Ήδη η βιομηχανία έχει κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου καθώς η έκρηξη στις τιμές φυσικού αερίου, ηλεκτρικού ρεύματος αλλά και πρώτων υλών έχει οδηγήσει σε αδιέξοδο. Δεν λείπουν, μάλιστα, οι βιομηχανικές μονάδες εκείνες που έχουν κηρύξει παύση εργασιών, καθώς είτε δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στα κόστη είτε δεν μπορούν να μετακυλίσουν στους πελάτες τους τις νέες αυξημένες τιμές.
Γι' αυτό άλλωστε οι μεν ΜμΕ ζητούν αύξηση της επιδότησης του ενεργειακού κόστους στο 75% (κάτι που είχε μπλοκάρει η Κομισιόν τον προηγούμενο μήνα αλλά τώρα είναι πιθανόν να “περπατήσει”), ενώ οι ενεργοβόρες βαριές βιομηχανίες ζητούν ενεργοποίηση ενός μηχανισμού φορολόγησης των υπερκερδών που αποκομίζουν οι εταιρίες ηλεκτρισμού λόγω της συγκυρίας και αναδιανομής τους με επιδοτήσεις.
Είναι ενδεικτικό ότι επανειλημμένα ο πρόεδρος των Βιομηχανικών Καταναλωτών (ΕΒΙΚΕΝ) Α. Κοντολέων έχει τονίσει την ανάγκη παρέμβασης στην αγορά πριν να είναι αργά για την οικονομία της χώρας.
Ήδη, πάντως, πάνω από το 50% των ευρωπαϊκών βιομηχανιών αλουμινίου και ψευδαργύρου είτε έχουν μειώσει την παραγωγή τους είτε την έχουν αναστείλει, κάτι που σημαίνει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει χάσει 650.000 τόνους αλουμινίου ή το 30% του συνόλου της δυναμικότητας της!
Παράληλα και οι αγρότες ενόψει και της περιόδου αρδεύσεων αντιμετωπίζουν μεγάλο δίλημμα για το εάν θα προχωρήσουν σε καλλιέργειες, καθώς το ξέφρενο ράλι των τιμών ενέργειας καθιστά την όλη παραγωγική διαδικασία άκρως κοστοβόρα.
Από την πλευρά της, η πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων, Χριστίνα Σακελλαρίδη σχολιάζοντας την πορεία των ελληνικών εξαγωγών το 2021 ανέφερε ότι “κόντρα στις αντιξοότητες που δημιούργησαν στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα τα περιοριστικά μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας πέτυχαν νέο ρεκόρ εξωστρέφειας”.
Ωστόσο, τόνισε ότι “για μια ακόμη φορά βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια νέα πρόκληση: τον πόλεμο στην Ουκρανία. Πρόκειται για μια δυσμενή εξέλιξη, η οποία ανατρέπει άρδην -για ακόμη μια φορά- τα δεδομένα και εντείνει την αβεβαιότητα. Αν και είναι νωρίς για να αποτιμηθεί ο αντίκτυπος, ωστόσο οι παρενέργειες που έχουν ήδη εμφανιστεί, με επίκεντρο την εκτόξευση των τιμών της ενέργειας και των πρώτων υλών προμηνύουν επιδείνωση του παγκόσμιου εμπορίου.
Υπό αυτές τις συνθήκες παραμένει ζωτικής σημασίας να μην διασαλευθεί η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών εξαγωγικών επιχειρήσεων. Δεν πρέπει επ’ ουδενί να υπονομευθεί η δυναμική που έχουν αναπτύξει τα ελληνικά προϊόντα στις διεθνείς αγορές. Είναι κρίσιμο να στηριχθούν οι εγχώριες βιομηχανίες, προκειμένου να αντιμετωπίσουν την ενεργειακή κρίση και παράλληλα να δοθούν κίνητρα, ώστε να τονωθεί η εγχώρια παραγωγή. Είναι ανάγκη να αναστραφεί ή έστω να μετριαστεί το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο. Μόνο έτσι θα οικοδομήσουμε μια πραγματικά ισχυρή οικονομία, η οποία θα αντέχει στους κραδασμούς της παγκόσμιας οικονομίας. Οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης προσφέρουν μια μοναδική ευκαιρία για να κάνουμε το μεγάλο άλμα προς τα μπροστά”.
Πλαφόν και φόροι
Βέβαια, η επιβολή πλαφόν στα καύσιμα ή στις τιμές γενικά είναι δύσκολη, εκτός εάν όπως θέτει με επιστολή του ο Πρωθυπουργός μπει με “ευρωπαϊκή” σφραγίδα. Εναλλακτικά, μόνο σημείο που μπορεί να παρέμβει κανείς είναι οι φορολογικές επιβαρύνσεις. Ωστόσο, παρά την πίεση που ασκεί η Αντιπολίτευση για την αποκλιμάκωση τους, η κυβέρνηση είναι διστακτική λόγω του βάρους που θα κληθεί να σηκώσει το κρατικό ταμείο από την απώλειεα σημαντικών εσόδων.
Στο μεταξύ, φόβους για υφεσιακό σοκ από την έκρηξη του πληθωρισμού εκφράζει η Credit Suisse για την οικονομία της Ευρώπη από τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Όπως αναφέρει, η σύγκρουση πιθανότατα θα οδηγήσει σε μια χαμηλότερη ανάπτυξη και υψηλότερο πληθωρισμό στην Ευρωζώνη τα επόμενα τρίμηνα.
Ο ελβετικός οίκος προχωρά σε περαιτέρω μείωση των εκτιμήσεών του για την ανάπτυξη, στο 2,8% το 2022 (δηλαδή 1% κάτω από την εκτίμησή της πριν από την εισβολή) και σε αύξηση των εκτιμήσεων της για τον πληθωρισμό στο 6% το 2022 (δηλαδή 2% πάνω από την εκτίμησή της πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία).
Μάλιστα ο ελβετικός οίκος είχε μειώσει τις εκτιμήσεις του για την ανάπτυξη για φέτος στο 3,3% (0,5% χαμηλότερα) με ταυτόχρονη αύξηση των εκτιμήσεών του για τον πληθωρισμό στο 4,4% (0,4% υψηλότερα) αμέσως μετά την εισβολή. Αυτές οι αναθεωρήσεις βασίστηκαν στις αυξημένες τιμές πετρελαίου και φυσικού αερίου το πρώτο εξάμηνο σε τιμές στα 105 δολάρια ανά βαρέλι και φυσικό αέριο στα 115 ευρώ ανά MWh περίπου και χωρίς να υπάρξει διακοπή στις εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου από τη Ρωσία.
Γιώργος Αλεξάκης
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr