Η επιλογή έγινε μεταξύ 15 διεθνών επενδυτικών συμβούλων -που έλαβαν σχετική πρόσκληση- και κατόπιν διαγωνισμού, ο οποίος ξεκίνησε τον περασμένο Αύγουστο και ολοκληρώθηκε εντός του Σεπτεμβρίου, μέσα από μια απόλυτα διαφανή διαδικασία. Στο κάλεσμα ανταποκρίθηκε μονοψήφιος αριθμός εταιρειών, με τις περισσότερες να αποκλείονται λόγω σύγκρουσης συμφερόντων, καθώς είχαν προκρίνει τη συμμετοχή τους ως υποψήφιοι σύμβουλοι για τη διάθεση των μετοχών των συστημικών τραπεζών, που έχει υπό τον έλεγχό του το ΤΧΣ. Δηλαδή, ο σύμβουλος αποεπένδυσης δε θα μπορούσε να έχει συμμετοχή και στον έτερο διαγωνισμό για τη διάθεση-πώληση μετοχών.
Η πρόσκληση κατάθεσης προσφορών στάλθηκε από το Ταμείο στα τέλη του περασμένου Ιουλίου, αλλά οι προσφορές κατατέθηκαν σχεδόν 20 ημέρες αργότερα, λόγω παράτασης που ζήτησαν οι ενδιαφερόμενοι. Από τις εταιρείες που συμμετείχαν και έμειναν στη short list ζητήθηκαν βελτιωμένες προσφορές και το ΤΧΣ κατέληξε σε δύο υποψηφίους, τις Rothschild και Lazard, από τους οποίους ζητήθηκε κατάθεση οριστικών προσφορών. Σύμφωνα με πληροφορίες, για το αδιάβλητο του διαγωνισμού ορίστηκε εξωτερικό νομικό γραφείο, το οποίο δημιούργησε ειδική ηλεκτρονική πλατφόρμα με περιορισμένες προσβάσεις (VDR) όπου οι ενδιαφερόμενοι κατέθεσαν τις προσφορές. Διενεργήθηκαν κύκλοι επανακατάθεσης βελτιωμένων προσφορών, όπως όριζε η πρόσκληση του διαγωνισμού, μέχρι η επιτροπή να καταλήξει στην Rothschild, με την τράπεζα να καταθέτει την υψηλότερη προσφορά και να αναδεικνύεται η τεχνικά αρτιότερη στο διαγωνισμό, κερδίζοντας στα σημεία τη Lazard.
Αφορμή για την επίσπευση των διαδικασιών αποτέλεσε το ενδιαφέρον που έχει εκδηλώσει επίσημα προς το ΤΧΣ το κρατικό fund της Σαουδικής Αραβίας Public Investment Fund (PIF) για την εξαγορά του 20% της Εθνικής Τράπεζας. Η πρόταση υπεβλήθη κατά την πρόσφατη επίσκεψη του διαδόχου του θρόνου της Σαουδικής Αραβίας, πρίγκιπα Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν, στην Αθήνα.
Τι ακολουθεί
Το πλάνο αποεπένδυσης του ΤΧΣ θα είναι έτοιμο προς έγκριση από τη Rothschild έως το τέλος του 2022, ενώ η στρατηγική θα λαμβάνει υπόψη της τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργείου Οικονομικών, το οποίο δύναται να ζητά προηγουμένως τη γνώμη της Τράπεζας της Ελλάδος. Επιπλέον, τις επόμενες ημέρες αναμένεται η ανάδειξη του συμβούλου διάθεσης για τις μετοχές του Ταμείου. Η διαδικασία προβλέπει την κατάθεση μιας short list τριών υποψηφίων, με το ΥΠΟΙΚ να έχει και εκεί τον τελευταίο λόγο.
O χρονικός ορίζοντας του πλάνου είναι μέχρι το τέλος του 2025, καθώς μέχρι τότε το ΤΧΣ είναι υποχρεωμένο να μηδενίσει το ποσοστό που κατέχει στις ελληνικές τράπεζες. Στο πλάνο αποεπένδυσης η Rothschild θα περιγράφει τη στρατηγική του ΤΧΣ, ενώ ο σύμβουλος διάθεσης θα πρέπει να καταρτίσει διαφορετικό πλάνο διάθεσης μετοχών ανά τράπεζα. Η διάθεση των μετοχών θα γίνεται μέσω βιβλίου προσφορών και με βάση την έκθεση αποτίμησης του συμβούλου διάθεσης, το ΤΧΣ θα ορίζει το ελάχιστο ποσοστό κάλυψης, όπως και την τιμή διάθεσης.
Σημειώνεται ότι το ΤΧΣ συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο και των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, ελέγχοντας το 40,3% στην Εθνική Τράπεζα, το 27% στην Τράπεζα Πειραιώς, το 9% στην Alpha Bank και το 1,4% στην Eurobank. Παράλληλα, κατέχει ποσοστό 62,93% επί της Attica Bank.
Η στρατηγική αποεπένδυσης
Σύμφωνα με όσα ορίζει ο νόμος 4941/2022 σχετικά με τη στρατηγική αποεπένδυσης του ΤΧΣ από τις συμμετοχές του στις τράπεζες, ο τρόπος και η διαδικασία διάθεσης («στρατηγική αποεπένδυσης») του συνόλου ή μέρους των μετοχών ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων πιστωτικού ιδρύματος που κατέχει το ΤΧΣ καθορίζεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου.
Η διάθεση μπορεί να γίνεται τμηματικά ή άπαξ, κατά την κρίση του Ταμείου και σε συμμόρφωση με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις.
Το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου συντάσσει αιτιολογημένη στρατηγική αποεπένδυσης, η οποία περιλαμβάνει το γενικό πρόγραμμα διάθεσης των μετοχών ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων πιστωτικών ιδρυμάτων τα οποία κατέχει το Ταμείο, καθώς και ειδικότερες κατευθύνσεις ανά πιστωτικό ίδρυμα, για τις οποίες λαμβάνονται υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά της συμμετοχής του Ταμείου σε αυτό.
Η στρατηγική αποεπένδυσης τηρεί τις αρχές του ανταγωνισμού και διέπεται, ενδεικτικά και όχι περιοριστικά, από τις ακόλουθες αρχές:
(α) την οικονομική και λειτουργική βιωσιμότητα του πιστωτικού ιδρύματος
(β) τις συνθήκες της αγοράς, τις μακροοικονομικές συνθήκες, και τις συνθήκες που διέπουν τον κλάδο των πιστωτικών ιδρυμάτων
(γ) τις ευλόγως αναμενόμενες συνέπειες της στρατηγικής αποεπένδυσης για τον χρηματοπιστωτικό τομέα, την αγορά και την ευρύτερη οικονομία της χώρας
(δ) τον σεβασμό στην αρχή της διαφανούς δράσης
(ε) την αναγκαιότητα κατάρτισης χρονοδιαγράμματος υλοποίησης της στρατηγικής αποεπένδυσης, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, τη διάρκεια του Ταμείου
(στ) την ανάγκη διάθεσης σε εύλογο και έγκαιρο χρονικό διάστημα
(ζ) την ανάγκη επιστροφής του ελληνικού χρηματοπιστωτικού τομέα σε καθαρά ιδιωτική μετοχική σύνθεση.
Ενδεικτικά, η στρατηγική αποεπένδυσης περιλαμβάνει προβλέψεις για τα ακόλουθα:
(α) τις ενδεδειγμένες ανταγωνιστικές διαδικασίες προσφορών και τις προϋποθέσεις συμμετοχής σε αυτές
(β) τις απαιτήσεις διαφάνειας και συμμόρφωσης με την νομοθεσία της κεφαλαιαγοράς
(γ) τις πιθανές μεθοδολογίες διάθεσης
Αριστοτέλης Παππάς
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr