Στόχος είναι η μεγάλη μείωση του δείκτη των μη εξυπηρετούμενων δανείων μέσα στην επόμενη διετία.
Σήμερα, από τα περίπου 204,5 δισ. ευρώ υπόλοιπα δανείων προς επιχειρήσεις (96,5 δισ.), ελεύθερους επαγγελματίες (13,5 δισ.) και νοικοκυριά (94,5 δισ.), περισσότερα από τα μισά είτε βρίσκονται σε οριστική καθυστέρηση ή ένα βήμα πριν τεθούν σε καθεστώς καθυστέρησης.
Οι τράπεζες εκτιμούν ότι μέσα στην προσεχή διετία θα μπορούσαν να ανακτήσουν δάνεια 10 – 15 δις. ευρώ και να προσφέρουν βιώσιμες λύσεις σε άλλα τόσα. Εφόσον η διαχείριση των «κόκκινων» δανείων ευνοηθεί από ένα περιβάλλον πολιτικής και οικονομικής σταθερότητας, εκτιμούν ότι ο δείκτης επισφαλειών θα μπορούσε να υποχωρήσει στο 30% - 35% στη διετία. Στην πράξη σήμερα, με μη εξυπηρετούμενα «ανοίγματα» 108 δισ. ευρώ, ο δείκτης επισφαλειών κινείται στο 50%.
Ο συνολικός δείκτης καθυστερήσεων έχει εκτοξευθεί στο 35,7%, βάσει στοιχείων Σεπτεμβρίου 2015 όταν ήταν μόλις στο 4,6% το 2007, ενώ ο δείκτης καθυστερήσεων στα ρυθμισμένα δάνεια ξεπερνούσε στο 9μηνο το 43% όταν το 2007 μόλις που προσέγγιζε το 5%.
Οι δυνατότητες για πώληση προβληματικών δανείων που θα παρέχει το πλαίσιο της ΤτΕ δεν θα αποτελέσουν βασική ή τουλάχιστον πρώτιστη επιλογή για τις τράπεζες. Για την επόμενη διετία, οι πωλήσεις σε funds θα χρησιμοποιηθούν επικουρικά, ενώ θα ενταθεί η διαχείριση των ληξιπρόθεσμων δανείων από τις εσωτερικές δομές των ίδιων των τραπεζών. Ο σχεδιασμός των τραπεζών προβλέπει ότι φέτος, μετά τις άδειες που θα δοθούν σε ξένα funds και τις συμπράξεις που θα προκύψουν, θα μεταβιβαστούν για εκτός τραπεζών διαχείριση, περίπου 1 δισ. ευρώ «κόκκινων» επιχειρηματικών ανά τράπεζα και περίπου 500 εκατ. δανείων στεγαστικών και καταναλωτικών.
Πρόκειται για ποσά με τα οποία θα ξεκινήσει πιλοτικά η διαχείριση δανείων από τα ξένα funds και τα οποία αθροιστικά για τις συστημικές τράπεζες υπολογίζονται στα 4 δισ. ευρώ επιχειρηματικά και 2 δισ. ευρώ δάνεια στέγης και καταναλωτικά. Από τα τελευταία, οι τράπεζες προβλέπουν ότι σε ορίζοντα διετίας – τριετίας θα μπορέσουν να ανακτήσουν μάξιμουμ το 30% - 40%. Για τα επιχειρηματικά ο δείκτης εισπραξιμότητας εκτιμάται στο 50%, δηλαδή οι τράπεζες προσβλέπουν σε ανακτήσεις οφειλών της τάξεως των 2 δισ. ευρώ.
Προς το παρόν, η μόνη σύμπραξη τράπεζας – εξειδικευμένου οίκου που υπάρχει, αν και ανενεργή από τα τέλη του 2014, είναι αυτή της Alpha Bank με την ισπανική Aktua. Στο σχήμα αυτό συζητά να προσχωρήσει και η Eurobank, η οποία συζητά επίσης με το fund KKR για τη συνδιαχείριση μη εξυπηρετούμενων επιχειρηματικών δανείων.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr