Ο στόχος αυτός διατυπώθηκε ρητά στους επικεφαλής των τραπεζών στις κατ’ ιδίαν επαφές τους με τους ξένους μεγαλομετόχους τους, βάζοντας μάλιστα και έναν μίνιμουμ στόχο για κερδοφορία 200-300 εκατ. ευρώ, με τις τράπεζες που δεν έλαβαν κρατική ενίσχυση στην πρόσφατη ανακεφαλαιοποίηση να καλούνται για… άμεσα αποτελέσματα.
Βέβαια, είναι ένα ερώτημα αν μπορεί να επιβεβαιωθεί η εκτίμηση αναλυτών ότι η επιστροφή των τεσσάρων συστημικών ομίλων στην κερδοφορία το 2016, παρά τις τελευταίες εξελίξεις, είναι υπό προϋποθέσεις εφικτή. Πρόκειται για στόχο που είχε τεθεί για την περυσινή χρήση, ωστόσο ο εκτροχιασμός της οικονομίας ανέτρεψε τη διαγραφόμενη στα τέλη του 2014 θετική πορεία των μεγεθών του κλάδου.
Σε κάθε περίπτωση, και δεδομένου ότι οι παλιοί, μακροπρόθεσμου ορίζοντα, μέτοχοι έχουν βάλει δύο φορές κεφάλαια στις τράπεζες τα τελευταία χρόνια (αμκ 2014 και 2015) και πλέον «θέλουν κάτι να δούνε», ενώ υπάρχουν και νέοι μέτοχοι με βραχυπρόθεσμο επενδυτικό προφίλ που πιέζουν για «κέρδη εδώ και τώρα», οι τραπεζίτες καλούνται να λύσουν τον γρίφο της επιστροφής, με κάθε τρόπο, σε κερδοφορία. Βέβαια, εσχάτως στο ταμπλό παρατηρήθηκε αποεπένδυση κάποιων hedge funds υπό το καθεστώς της αβεβαιότητας που επικρατεί διεθνώς αλλά και στο εσωτερικό (διαπραγμάτευση, ασφαλιστικό κ.λπ.) αλλά και αντίστοιχη στήριξη των μακροπροθέσμων επενδυτών, ωστόσο, η «πίεση» των ξένων μεγαλομετόχων δεν έχει αμβλυνθεί.
Οι τραπεζικές διοικήσεις θεωρούν ότι, εφόσον επαληθευτεί το βασικό μακροοικονομικό σενάριο και η ύφεση περιοριστεί γύρω από τα επίπεδα του 1% εφέτος, τα αποτελέσματα μπορούν να γυρίσουν σε θετικό έδαφος. Κυρίως μέσω των χαμηλότερων προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις και δευτερευόντως με την περαιτέρω μείωση των λειτουργικών εξόδων και του κόστους χρηματοδότησης. Από το πρώτο τρίμηνο του 2014 ως και το τρίτο τρίμηνο της περσινής χρήσης σχηματίστηκαν προβλέψεις συνολικού ύψους άνω των 20 δισ. ευρώ από τις ΕΘΝΙΚΗ, ALPHA BANK, EUROBANK, ΠΕΙΡΑΙΩΣ.
Προφανώς, και δεδομένης της κατάστασης της ελληνικής οικονομία, οι ξένοι δεν περιμένουν πολλά από την αύξηση των εργασιών των τραπεζών καθώς δεν περισσεύει ρευστότητα ενώ από την άλλη πλευρά τραπεζικά στελέχη ισχυρίζονται ότι αύξηση των εσόδων από προμήθειες επίσης δεν προκύπτει, δεδομένης της πίεσης για μείωση των τραπεζικών χρεώσεων.
Κατά συνέπεια, η επίτευξη κερδών μπορεί να προέλθει από τη διαχείριση «κόκκινων» δανείων και τη μείωση του κόστους χρηματοδότησης. Τραπεζικά στελέχη εκτιμούν ότι η περσινή χρήση θα κλείσει με συνολικές προβλέψεις περί τα 8-10 δισ. ευρώ. Πρόκειται για μη βιώσιμα επίπεδα τα οποία οδηγούν αναπόφευκτα στην καταγραφή ζημιών. Στόχος για την φετινή χρονιά είναι η μείωσή τους τουλάχιστον στο 50%-70% των συνολικών προβλέψεων του 2015, τουλάχιστον για τις τράπεζες που πήραν όλες τις προβλέψεις του AQR. Η συμβολή της διαχείρισης των «κόκκινων» δανείων στα κέρδη των τραπεζών αρχικά δεν εδράζεται σε επίπεδο άμεσων εσόδων από πωλήσεις δανείων σε funds ή έστω από αύξηση της εισπραξιμότητας οφειλών. Η διαχείριση των δανείων είναι project με ορίζοντα 3 – 5 ετών που για φέτος δύσκολα θα μπορούσε να αποδώσει άνω του 1 δις. ευρώ.
Αυτό βέβαια προϋποθέτει να μην υπάρξει μεγάλη καθυστέρηση στην αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος, να ξεκινήσει η συζήτηση για το ελληνικό χρέος αλλά και να μην καταγραφεί σημαντική επιβάρυνση στην εγχώρια αγορά από το εξωτερικό περιβάλλον. Σε μια τέτοια περίπτωση, η ΕΚΤ θα επαναφέρει το waiver για τα ελληνικά ομόλογα εξασφαλίζοντας φθηνότερη απευθείας χρηματοδότηση από τους μηχανισμούς της με ανάλογη μείωση της εξάρτησης από τον ELA Κι εδώ εισέρχεται ο παράγοντας «μείωση του κόστους χρηματοδότησης».
Μόνο από την αποδοχή των ελληνικών τίτλων ως ενεχύρων από την Ευρωτράπεζα μπορούν να μεταφερθούν περί τα 10 δισ. ευρώ από τον ELA της Τράπεζας της Ελλάδος στις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ, με ετήσιο όφελος 150 εκατ. ευρώ. Επιπλέον, 10 δισ. ευρώ από τον ELA (επιτόκιο 1,55%, ο οποίος έχει τελικό κόστος, αναλόγως τράπεζας, στο 2,30% - 2,50% λόγω του επανατοκισμού) που έχουν εξασφαλιστεί με ακριβότερες εγγυήσεις λόγω της επιπλέον προμήθειας που καταβάλλεται προς το Δημόσιο για κάποιους τίτλους του (Pillar II και ΙΙΙ με επιτόκιο 3,05%) θα μπορούσαν να αντικατασταθούν με καταθέσεις, νέες μικρές εκδόσεις ομολογιακών δανείων, αλλά και μέσω της απομόχλευσης, η οποία θα συνεχιστεί και τους επόμενους μήνες.
Στόχος των τραπεζών είναι και η ενίσχυση της καταθετικής βάσης με επιστροφή καταθέσεων, ωστόσο ομολογούν πως θα απαιτηθεί χρόνος και… προσπάθεια. Μπορούν, ωστόσο, να υπολογίζουν σε ακόμη χαμηλότερο κόστος για τις υφιστάμενες καταθέσεις λόγω περαιτέρω υποχώρησης των επιτοκίων ακόμη και χαμηλότερα του 1%. Στα πλάνα αναδιάρθρωσης που έχουν υποβάλει στην Κομισιόν οι τράπεζες υπολογίζουν ότι εφέτος η επιστροφή καταθέσεων θα ανέλθει σε 7,5 δισ. ευρώ περίπου, αν δεν υπάρξει νέα επιδείνωση του κλίματος.
Μεγάλη «μάχη» δίνουν οι τράπεζες και για την απελευθέρωση της ροής χρηματοδότησης από τις θυγατρικές τους στο εξωτερικό. Οι τελευταίες έχουν ρευστότητα που υπολογίζεται στα 8 δις. ευρώ και η οποία αν αίρονταν το απαγορευτικό που έθεσαν περίπου ένα χρόνο πριν οι τοπικές κεντρικές τράπεζες, θα μπορούσε να κατευθυνθεί στις μητρικές στην Ελλάδα σε ένα ποσοστό.
Γιώργος Παπακωνσταντίνου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr