Των Γιώργου Φράγκου,Partner & Human Capital Leader της Deloitte Ελλάδος και Σύλβιας Ηλιοπούλου, Manager στο τμήμα Human Capital Consulting της Deloitte Ελλάδος
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο Reporter Magazine Ιουλίου
Στην κατεύθυνση αυτή, εξετάζουμε τις επερχόμενες αλλαγές, οι οποίες φαίνεται να επηρεάζουν τρία διαφορετικά στοιχεία/διαστάσεις της εργασίας: το Εργατικό Δυναμικό (ποιος κάνει την Εργασία), τον Εργασιακό Χώρο (πού πραγματοποιείται η Εργασία) αλλά και την ίδια την έννοια και το αντικείμενο της Εργασίας (τι είναι η Εργασία). Και τα τρία αυτά στοιχεία έδειχναν να μετασχηματίζονται με έναν πιο γραμμικό, ως τώρα, τρόπο, δεχόμενα επιρροές από διάφορες «δυνάμεις διατάραξης» (disruptors) που έχουν να κάνουν με την τεχνολογία, την πληθώρα των δεδομένων, τον φόβο του αυτοματισμού αλλά και με θέματα που αφορούν στην ποικιλομορφία του εργατικού δυναμικού, στη συνύπαρξη διαφορετικών γενεών εντός του εργασιακού οικοσυστήματος και στη δυνατότητα εναλλακτικών μορφών συνεργασίας. Για να ανταποκριθούν και να προσαρμοστούν σε αυτά τα νέα δεδομένα, οι Οργανισμοί θεωρούσαν ότι έχουν στη διάθεσή τους ένα εύλογο χρονικό διάστημα μερικών ετών. Όμως η πανδημική κρίση ήρθε να ανατρέψει ολοκληρωτικά αυτήν την εντύπωση, καθώς δημιούργησε νέες προκλήσεις, καινούριες ανάγκες και επικαιροποιημένα χρονοδιαγράμματα, και επιτάχυνε με τόσο εκθετικούς ρυθμούς το Μέλλον της Εργασίας, ώστε ο μετασχηματισμός ετών έπρεπε να συμπυκνωθεί και να πραγματοποιηθεί μέσα σε λίγες μόλις εβδομάδες ή ακόμα και ημέρες.
O Γιώργος Φράγκος Partner & Human Capital Leader της Deloitte Ελλάδος
Είναι σαφές λοιπόν ότι το «Μέλλον» της εργασίας βρίσκεται ήδη εδώ και μάλιστα ήρθε για να μείνει, ενώ η προσδοκία επιστροφής στην πρότερη «κανονικότητα» φαίνεται πλέον να απέχει πολύ από την πραγματικότητα.
Οι Οργανισμοί που το συνειδητοποίησαν αυτό από νωρίς, δεν προσπάθησαν απλώς να ανταποκριθούν στα νέα δεδομένα και να επιβιώσουν σε μία δύσκολη περίοδο. Αντ’ αυτού επέλεξαν να αλλάξουν συνολικά τον τρόπο σκέψης και δράσης τους, ώστε να βρουν και να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες αυτές που θα τους κάνουν να ξεχωρίσουν αλλά και να ακμάσουν μέσα σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία.
Αυτό στην Deloitte το αποκαλούμε “Thrive Mindset” και αποτελεί έναν τρόπο σκέψης ο οποίος επαναπροσδιορίζει την έννοια του disruption, ώστε να μην εστιάζει στη διάσταση της διατάραξης, αλλά περισσότερο σε αυτή της «αποδιοργανωτικής καινοτομίας», η οποία είναι συνεχής και όχι στιγμιαία. Το “Thrive Mindset” καλεί τους οργανισμούς να εντοπίσουν ευκαιρίες και να κάνουν ό,τι είναι δυνατόν, όχι μόνο για να πετύχουν στο σήμερα, αλλά και να κυριαρχήσουν στο αύριο.
ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΑΥΤΗ Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΕΞΙΟΤΗΤΕΣ;
Ένα από τα χαρακτηριστικά του «Μέλλοντος της Εργασίας» το οποίο αναδείχθηκε ιδιαίτερα τη χρονιά που πέρασε, είναι ότι σε έναν κόσμο που διαρκώς μεταλλάσσεται, δεν μπορούμε να ανταποκριθούμε και να ευδοκιμήσουμε αν βασιζόμαστε σε στατικές γνώσεις και δεξιότητες (skills). Και αυτό γιατί οι δεξιότητες έχουν χάσει πλέον τη μακροχρόνια βιωσιμότητά τους και εντοπίζουμε ότι η ωφέλιμη διάρκεια ζωής τους είναι κατά μέσο όρο 2-5 χρόνια για τις επιχειρησιακές δεξιότητες και μόλις 1,5 χρόνος για τις πιο τεχνικές δεξιότητες. Σαφέστατα η πρώτη σκέψη που περνάει από το μυαλό μας ακούγοντας τα δεδομένα αυτά είναι ότι πρέπει οι οργανισμοί, περισσότερο από ποτέ, να επενδύσουν σε προγράμματα Upskilling και Reskilling.
H Σύλβια Ηλιοπούλου Manager στo τμήμα Human Capital Consulting της Deloitte Ελλάδος
Ενδεικτικά, το 41% των στελεχών της φετινής παγκόσμιας έρευνας Human Capital Trends της Deloitte (1) δήλωσε ότι η δημιουργία δυνατοτήτων εργατικού δυναμικού μέσω Upskilling, Reskilling και εσωτερικών μετακινήσεων είναι μία από τις σημαντικότερες οργανωσιακές δράσεις που αναλαμβάνουν για να μεταμορφώσουν την εργασία. Ωστόσο, είναι ικανό το Reskilling, με την παραδοσιακή τουλάχιστον μορφή του, να προετοιμάσει το ανθρώπινο δυναμικό για την επόμενη μέρα; Μάλλον όχι, κάτι που νιώθουν και οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, ιδίως οι Millennials και οι Gen Z και αποδεικνύεται από τα σταθερά αυξημένα ποσοστά άγχους που δηλώνουν ότι τους διακατέχουν αναφορικά με τις ευκαιρίες και προοπτικές καριέρας που τους παρουσιάζονται στη μετά Covid εποχή, όπως αναφέρει η έρευνα 2021 Μillennial Survey της Deloitte (2).
Φαίνεται λοιπόν ότι το Reskilling, αν και είναι πλέον απαραίτητο, δεν αποτελεί λύση για την μακροπρόθεσμη και ανθεκτική ανάπτυξη των εργαζομένων και κατ’ επέκταση και των Οργανισμών. Πρέπει να επενδύσουμε πέρα από τις δεξιότητες προκειμένου να ενεργοποιήσουμε τη δυναμική μας και να ακμάσουμε μέσω των ανθρώπων μας. Το πρώτο που πρέπει να κάνουν οι οργανισμοί λοιπόν, εκτός από το Reskilling, είναι να ενεργοποιήσουν την πλήρη δυναμική των εργαζομένων τους μέσω της ελευθερίας επιλογής. Τι σημαίνει αυτό; Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οι Οργανισμοί κάλεσαν τους εργαζομένους να επεκτείνουν τους ρόλους τους με τέτοιο τρόπο ώστε να κάνουν «ό,τι ήταν απαραίτητο να γίνει» για να ξεπεραστούν οι νέες προκλήσεις. Οι εργαζόμενοι ανταποκρίθηκαν άμεσα σε αυτό. Η έκρηξη δημιουργικότητας που ακολούθησε, ανέδειξε τη σημασία της δυναμικής των εργαζομένων αλλά και την κρισιμότητα παροχής ελευθερίας επιλογής για την ανάπτυξή τους. Οι Οργανισμοί που έδωσαν αυτή την αυτονομία στους ανθρώπους τους ανταποκρίθηκαν καλύτερα και ταχύτερα στις προκλήσεις, και αποδείχθηκαν πιο ανθεκτικοί σε ένα περιβάλλον που συνεχώς μεταβαλλόταν.
Το δεύτερο που πρέπει να γίνει από πλευράς Οργανισμών αφορά στην επένδυση, όχι τόσο σε δεξιότητες αλλά στην ανάπτυξη των «ανθρώπινων ικανοτήτων» (human capabilities). Αν οι δεξιότητες δεν έχουν τη διάρκεια ζωής που επιθυμούμε και χρειάζονται διαρκή ανανέωση, τότε ακόμα πιο σημαντική από κάθε επιμέρους δεξιότητα αναδεικνύεται η βαθύτερη ικανότητα των ανθρώπων να αποκτούν, να εφαρμόζουν και να προσαρμόζουν τις εκάστοτε δεξιότητές τους στο περιβάλλον και τις ανάγκες που προκύπτουν. Να εξελίσσονται. Να προσαρμόζονται. Ως «ανθρώπινες ικανότητες» ορίζονται τα στοιχεία όπως η Ανθεκτικότητα, η Συναισθηματική και Κοινωνική Νοημοσύνη, η Ενσυναίσθηση, η Προσαρμοστικότητα, η Κριτική Σκέψη, η Δημιουργικότητα και η Συνεργατικότητα. Στοιχεία τα οποία έχουν μεγαλύτερη διάρκεια και εύρος εφαρμογής, ανεξαρτήτων συνθηκών και χρονισμού. Επενδύοντας σε αυτά τα χαρακτηριστικά, «χτίζεται» η ετοιμότητα του εργατικού δυναμικού απέναντι σε οποιαδήποτε μελλοντική διατάραξη, ενώ ενισχύεται παράλληλα η θέληση και η δυνατότητα των ανθρώπων να ανανεώνουν τις δεξιότητές τους κατευθυνόμενοι πλέον προς την υιοθέτηση ενός «Thrive mindset».
Συνεπώς οι επιχειρήσεις που θέλουν να ακμάσουν στο Μέλλον της Εργασίας πρέπει να επενδύουν στην ανάπτυξη και ενίσχυση των ανθρωπίνων ικανοτήτων των εργαζομένων τους, ενώ ταυτόχρονα να τους ενδυναμώνουν μέσω της ελευθερίας επιλογής αναφορικά με την ανάπτυξή τους. Με αυτό τον τρόπο η δυναμική του ταλέντου απελευθερώνεται πραγματικά και φέρνει τα μέγιστα επιχειρησιακά αποτελέσματα, επιστρέφοντας την αξία της επένδυσης πίσω στον ίδιο τον Οργανισμό.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr