Στη «μάχη» της μείωσης των προβλέψεων θα κριθεί η κερδοφορία των τραπεζών φέτος, με στόχο αυτές να μειωθούν για το σύνολο της χρήσης κάτω και από τα επίπεδα του τελευταίου τριμήνου του 2015. Πρόκειται για ένα δύσκολο στόχο, καθώς οι τράπεζες θα κληθούν να αντιμετωπίσουν το θέμα της πραγματικής τους κάλυψης από προβλέψεις για προβληματικά επιχειρηματικά δάνεια.
Το α΄ τρίμηνο του 2016 οι τράπεζες προχώρησαν σε ραγδαία μείωση των προβλέψεων για επισφαλή δάνεια από τις προβλέψεις – μαμούθ των 3,5 δισ. ευρώ του τελευταίου τριμήνου του 2015 και περίπου 13 δισ. ευρώ για το σύνολο του προηγούμενου έτους.
Ειδικότερα, για την ΕΘΝΙΚΗ Τράπεζα οι εγχώριες προβλέψεις μειώθηκαν στα 134 εκατ. ευρώ από 671 εκατ. ευρώ το δ΄ τρίμηνο 2015, για την ALPHA BANK οι προβλέψεις για την κάλυψη του πιστωτικού κινδύνου διαμορφώθηκαν σε 255,1 εκατ. ευρώ, για τη EUROBANK ανήλθαν σε 175 εκατ. ευρώ από 263 εκατ. ευρώ το δ΄ τρίμηνο του 2015 και για την Τράπεζα ΠΕΙΡΑΙΩΣ μειώθηκαν στα 289 εκατ. ευρώ από 1,384 δισ. ευρώ στο δ΄ τρίμηνο 2015.
Η περαιτέρω πορεία της μείωσης των προβλέψεων, ωστόσο, θα κριθεί από τον ρυθμό αποκλιμάκωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Στο α’ τρίμηνο του 2016 φάνηκε ότι τα νέα «κόκκινα» δάνεια έπιασαν «ταβάνι», αν και θα πρέπει να υπάρξουν εγγυήσεις για την παγίωση της τάσης και στο β΄ τρίμηνο του έτους. Και είναι οι επιπτώσεις των δημοσιονομικών μέτρων και ο ρυθμός επιστροφής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, που θα κρίνουν την τελική τάση στα νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, την ώρα που η διαχείριση των υφιστάμενων "κόκκινων" δανείων θα αποτελέσει για φέτος προτεραιότητα των τραπεζών.
Με δεδομένη την επιδείνωση του κλίματος στις επιχειρήσεις, εκτιμάται ότι η κορύφωση στο σχηματισμό υψηλών προβλέψεων δεν πρέπει να αναμένεται στην τρέχουσα χρήση, όπως ήταν οι αρχικές εκτιμήσεις των τραπεζών, αλλά μεταξύ του α΄ τριμήνου - α΄ εξαμήνου του 2017.
Το γεγονός ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν συσσωρευμένες προβλέψεις, ύψους 60 δισ. ευρώ, αποτελεί μεν υψηλή προστασία, πλην όμως αυτό δεν σημαίνει ότι οι τράπεζες είναι απολύτως καλυμμένες. Η Ελλάδα αυτή τη στιγμή έχει το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων στην Ευρώπη (μετά την Κύπρο), το οποίο στα τέλη του α΄ τριμήνου του 2016 έφθασε το 45% όλων των ανοιγμάτων των ελληνικών τραπεζών και σε απόλυτα μεγέθη τα 108,6 δισ. ευρώ. Στον τομέα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων των τραπεζών φθάνει στο 67%, στα στεγαστικά το 42% και στα καταναλωτικά το 55%.
Τα πιο πάνω μεγέθη δεν έχουν ακόμα σταθεροποιηθεί και συνεχίζουν να αυξάνονται, ακολουθώντας αντίστροφη πορεία σε σχέση με τη μεταβολή (συρρίκνωση) του ΑΕΠ της χώρας. Στο α΄ τρίμηνο του 2016 τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα αυξήθηκαν κατά 600 εκατ. ευρώ, αν και εμφάνισαν μια τάση επιβράδυνσης, δεδομένου ότι η αύξηση στο δωδεκάμηνο του 2015 ξεπέρασε τα 4 δισ. ευρώ.
Παρά το μέγεθος του προβλήματος, η κεφαλαιακή βάση του τραπεζικού συστήματος παραμένει ισχυρή, αφού οι αναληφθείσες προβλέψεις φθάνουν στο 50%. Αν δε προσθέσουμε και την αξία των εξασφαλίσεων, τότε η συνολική κάλυψη έναντι κινδύνων φθάνει στο 101% και είναι από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ε.Ε.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr