Όμως η πολυπλοκότητα του finance και οι μεγάλες οικονομικές απολαβές του investment banking τον γοήτευαν περισσότερο από τη διοίκηση της οικογενειακής βιομηχανίας και έτσι ξεκίνησε να εργάζεται το 1992 στην Barclays Bank αρχικά και στην ABN Amro στη συνέχεια, με αντικείμενο το investment banking.
Το 1996 ανεξαρτοποιήθηκε ιδρύοντας τη χρηματιστηριακή εταιρεία Π&Κ και απήλαυσε τον χρηματιστηριακό πυρετό των 90’s και τα συνακόλουθα κέρδη της χρηματιστηριακής ευημερίας. Την Π&Κ την πούλησε μετά από 10 χρόνια, το 2007, στην Εθνική Τράπεζα και ο ίδιος ανέλαβε τη θέση του Γενικού Διευθυντή Επενδυτικής Στρατηγικής της τράπεζας, όπου παρέμεινε μέχρι το 2011. Αποχωρώντας από την ΕΤΕ, με μια ενδιάμεση στάση ως Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος της Geniki Bank, ίδρυσε την επενδυτική εταιρεία Virtus Southeastern Fund η οποία ξεκίνησε να επενδύει σε ελληνικές επιχειρήσεις.
Το βιομηχανικό οικογενειακό παρελθόν ασφαλώς επηρέασε την απόφαση του να επενδύσει πρώτα στην εταιρεία Astir Vitogiannis, μια οικογενειακή επιχείρηση που κατασκεύαζε μεταλλικά πώματα μπουκαλιών για αναψυκτικά και μπύρες. Η Astir είχε μια λαμπρή πορεία τα επόμενα χρόνια και έφτασε να είναι εξαγωγική κατά 90% πριν ακόμη αγοράσει την εταιρεία Coleus packaging με εργοστάσιο στη Νότια Αφρική. Η διεθνοποίηση της Astir η οποία πλέον δραστηριοποιήθηκε σε δυο ηπείρους μέσω της Coleus και πούλαγε διεθνώς, της έδωσε άλλες δυνατότητες ανάπτυξης και άλλο επίπεδο αποτίμησης.
Η δεύτερη επενδυτική επιλογή του Παπακωνσταντίνου ήταν η εταιρεία Three Cents που παράγει tonic water και mixers για κοκτέηλς τα οποία πούλαγε σε μπαρ. Η Three Cents είχε ιδρυθεί από 3 εμπνευσμένους μπάρμαν και ένα διανομέα ποτών και με τη βοήθεια της ομάδας της Virtus, κατάφερε, όχι μόνο να επιβιώσει μέσα στην καραντίνα του Covid, όταν τα μπάρ ήταν κλειστά, αλλά και να αυξήσει σημαντικά τις πωλήσεις και τα κέρδη της, βάζοντας τα προιόντα της στα σούπερ μάρκετ. Οι καταναλωτές ενθουσιάστηκαν με τις γεύσεις και την ποιότητα των τόνικ της Three Cents και η εταιρεία έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό, το οποίο έφερε πολύ μεγάλη αύξηση των πωλήσεων.
Στο μεταξύ, ο Λάμπρος Παπακωνσταντίνου συγχώνευσε τη Virtus με την εισηγμένη στο Χρηματιστήριο της Αθήνας IDEAL Holdings στην οποία πέρασαν οι συμμετοχές της Virtus και ο Παπακωνσταντίνου απέκτησε μετοχές στην Ideal και ανέλαβε τη θέση του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου της, την οποία κατέχει και σήμερα.
Η IDEAL είχε στο χαρτοφυλάκιο της τις μετοχές της εταιρείας Adacom της μεγαλύτερης εταιρείας υπηρεσιών cyber security στην Ελλάδα. Και ο Παπακωνσταντίνου εξαγόρασε την Netbull, μια ακόμη ελληνική εταιρεία κυβερνοασφάλειας που παρείχε συμπληρωματικές για την Adacom υπηρεσίες. Στη συνέχεια, προκειμένου να μεγεθύνει το αποτύπωμα της IDEAL στον κλάδο της πληροφορικής, εξαγόρασε την εισηγμένη στο χρηματιστήριο εταιρεία πληροφορικής Byte Hellas.
Η πιο πρόσφατη επένδυση της IDEAL Holdings είναι η εξαγορά του 100% των πολυκαταστημάτων Attica, αλλά και του 75% της BlueStream.
Είναι προφανές ότι μια εταιρεία επενδύσεων, όπως είναι η IDEAL Holdings, δεν μπορεί μόνο να αγοράζει, πρέπει κάποια στιγμή να ρευστοποιεί τις επενδύσεις της για να μεγιστοποιήσει τα κέρδη της, αλλά και για να επενδύσει σε νέες εταιρείες.
Όπως κάθε συνετός επενδυτής, ο Παπακωνσταντίνου, όταν βρήκε την κατάλληλη τιμή ρευστοποίησε κάποιες από τις επενδύσεις του. Η Astir Vitogiannis εξαγοράστηκε από τον κορυφαίο διεθνή όμιλο του κλάδου των πωμάτων, Guala Closures, έναντι 136 εκατομμυρίων, προσφέροντας κέρδος άνω των 100 εκατ. Ευρώ στην IDEAL Holdings, ενώ η 3Cents εξαγοράστηκε από την Coca Cola Hellas του ομίλου Δαυίδ Λεβέντη, αφήνοντας κέρδη άνω των 30 εκατομμυρίων.
Σήμερα η IDEAL Holdings διαθέτει - εκτός των συμμετοχών της στις επιχειρήσεις που έχει επενδύσει - μια ρευστότητα 180 εκατομ. Ευρώ και ο Λάμπρος Παπακωνσταντίνου αναζητεί νέες εταιρείες για να επενδύσει. Πώς τις επιλέγει όμως; Με ποια κριτήρια διαλέγει;
Πώς και πού επενδύει
Η επενδυτική τακτική της IDEAL είναι μάλλον μοναδική για την ελληνική αγορά. Σε αντίθεση με άλλα funds που επενδύουν σε πολλές μικρές εταιρείες αποκτώντας μειοψηφικά ποσοστά, ή - στο άλλο άκρο - τα μεγάλα ξένα funds που διαλέγουν μόνο πολύ μεγάλες επιχειρήσεις για να επενδύσουν, αναλαμβάνοντας και τη διοίκηση τους, η IDEAL επενδύει σε μεσαίες και μεγάλες εταιρείες με αναγνωρίσιμο εμπορικό σήμα, με υγιή χρηματοοικονομική κατάσταση και κερδοφορία και αποκτά είτε πλειοψηφία, είτε το 100% των μετοχών τους. Δεν αναλαμβάνει το management, διατηρεί τα ίδια πρόσωπα στη διοίκηση των εξαγοραζόμενων επιχειρήσεων και τις βοηθά να αναπτυχθούν, τόσο οργανικά όσο και μέσω εξαγορών και συγχωνεύσεων με συμπληρωματικές εταιρείες.
Βασικά κριτήρια για την επιλογή μιας εταιρείας στην οποία σκοπεύει να επενδύσει, είναι η αναγνωρισιμότητα της, να είναι πρωτοπόρος στον κλάδο της και να μπορεί να συσπειρώσει γύρω από το όνομα της άλλες εξαγοραζόμενες επιχειρήσεις. Φυσικά, η προοπτική ανάπτυξης η οποία θα εξασφαλίζει μελλοντικά μια κερδοφόρα έξοδο για την IDEAL, είναι αναγκαία προϋπόθεση.
“Εμείς δεν αναλαμβάνουμε το management των επιχειρήσεων στις οποίες επενδύουμε. Ούτως ή άλλως, ένα από τα βασικά κριτήρια με τα οποία τις επιλέξαμε, είναι το ικανό management που διέθεταν.
Στεκόμαστε δίπλα στους διοικούντες την εταιρεία, προσφέρουμε know how σε διάφορους τομείς, συνεργαζόμενοι πάντα με κορυφαίους διεθνείς συμβούλους, αναζητούμε επιχειρήσεις τις οποίες θα εξαγοράσουμε και θα συγχωνεύσουμε γύρω από τις εταιρείες μας και συμβάλουμε στην ανάπτυξη της εταιρείας προς όφελος των δικών μας κερδών, αλλά και των διοικούντων”, εξηγεί ο Παπακωνσταντίνου.
Και σε ένα πιο προσωπικό ύφος, χαίρεται να λέει ότι “είμαι περήφανος και χαρούμενος διότι οι πρώην μέτοχοι και οι managers των εταιρειών που εξαγοράσαμε, αφενός συνέχισαν να κερδίζουν πολλά χρήματα μετά την εξαγορά, κατά τη διάρκεια της μεγέθυνσης των εταιρειών τους αλλά και από την πώλησή τους στο τέλος, και αφετέρου παραμένουν στη διοίκηση των εταιρειών τους ακόμη και αφού εμείς τις πουλήσουμε. Αυτό συνέβη και με τον Στέλιο Βιτογιάννη και με του ιδρυτές της 3Cents. Παρέμειναν στη διοίκηση όταν τους εξαγοράσαμε και παραμένουν ακόμη και σήμερα που εμείς έχουμε φύγει από τις επιχειρήσεις τους".
Εξηγώντας το πώς και γιατί πουλάει, ο Παπακωνσταντίνου λέει κάτι που σπάνια ακούς από investment bankers: “Δεν πουλάμε στο μαξιμουμ της αξίας που μπορεί να έχει η εταιρεία, πουλάμε όταν βρούμε μια αποτίμηση που μας ικανοποιεί σε κέρδη, αλλά πάντα αφήνουμε περιθώρια κέρδους σε αυτούς που αγοράζουν τις επιχειρήσεις μας. Πρέπει να αφήνεις “κρέας στο κόκκαλο” όταν πουλάς και να νιώθεις ότι και ο επόμενος θα βγάλει κέρδη.
Στην περίπτωση της Astir για παράδειγμα, ο όμιλος που την αγόρασε από εμάς έχει 11πλάσιο μέγεθος από την Astir και δραστηριοποιείται σε 30 χώρες. Μας προσέφερε για να την αγοράσει περισσότερα από όσα εμείς υπολογίζαμε. Όμως η απόκτηση της Astir αποσβέστηκε πολύ σύντομα και προσέθεσε μερίδιο αγοράς πολλαπλασιάζοντας τα κέρδη του ομίλου που την αγόρασε. Όλοι έχουν κερδίσει. Ο αρχικός μέτοχος, ο Βιτογιάννης, ο οποίος αφού εισέπραξε την αξία της εταιρείας του, συνεχίζει να τη διοικεί, ευρισκόμενος σήμερα σε κορυφαία θέση ενός πολυεθνικού ομίλου, η IDEAL που επένδυσε στην εταιρεία και ο ξένος όμιλος που την αγόρασε από την IDEAL.
Το ίδιο συνέβη με τη Three Cents. Οι αρχικοί μέτοχοι εισέπραξαν από την εξαγορά που κάναμε, συνέχισαν να διοικούν την εταιρία τους, εισέπραξαν από την ανάπτυξη της και από την πώληση της, σήμερα είναι στελέχη της νέας ιδιοκτήτριας με συμβόλαιο αρκετών ετών και μεγάλες αμοιβές, εμείς κερδίσαμε μεγάλη υπεραξία μεταβιβάζοντας τις μετοχές της, η Coca Cola Hellas που την αγόρασε ήδη απολαμβάνει τα κέρδη που προκύπτουν από τη Three Cents. Είναι ωραίο να κερδίζουν όλοι, δεν πιστεύω ότι πρέπει να εξαντλεί ο επενδυτής τις δυνατότητες μιας επένδυσης και να ψάχνει θύματα για να την ξεφορτωθεί.”
Με τη μετοχή, τι γίνεται;
Η IDEAL είναι εισηγμένη στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, έχει κεφαλαιοποίηση περίπου 300 εκατομμύρια Ευρώ, έχει 180 εκατομμύρια ρευστότητα προς επένδυση, τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) είναι 53 εκατομμύρια και τα κέρδη προ φόρων 38 εκατομμύρια. Τα πολύ υγιή χρηματοοικονομικά στοιχεία μεταφράζονται σε μερίσματα για τους μετόχους και η αξία της εταιρείας και των μετοχών τους αυξάνεται με τις νέες επενδύσεις.
Ο Λάμπρος Παπακωνσταντίνου θεωρεί ότι η υγιής εικόνα και οι προοπτικές της εταιρείας θα αποτυπώνονται στη χρηματιστηριακή τιμή της. Εξάλλου, όπως λέει, το μετοχολόγιο της IDEAL είναι “ιδεώδες” διότι εξασφαλίζει σταθερή μετοχική σύνθεση και διοικητική εμπειρία. Η οικογένεια Δαυίδ Λεβέντη έχει το 15%, άλλο τόσο έχει ο Bιτoγιάννης από την ανταλλαγή των μετοχών του, οι διοικούντες την εταιρεία έχουν 10%, οι Έλληνες και ξένοι θεσμικοί το 35% και το υπόλοιπο 25% είναι μοιρασμένο μισά - μισά σε μεγάλους και μικρούς ιδιώτες μετόχους.
Με ευχαριστημένους μετόχους και συνεργάτες και με 180 εκατομμύρια στο ταμείο για νέες εξαγορές, ο Λάμπρος Παπακωνσταντίνου έχει καταφέρει να είναι ταυτόχρονα “ο Πωλών αλλά και ο Αγοράζων τοις μετρητοίς”.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο Reporter Magazine Ιουλίου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr