Ακολουθήστε το reporter.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr
Η αιτιολογία που προβάλλεται από την Επιτροπή είναι ότι οι κανόνες της ΕΕ προβλέπουν ότι ο ίδιος συντελεστής φόρου κατανάλωσης θα πρέπει να εφαρμόζεται σε όλα τα προϊόντα που παρασκευάζονται από αιθυλική αλκοόλη με ορισμένες εξαιρέσεις ή παρεκκλίσεις, που προβλέπονται ρητώς από τη νομοθεσία της ΕΕ και αφορούν περιορισμένα παραδοσιακά είδη. Μάλιστα πληροφορίες του repoter αναφέρουν ότι στο στόχαστρο της Επιτροπής έχει μπει και το ότι η χώρα έχει σε καθεστώς «φορολογικής προστασίας» δύο είδη παραδοσιακής παραγωγής, το ούζο και το τσίπουρο/τσικουδιά. Ουσιαστικά η ΕΕ θεωρεί ότι δεν μπορεί δύο είδη να θεωρούνται ως παραδοσιακά και να απολαμβάνουν ειδικής φορολόγησης, ενώ παράλληλα θεωρεί ότι το καθεστώς που ισχύει στην Ελλάδα είναι αντίθετο στην αρχή του σεβασμού του υγιούς ανταγωνισμού, καθώς ευνοείται ένα αλκοολούχο ποτό εγχώριας παραγωγής έναντι των αλκοολούχων ποτών που παράγονται σε άλλα κράτη μέλη.
Τούτων δοθέντων και με τα στέμφυλα να βράζουν ήδη στα βαρέλια, η Ελλάδα θα πρέπει εντός διμήνου να απαντήσει στο αίτημα της Επιτροπής, αλλά και να προωθήσει σε ρύθμιση της αγοράς ώστε να αποφύγει παραπομπή στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ήδη η ανησυχία έχει διασπαρεί σε παραγωγούς οινοστάφυλων αλλά και σε παραδοσιακούς – διημέρους – αποσταγματοποιούς που αγωνιούν να δουν ποια θα είναι η επόμενη μέρα. Βέβαια εντός διμήνου, οπότε και η απάντηση της Ελληνικής πλευράς, θα έχουν σφραγιστεί τα καζάνια, τα οποία ανοίγουν την 1η Οκτωβρίου.
Αλλαγές στις αποστάξεις μέσω του … ΟΟΣΑ
Ήδη κάποια βήματα εξορθολογισμού της αγοράς έχουν γίνει με την απλοποίηση της διαδικασίας απόσταξης στα οινοποιεία. Πλέον οι οινοπαραγωγοί έχοντας την πρώτη ύλη να παράγουν με μειωμένο κόστος αιθυλική αλκοόλη. Οι περιορισμοί συστέγασης οινοποιείου - αποσταγματοποιείου μειώθηκαν και πλέον μπορούν να μπουν στη διακίνηση του προϊόντος. Παράλληλα εν όψει της αξιολόγησης Οκτωβρίου, αναμένεται να τεθεί επί τάπητος η δεύτερη εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ, που προτείνει πάνω από 80 αλλαγές στη λειτουργία του κλάδου των αλκοολούχων με τη σημαντικότερη εξ αυτών να αφορά στην κατάργηση της διακίνησης χύμα τσίπουρου και στην επιβολή κλιμακούμενης φορολογίας στους μικρο-παραγωγούς. Πρόκειται για μία τολμηρή σύσταση που αποσκοπεί στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του κλάδου, την καταπολέμηση του αθέμιτου ανταγωνισμού και την πάταξη του λαθρεμπορίου, με δεδομένο ότι η παράνομη παραγωγή, εισαγωγή, και διακίνηση χύμα τσίπουρου στερεί πολύτιμα φορολογικά έσοδα από το Δημόσιο, ύψους 150 εκατ. ευρώ, και απειλεί άμεσα τη δημόσια υγεία, όπως τονίζουν παράγοντες της αγοράς και ειδικοί επιστήμονες. Το μόνο που μένει είναι η θέσπιση του όρου "μικρό αποστακτήριο" βάσει της σχετικής οδηγίας, αλλά και ο εξορθολογισμός της φορολογίας. Ήδη επί υπουργίας Στουρνάρα - Μαυραγάνη είχε γίνει η σχετική προετοιμασία φακέλου με το τι ισχύει σε άλλες χώρες αλλά και είχαν συνταχθεί προτάσεις για τον τρόπο προσδιορισμού του ΕΦΚ σε αποστάγματα εκ στεμφύλων, σταφυλιών (έχει διπλάσιο φόρο ως υψηλότερης ποιότητας προϊόν), αλλά και την προστασία της αυτοκατανάλωσης ενός παραδοσιακού προϊόντος.
Όργιο φοροδιαφυγής
Λόγω των αυξήσεων στους ΕΦΚ των ποτών όλος ο κόσμος το χει "γυρίσει" στο τσίπουρο και την τσικουδιά με αποτέλεσμα η αγορά τόσο η νόμιμη όσο και η παράνομη να έχει εκτιναχθεί στα ύψη. Σύμφωνα με τις υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών κάθε χρόνο δηλώνονται ότι παράγονται 5-7 εκατ. κιλά χύμα τσίπουρου διημέρων, ενώ η παραγόμενη ποσότητα του «επίσημου» τσίπουρου αντιστοιχεί περίπου στο 1/3 του δηλωμένου χύμα τσίπουρου (δεν ξεπερνάει τα 3 εκατ. λίτρα) και μόνο στο 1/10 του πραγματικού όγκου χύμα τσίπουρου που παράγεται κάθε χρόνο δηλαδή ξεπερνά τα 24 εκατ. λίτρα.
Υπολογίζεται μάλιστα ότι το παράνομα διακινούμενο χύμα τσίπουρο στην Ελλάδα αγγίζει τα 10,8 εκατ. λίτρα και η αντίστοιχη απώλεια φορολογικών εσόδων ανέρχεται στα 97,7 εκατ. ευρώ ή στα 250-300 εκατομμύρια ευρώ αν υπολογιστεί ολόκληρη η εφοδιαστική αλυσίδα.
Το ειδικό καθεστώς του χύμα τσίπουρου
Βάσει νομοθεσίας, «διήμεροι» παραγωγοί τσίπουρου χαρακτηρίζονται οι νόμιμοι αμπελουργοί που μετά την οινοποίηση αποστάζουν τα στέμφυλά τους για μέγιστο διάστημα τεσσάρων 48ώρων (διημέρων). Για να αποκτήσουν δικαίωμα απόσταξης απαιτούνται προϋποθέσεις (βεβαίωση αμπελοκτημοσύνης, άδεια από το τελωνείο, κ.ο.κ.) και ισχύουν περιορισμοί στη διάθεση του προϊόντος. Εφόσον αυτοί τηρούνται, το προς παραγωγή χύμα τσίπουρο φορολογείται κατ’ αποκοπή και προκαταβολικά με 1,4 ευρώ ανά λίτρο αιθυλικής αλκοόλης ή 0,59 ευρώ το κιλό, ποσό αισθητά χαμηλότερο από τον ΕΦΚ 12,75 ευρώ ανά λίτρο καθαρής αλκοόλης που πληρώνουν οι αποσταγματοποιοί αντίστοιχων εμφιαλωμένων προϊόντων.
Κύκλοι της αγοράς αποδίδουν τη στρέβλωση της αγοράς και τη συνακόλουθη έξαρση του λαθρεμπορίου στην ανισορροπία στη φορολογία του τσίπουρου «διημέρων». Αναπόφευκτα ήλθαν οι παρεμβάσεις της ΕΕ, που βλέπει ότι λόγω του στρεβλού αυτού καθεστώτος και δημόσια έσοδα χάνονται αλλά και να δημιουργούνται θέματα αθέμιτου ανταγωνισμού και δημόσιας υγείας. Η παράνομη δραστηριότητα δηλαδή καταστρατηγεί τη νομοθεσία, που τόσο τη δεκαετία του 1930 αλλά και με την τροποποίησή της τα μέσα της δεκαετίας του 1990 είχε ένα και μόνο στόχο, την προστασία της παραδοσιακής απόσταξης τσίπουρου για οικογενειακή χρήση.
Στο πλαίσιο αυτό, εξηγούν, εντάσσεται και η επιβολή δικλείδων ασφαλείας που απαγορεύουν τη διάθεση τέτοιων αποσταγμάτων σε ποτοποιούς και οινοπνευματοποιούς, αποτρέποντας τη μαζική εμπορική εκμετάλλευσή τους. Κι όμως, καταγγέλλουν γνώστες του κλάδου, η ελληνική αγορά κατακλύζεται από παράνομα παρασκευασμένα και διακινούμενα προϊόντα απόσταξης (οινολάσπη, σταφιδίνη, ζάχαρη, σάπια σταφίδες, βρώσιμα σταφύλια, κακής ποιότητας οινόπνευμα, καυστικό νάτριο) που βαφτίζονται «χύμα τσίπουρο», χωρίς όμως να πληρούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις.
Κίνδυνοι για την υγεία, πλήγμα για την οικονομία
Πρόσφατη μελέτη του ΙΟΒΕ υπολογίζει το παράνομα διακινούμενο στην Ελλάδα χύμα τσίπουρο σε τουλάχιστον 10,8 εκατομ. λίτρα, ενώ άλλες εκτιμήσεις ανεβάζουν ακόμη τον συνολικό όγκο στα 24 εκατομ. Η τεράστια αυτή ποσότητα αφορά σε παράνομες εισαγωγές αποσταγμάτων από γειτονικές χώρες με ηπιότερη φορολογία ή παράνομα αποσταγμένο προϊόν εντός της χώρας. Σε καμία από στις δύο περιπτώσεις, σημειώνουν οι νόμιμοι εκπρόσωποι του κλάδου, δεν καταβάλλονται οι αναλογούντες φόροι, με αποτέλεσμα το κράτος να στερείται υπερπολύτιμων εσόδων. Το ΙΟΒΕ υπολογίζει τις φορολογικές απώλειες σε περίπου 100 εκατ. ευρώ το χρόνο – 55,1 εκατομ. ευρώ από μη καταβολή ΕΦΚΟΠ και άλλα 42,6 από μη καταβολή ΦΠΑ. Αν μάλιστα προστεθούν οι προσαυξήσεις του φόρου στο σύνολο της αλυσίδας αξίας, τότε η τελική απώλεια φθάνει τα 150 εκατ. ευρώ ετησίως.
Εξάλλου, δεδομένου ότι πρόκειται για προϊόντα που παράγονται παρανόμως, δεν ελέγχεται από τις αρμόδιες αρχές ούτε η πρώτη ύλη, ούτε η εφαρμογή των απαραίτητων κανόνων υγιεινής και ασφαλείας κατά την απόσταξη, ούτε το τελικό προϊόν, αλλά ούτε και οι συνθήκες μεταφοράς και διακίνησής του. Για το λόγο αυτό, οι ιατροί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου αναφορικά με τους κινδύνους που πιθανώς εγκυμονεί η κατανάλωση αγνώστου προέλευσης χύμα τσίπουρου για τη δημόσια υγεία.
Η αντίδραση των παραδοσιακών «τσιπουράδων»
Η αυγή της επόμενης μέρας δημιουργεί εύλογες ανησυχίες σε όσους παράγουν το παραδοσιακό αυτό προϊόν. Οι αδειοδοτημένοι αμβυκούχοι/ιδιοκτήτες αποστακτηρίων «διημέρων» αναμένουν επίσημη ενημέρωση, ενώ ήδη δεν είναι λίγοι εκείνου που θεωρούν ότι πρέπει να πάρει τέλος η γάγγραινα των παράνομων αποστάξεων που τελικά υπονομεύουν το προϊόν. Ήδη, σε διάφορες περιοχές της χώρας (Ήπειρο, Κρήτη, Πιερία) οργανώνονται συνδικαλιστικά με σκοπό την εξασφάλιση της ποιότητας, γνησιότητας, και νομιμότητας του παραδοσιακού χύμα τσίπουρου που παράγουν και διαθέτουν, στην προσπάθειά τους να το διαφυλάξουν. Πρόκειται άλλωστε, όπως τονίζουν και οι ίδιοι, για αναγνωρισμένο προϊόν, που προστατεύεται από το ευρωπαϊκό καθεστώς γεωγραφικών ενδείξεων του οποίου τα χαρακτηριστικά αλλοιώνονται από τη διακίνηση αμφιβόλου προέλευσης αποσταγμάτων. Μάλιστα σημειώνουν ότι μια τακτοποίηση της αγοράς θα δώσει πέρα από φορολογικά έσοδα και νέες θέσεις εργασίας ειδικά σε περιοχές μακριά από την Αθήνα.
Γιώργος Αλεξάκης