Σύμφωνα, μάλιστα, με όσα επανειλημμένα έχει πει στο παρελθόν η Επιτροπή, εφαρμόζοντας αυτούς τους μειωμένους συντελεστές, η Ελλάδα παραβιάζει τους κανόνες της ΕΕ, δεδομένου ότι ευνοεί την εγχώρια παραγωγή αυτών των αλκοολούχων ποτών. Η Επιτροπή τονίζει ότι αυτό έρχεται σε αντίθεση με την αρχή που απαγορεύει την εσωτερική φορολογία, η οποία συνεπάγεται έμμεση προστασία των εγχώριων προϊόντων ή επιβολή στα προϊόντα άλλων κρατών - μελών οιωνδήποτε εσωτερικών φόρων ανωτέρων από εκείνους που επιβαρύνουν ομοειδή εθνικά προϊόντα.
Το Δικαστήριο
Σύμφωνα με το Δικαστήριο το ενδεχόμενο εφαρμογής μειωμένων συντελεστών δεν πρέπει να οδηγεί σε στρέβλωση του ανταγωνισμού εντός της εσωτερικής αγοράς, δεδομένου ότι ο νομοθέτης της Ένωσης δεν είχε την πρόθεση να επιτρέψει στα κράτη μέλη να θεσπίζουν, κατά τη διακριτική τους ευχέρεια, καθεστώτα παρέκκλισης.
Το Δικαστήριο καταλήγει ότι η Ελλάδα παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 92/83, καθόσον θέσπισε και διατήρησε σε ισχύ νομοθεσία η οποία προβλέπει την εφαρμογή συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης μειωμένου κατά 50% σε σχέση με τον κανονικό εθνικό συντελεστή στο τσίπουρο και την τσικουδιά που παράγονται από τις επιχειρήσεις απόσταξης. Επιπλέον, η Ελλάδα παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την ίδια οδηγία, σε συνδυασμό με την οδηγία 92/84, καθόσον θέσπισε και διατήρησε σε ισχύ νομοθεσία η οποία προβλέπει την εφαρμογή σημαντικά μειωμένου συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης στο τσίπουρο και την τσικουδιά που παράγονται από τους μικρούς αποσταγματοποιούς.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Ελλάδα προβλέπεται η = εφαρμογή συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης μειωμένου κατά 50%, σε σχέση με τον ισχύοντα κανονικό εθνικό συντελεστή, στην αιθυλική αλκοόλη η οποία προορίζεται για την παρασκευή ούζου ή περιέχεται στο τσίπουρο και την τσικουδιά που παρασκευάζουν οι επιχειρήσεις απόσταξης. Τα ίδια αυτά αλκοολούχα ποτά, όταν παρασκευάζονται από μικρούς, διήμερους αποσταγματοποιούς, μεταξύ άλλων από απόσταγμα στεμφύλων σταφυλιών, υπόκεινται σε εφάπαξ ή κατ’ αποκοπή φορολόγηση 0,59 ευρώ ανά χιλιόγραμμο έτοιμου προϊόντος.
Ιστορικό
Με βάση καταγγελία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή άσκησε προσφυγή λόγω παραβάσεως κράτους μέλους ενώπιον του Δικαστηρίου. Κατά την Επιτροπή, η ελληνική νομοθεσία αντιβαίνει προς τις οδηγίες σχετικά με τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης για τα αλκοολούχα ποτά και προς τις αρχές της Συνθήκης ΣΛΕΕ οι οποίες απαγορεύουν στα κράτη μέλη να επιβάλλουν άμεσα ή έμμεσα στα προϊόντα άλλων κρατών μελών φόρους υψηλότερους από εκείνους που επιβαρύνουν τα ομοειδή εθνικά προϊόντα.
Με την απόφασή του το Δικαστήριο υπενθυμίζει, όσον αφορά την εφαρμογή συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης μειωμένου κατά πενήντα τοις εκατό σε σχέση με τον ισχύοντα κανονικό εθνικό συντελεστή, ότι τα κράτη μέλη οφείλουν καταρχήν να καθορίζουν τον ίδιο συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης για όλα τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης για την αιθυλική αλκοόλη. Μολονότι η οδηγία για την εναρμόνιση περιέχει διάταξη εισάγουσα παρέκκλιση για την Ελλάδα, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι η διάταξη αυτή αφορά σαφώς μόνο το «αλκοολούχο ποτό με άνισο» με την ονομασία «ούζο». Η εν λόγω σαφής και ακριβής κατά παρέκκλιση διάταξη πρέπει, ως εκ της φύσεώς της, να ερμηνεύεται στενά. Πράγματι, ο νομοθέτης της Ένωσης δεν είχε την πρόθεση να επιτρέψει στα κράτη μέλη να θεσπίζουν, κατά τη διακριτική τους ευχέρεια, καθεστώτα παρέκκλισης.
Δεδομένου ότι το τσίπουρο και η τσικουδιά δεν αποτελούν, κατά το παρόν στάδιο της ενωσιακής νομοθεσίας, προϊόντα υπαγόμενα στο καθεστώς παρέκκλισης που προβλέπεται στην ίδια αυτή διάταξη, το Δικαστήριο εκτιμά ότι τα προϊόντα αυτά υπόκεινται στον ίδιο συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης με όλα τα προϊόντα αιθυλικής αλκοόλης που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας για την εναρμόνιση.
Στην περίπτωση του τσίπουρου και της τσικουδιάς που παράγονται από τους μικρούς, διήμερους αποσταγματοποιούς, οι εφαρμοστέες οδηγίες επιτρέπουν επίσης, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, μείωση κατά 50% σε σχέση με τον κανονικό εθνικό συντελεστή. Η φορολόγηση ύψους 0,59 ευρώ ανά χιλιόγραμμο που προβλέπει η ελληνική νομοθεσία είναι σημαντικά χαμηλότερη από το επιτρεπόμενο όριο.
Η στρέβλωση με το λαθρεμπόριο
Το μείζον πάντως θέμα για την Ελλάδα πέρα από το να πείσει ότι το τσίπουρο είναι όχι ποτό αλλά συνοδευτικό φαγητού είναι να διαχειριστεί μια χαώδη κατάσταση στον κλάδο των αλκοολούχων.
Στο φόντο αυτό ο κλάδος εδώ και καιρό ζητεί εκσυγχρονισμό του θεσμικού πλαισίου για τα χύμα αποστάγματα που κυκλοφορούν σε μεγάλο βαθμό ανεξέλεγκτα, της προστασίας της δημόσιας υγείας καθώς και της διευκόλυνσης του έργου όλων των ελεγκτικών υπηρεσιών.
Όπως τονίζεται ο εξορθολογισμός της αγοράς θα δώσει ώθηση σε ένα κλάδο που στηρίζει τις εξαγωγές, την ποιοτική διάσταση του τουριστικού προϊόντος αλλά και την απασχόληση ειδικά στην περιφέρεια. Μάλιστα σύμφωνα με τα ευρήματα μελέτης του ΙΟΒΕ τον Φεβρουάριο του 2018 για τα αλκοολούχα, ο κλάδος συνεισφέρει στο ΑΕΠ €1,5 δισεκατομμύρια και στηρίζει περισσότερες από 31 χιλιάδες θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης στο σύνολο της οικονομίας.
Κατ’ εκτίμηση των ενώσεων των επιχειρήσεων αλκοολούχων ποτών τουλάχιστον 8 εκ. φιάλες το χρόνο, διαφεύγουν της φορολόγησης και το 1/5 της συνολικής κατανάλωσης είναι προϊόν λαθρεμπορίου σύμφωνα με στελέχη της αγοράς. Σημειώνεται ότι, η Ελλάδα έχει τον υψηλότερο ΕΦΚ στα αλκοολούχα στην ΕΕ-28 με βάση το μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα (την 6η θέση σε απόλυτες τιμές) και συγκαταλέγεται στην 1η θέση σε σχέση με γειτονικές (πλην της Τουρκίας) και τουριστικά ανταγωνιστικές χώρες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, πάντα σε σχέση με το ύψος του ΕΦΚ στα αλκοολούχα.
Γιώργος Αλεξάκης
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr