Όπως αναφέρεται στη μελέτη, η βιομηχανία τροφίμων-ποτών κατέχει κυρίαρχη θέση στην ελληνική μεταποίηση. Αποτελεί τον κλάδο με την υψηλότερη συμβολή σε όλα τα βασικά μεγέθη της μεταποίησης, όπως πωλήσεις, προστιθέμενη αξία, αριθμός επιχειρήσεων και απασχόληση. Καλύπτει το 25% του κύκλου εργασιών, κατέχει το 25% των συνολικών κεφαλαίων, παράγει το 24% της συνολικής προστιθέμενης αξίας και απασχολεί πάνω από το 22% των απασχολουμένων στο σύνολο του μεταποιητικού τομέα. Οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται υπερβαίνουν σε αριθμό το 20% του συνόλου των βιομηχανικών επιχειρήσεων.
Η βιομηχανική παραγωγή του εγχώριου κλάδου τροφίμων-ποτών φαίνεται να ακολουθεί γενικά τις τάσεις του αντίστοιχου ευρωπαϊκού κλάδου.
Επενδύσεις
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας επενδύσεων Οκτωβρίου-Νοεμβρίου 2006 του ΙΟΒΕ, οι επιχειρήσεις του κλάδου τροφίμων-ποτών εκτιμούν ότι η επενδυτική τους δαπάνη το 2006 αυξήθηκε κατά 3,4% έναντι του προηγούμενου έτους (η αντίστοιχη εκτίμηση για το 2005 αναφερόταν σε μείωση επενδύσεων της τάξης του 6,8%). Για το 2007 όμως οι επιχειρήσεις τροφίμων προβλέπουν ότι οι επενδύσεις τους θα μειωθούν κατά 4,5% σε σχέση με το 2006.
Από τις έρευνες αυτές προκύπτει ότι η πορεία αναδιάρθρωσης της ελληνικής βιομηχανίας τροφίμων-ποτών, με σκοπό τον εκσυγχρονισμό των μονάδων και την εισαγωγή νέων προϊόντων στην αγορά, συνεχίζεται: το μεγαλύτερο ποσοστό των επενδυτικών δαπανών κατευθύνεται στην αύξηση της παραγωγικής δυναμικότητας για ήδη παραγόμενα προϊόντα. Επιπλέον, ανοδικά κινείται το ενδιαφέρον των επιχειρήσεων για την παραγωγή νέων προϊόντων, καθώς όλο και μεγαλύτερο είναι το μερίδιο των επενδύσεων που αφορά στη διεύρυνση της παραγωγικής δυναμικότητας για το σκοπό αυτό. Τέλος, το 2006 αυξήθηκαν σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα οι επενδυτικές δαπάνες για τον εκσυγχρονισμό της παραγωγικής διαδικασίας.
Ως προς τους παράγοντες που επηρεάζουν θετικά τις επενδύσεις, η προσδοκώμενη βελτίωση της ζήτησης και οι τεχνολογικές εξελίξεις είναι που ωθούν κυρίως τις επιχειρήσεις σε εκσυγχρονισμό των μονάδων παραγωγής, ενώ ακολουθούν τα κέρδη, αλλά και τα εκάστοτε κίνητρα για επενδύσεις (μέσω π.χ. αναπτυξιακών νόμων).
Τιμές
Την περίοδο 1995-2006 οι τιμές παραγωγού του κλάδου αυξήθηκαν σωρευτικά κατά 54,0% και κατά μέσο όρο περίπου όσο αυξήθηκαν και αυτές του συνόλου της μεταποίησης (περί το 4,0%). Το 2005 επιβραδύνεται σημαντικά η αύξηση των τιμών των τροφίμων και ποτών ενώ αντίθετα οι τιμές στη μεταποίηση αυξάνονται με επιταχυνόμενο ρυθμό. Το 2006 όμως επανέρχεται η μακροχρόνια τάση και οι τιμές τροφίμων-ποτών αυξάνονται όσο και οι τιμές του συνόλου της βιομηχανίας.
Ο σημαντικότερος ίσως παράγων που επηρεάζει τις τιμές των τροφίμων-ποτών είναι το κόστος των πρώτων υλών και ειδικότερα των γεωργικών προϊόντων. Από τη σύγκριση της εξέλιξης των τιμών παραγωγού του κλάδου τροφίμων-ποτών με τις τιμές εκροών του πρωτογενή τομέα προκύπτει ότι, την περίοδο 1996-2003, η αύξηση των τιμών της πρωτογενούς παραγωγής ήταν γενικά ταχύτερη από εκείνη των τιμών παραγωγού του κλάδου τροφίμων-ποτών. Το γεγονός αυτό αποτελεί ένδειξη ότι μέρος της μεταβολής των τιμών των γεωργικών προϊόντων απορροφάται τελικά από τη βιομηχανία και δε μεταπηδά στους καταναλωτές. Η σχέση αυτή αντιστρέφεται το 2004, κυρίως λόγω της τεχνικής αλλαγής του δείκτη και της σημαντικής ανόδου της τιμής του παρθένου ελαιόλαδου. Το 2005 όμως, με την πτώση των τιμών παραγωγού «παρασκευασμένων και διατηρημένων φρούτων και λαχανικών», επανέρχεται η μακροχρόνια τάση και οι τιμές τροφίμων-ποτών αυξάνονται βραδύτερα από τις τιμές γεωργικών προϊόντων. Τέλος, το 2006 η άνοδος των τιμών των τροφίμων-ποτών ήταν της τάξης του 6,4%, ενώ οι τιμές των γεωργικών προϊόντων αυξήθηκαν κατά 5,8%.
Όσον αφορά στη σχέση των τιμών παραγωγού τροφίμων-ποτών και των αντίστοιχων λιανικών τιμών στην εγχώρια αγορά, την τριετία 2004-2006 διαφαίνεται αντιστροφή της τάσης των προηγούμενων ετών και σημαντική υποχώρηση της μετακύλυσης των αυξήσεων των τιμών χονδρικής προς τους τελικούς καταναλωτές.<
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr