Εξίσου μεγάλο πρόβλημα είναι πως θα διατεθεί η φετινή παραγωγή τεύτλων καθώς έχουν καλλιεργηθεί 18.000 στρέμματα από τευτλοπαραγωγούς που όμως δεν έχουν συμβάσεις με την ΕΒΖ.
Οι βιομηχανικές μονάδες, σύμφωνα με τη διοίκηση της εταιρείας, παραμένουν ανενεργές το 70% του χρόνου. Αντίθετα, οι μονάδες στη Σερβία παραμένουν ανενεργές μόλις το 10% του χρόνου. Δεν είναι τυχαίο, επομένως, ότι κανένας επενδυτής δεν ήθελε τις δραστηριότητες της ΕΒΖ στην Ελλάδα, σε αντίθεση με εκείνες της Σερβίας.
Μάλιστα, χάρις στις ιδεολογικές εμμονές της κυβέρνησης, χάθηκε η ευκαιρία του 2017, όπου Σέρβος επενδυτής προσέφερε 60 εκατ. ευρώ για τη απόκτηση των σερβικών μονάδων. Η διορισμένη διοίκηση από την κυβέρνηση αντιδρούσε στη συγκεκριμένη πώληση, παρά τις πιέσεις της Τράπεζας Πειραιώς. Τελικά η πώληση δεν ευοδώθηκε.
Ο δεύτερος σημαντικός παράγων δημιουργίας ζημιογόνων αποτελεσμάτων έχει να κάνει με τις υψηλές τιμές απόκτησης της πρώτης ύλης παραγωγής ζάχαρης. Οι κυβερνήσεις, ασκώντας ένα είδος κοινωνικής πολιτικής μέσω της ΕΒΖ, πρόσφεραν υψηλές τιμές ανά τόνο ζαχαρότευτλων, ενισχύοντας έτσι το εισόδημα των παραγωγών. Η παραγωγή έφτανε να κοστίζει 700 έως 900 ευρώ ανά τόνο ζάχαρης, όταν η τιμή πώλησης πολλές φορές δεν ξεπερνούσε τα 400 ευρώ.
Σήμερα, το ποσό που μπορεί να ανακτήσει η Τράπεζα Πειραιώς από τη συνολική της έκθεση στην ΕΒΖ, 264 εκατ. ευρώ, δεν υπερβαίνει τα 70 εκατ. ευρώ. Δηλαδή στην καλύτερη περίπτωση οι πιστωτές της ΕΒΖ θα εξασφαλίσουν 10 εκατ. ευρώ περισσότερα απ’ όσα προσέφερε ο Σέρβος επενδυτής για τα δύο εργοστάσια στη Σερβία.
ΑΝΕΣΤΗΣ ΝΤΟΚΑΣ
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr