγραψε επίσης και η ζήτηση για πετρέλαιο θέρμανσης, που έπεσε από τα 127 kb/d το 2003 στα 66 kb/d το 2012.
Εισαγωγές/ Εξαγωγές
Το 2012 η Ελλάδα έκανε εισαγωγή 545 kb/d πετρέλαιο, εκ των οποίων τα 419 kb/d ήταν αργό πετρέλαιο, τα 41 kb/d υγρό φυσικό αέριο και πρώτες ύλες και τα 85 kb/d διυλισμένα προϊόντα.
Χώρες από τον ΟΠΕΚ και την πρώην Σοβιετική Ένωση έχουν γίνει σημαντικές πηγές για την εισαγωγή αργού πετρελαίου. Η Ρωσία ήταν η μεγαλύτερη πηγή εφοδιασμού αργού πετρελαίου, αντιπροσωπεύοντας το 33% των συνολικών εισαγωγών το 2012, ακολουθούμενη από τη Σαουδική Αραβία (17%), το Ιράκ (17%), Λιβύη (13%) και το Καζακστάν (9%).
Η Ελλάδα προχώρησε το 2012 σε εξαγωγή προϊόντων πετρελαίου της τάξης του 245 kb/d. Ο προορισμός των εξαγωγών ήταν κατά κύριο λόγο η Τουρκία (22%), Σιγκαπούρη (9%), το Λίβανο (7%) και η Λιβύη (7%), με σχεδόν το 40% των συνολικών εξαγωγών να είναι πετρέλαιο εσωτερικής καύσης.
Διύλιση
Τα τέσσερα διυλιστήρια στην Ελλάδα έχουν συνολική χωρητικότητα απόσταξης αργού πετρελαίου γύρω στα 490 kb / d. Περίπου τα 2/3 του δυναμικού αυτού ανήκει στα Ελληνικά Πετρέλαια, μεταξύ των οποίων δύο διυλιστήρια βρίσκονται στην περιοχή της Αθήνας και ένα κοντά στη Θεσσαλονίκη. Το τέταρτο, που ανήκει στην Motor Oil Hellas και βρίσκεται στην Κόρινθο.
Το 2012 τα τέσσερα διυλιστήρια επεξεργάστηκαν πάνω από 22 εκατομμύρια τόνους αργού πετρελαίου, με την παραγωγή αντίστοιχων προϊόντων να ανέρχεται σε 474 kb/d με το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης να καλύπτει το 34% της παραγωγής, τη βενζίνη για κινητήρες το 23%, το βαρύ μαζούτ το 21% και το υγροποιημένο αέριο πετρελαίου το 4%.
Παραγωγή και αποθέματα φυσικού αερίου
Η εγχώρια παραγωγή φυσικού αερίου στην Ελλάδα είναι σχεδόν αμελητέα. Το κοίτασμα φυσικού αερίου της Νότιας Καβάλας,
παρήγαγε μόλις 5 κ.μ το 2012.
Ζήτηση φυσικού αερίου
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 η ζήτηση φυσικού αερίου αυξάνεται με σταθερό ρυθμό και το 2012 διαμορφώθηκε στα 4,4 bcm
(12 m³ / d) . Το 2011, οι μεταφορές καλύπταν περίπου το 61% της συνολικής κατανάλωσης, ακολουθούμενες από τη βιομηχανία (24%) και την οικιακή χρήση (9%).
Εξάρτηση από τις εισαγωγές φυσικού αερίου
Η εισαγωγή φυσικού αερίου στην Ελλάδα το 2012 ήταν 4,5 bcm, περίπου τα 3/4 της οποίας παραδίδονται μέσω αγωγών αερίου και το υπόλοιπο εισάγεται με τη μορφή υγροποιημένου φυσικού αερίου. Η Ρωσία αποτελεί την κύρια πηγή των εισαγωγών από το Νοέμβριο του 1996, ωστόσο, το μερίδιο του ρωσικού φυσικού αερίου στις συνολικές εισαγωγές φυσικού αερίου έχει σταδιακά μειωθεί από 85% το 2005 σε 60% το 2012, λόγω της αύξησης της εισαγωγών από την Αλγερία και την Τουρκία, που αντιπροσώπευαν περίπου το 16% και το 15% των συνολικών εισαγωγών φυσικού αερίου το 2012, αντίστοιχα.
Η ελληνική Δημόσια Επιχείρηση Αερίου (ΔΕΠΑ) έχει τρεις μακροπρόθεσμες συμβάσεις για την προμήθεια φυσικού αερίου με τη Ρωσική Gazexport (2,8 bcm/y μέχρι το 2015-2016), με την αλγερινή Sonatrach (0,5 bcm/y μέχρι το 2019) και με την τουρκική Botas (0,7 bcm/y μέχρι το 2021). Μαζί θα παρέχουν ένα συνολικό όγκο από περίπου 4,2 BCM ανά έτος.
Δείτε εδώ αναλυτικά όλα τα στοιχεία της έκθεσης που αφορούν στην Ελλάδα
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr