Κύριος ομιλητής της ημερίδας ήταν ο Dr. Leo Drollas, Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος και Επικεφαλής Οικονομικής Ανάλυσης του Centre for Global Energy Studies, ο οποίος έδωσε απαντήσεις στο βασικό ερώτημα «Τελειώνει η πτώση των τιμών από το σπάσιμο της φούσκας του πετρελαίου; Τι περιμένουμε την επόμενη μέρα;»
Σε αυτή την ομιλία ο Dr. Leo Drollas απάντησε στα καίρια θέματαπου απασχολούν την εποχή μας σχετικά με το τι επηρεάζει τις τιμές του πετρελαίου, αν οι υψηλές τιμές οφείλονταν στο φτηνό χρήμα, ή αν οι τιμές θα επιστρέψουν σε παλαιότερα ιστορικά χαμηλά επίπεδα ή ακόμα και αν η δομική αλλαγή της αγοράς διαγράφει νέα επίπεδα πλησίον των $100.
Σύμφωνα με τον ομιλητή, οι υψηλές τιμές του πετρελαίου τα προηγούμενα χρόνια οφείλονται στον πληθωρισμό, τις γεωπολιτικές αναταραχές, τη δυνατή ζήτηση, τα χαμηλά αποθέματα πετρελαίου και την κερδοσκοπία. Σχετικά με τις υψηλές τιμές του 2008, ο ομιλητής διαπίστωσε, ότι αυτές δεν οφείλονταν στη αργοπορία του δολαρίου και ότι η καρδιά του προβλήματος βρίσκεται, κυρίως, στην αδυναμία του OΠΕΚ να αυξήσει την παράγωγή του σημαντικά και στα κερδοσκοπικά χαρτοφυλάκια. Η σημερινή πτώση των τιμών οφείλεται στην πτώση της ζήτησης, η οποία προκλήθηκε από τις υψηλές τιμές.
Περαιτέρω παρατηρήθηκε,η εμφάνιση μιας νέας τάξης επενδυτών που τοποθετούν τα χρήματα τους σε εμπορεύματα (19% μέση αύξηση το χρόνο στις ανοιχτές θέσεις από το 2001-2007).
Ο Leo Drollas θεώρησε ότι το μέλλον των τιμών του πετρελαίου εξαρτάται από την ικανότητα του ΟΠΕΚ να καλύψει την απαιτούμενη αύξηση και ότι τα σενάρια για το 2009 είναι τρία:
1. Η τιμή θα κυμανθεί προς τα 60 δολάρια σε περίπτωση μεγάλης ύφεσης,
2. Θα πλησιάσει τα100 δολάρια σε περίπτωση σταθεροποίησης της αγοράς και
3. Η τιμή θακυμανθεί στα 80 90 δολάρια σε μια ενδιάμεση κατάσταση, αν επέλθει μείωση της προσφοράς από τον OΠΕΚ.
Ο Jan-Peter Onstwedder, Ανεξάρτητος Σύμβουλος, σήμερα, και Ιδρυτικό Στέλεχος του Think Tank «The London Accord», ανέλυσε τον τρόπο με τον οποίο η κλιματική αλλαγή επηρεάζει τα επενδυτικά χαρτοφυλάκια. Το London Accord δημιουργήθηκε με σκοπό να φέρει στο τραπέζι τις χρηματοοικονομικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και να αναλυθούν ζητήματα, όπως το φαινόμενο του θερμοκηπίου, η διαχείριση των δασών, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η ανακύκλωση, και οι μέθοδοι ποσοτικής αντιμετώπισης του προβλήματος, όπως το ευρωπαϊκό σύστημα εμπορίας ρύπων ΕΤS.
O ομιλητής πραγματεύτηκε, επίσης, το ρολό των απαιτούμενων πολιτικών και της θεσμικής θωράκισης που θα θέσουν τις βάσεις για να λειτουργήσει το καινούργιο επιχειρηματικό μοντέλο.
Η ομιλία του Adrian Harris, στελέχους της εταιρείας Schroder, είχε θέμα την αγορά εμπορευμάτων και το αν είναι απλά μια φούσκα που έσκασε ή κρύβει μεσομακροπρόθεσμες επενδυτικές ευκαιρίες.
Στην ομιλία του ανέλυσε τα πλεονεκτήματα των επενδύσεων σε εμπορεύματα, τα οποία είναι η συνεχόμενη αύξηση της ζήτησης τους λόγω της παγκόσμιας ανάπτυξης, η σπάνη των εμπορευμάτων, όπως βρίσκονται στη φύση και η αρνητική συσχέτισή τους με τις παραδοσιακές αγορές μετοχών, ομολόγων, καθώς και η αύξηση των τιμών τους σε περιόδους κρίσης (γεωπολιτικές, φυσικά φαινόμενα).
Στη συνέχεια, έδειξε ότι σε ένα γράφημα 50 ετών η τιμή των εμπορευμάτων θεωρείται πολύ φτηνή σε σχέσημε τις τιμές των μετοχών (S&P 500).
Τέλος, σύμφωνα με τον ομιλητή η ιδιαίτερα υψηλή ζήτηση από Κίνα και Ινδία θα προσφέρει επενδυτικές ευκαιρίες στα εμπορεύματα τα επόμενα χρόνια.
O καθηγητής Derek Bunn, από το London Business School, ανέπτυξε την αγορά πιστοποιητικών διοξειδίου του άνθρακα στην Ευρώπη. Ανέφερε ότι αυτή η αγορά φτιάχτηκε για να αυξηθεί το κόστος λειτουργίας ρυπογόνων μονάδων και για να προωθηθούν οι καθαρότερες τεχνολογίες. Αναρωτήθηκε γιατί παρά την εφαρμογή του μέτρου οι επενδύσεις σε λιγνιτικές μονάδες συνεχίζονται.
Η απάντηση σε αυτήν την ερώτηση έρχεται, κυρίως, από το γεγονός ότι σε πρώτη φάση η εφαρμογή του συστήματος εμπορίας ρύπων επέτρεψε υψηλά όρια εκπομπών και κατά συνέπεια μεγάλη προσφορά πιστοποιητικών.
<Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr