Η πιστοποίηση αποτελεί πολύτιμο εφόδιο για σύγχρονες, ανταγωνιστικές και δυναμικές ελληνικές επιχειρήσεις. Εγγυάται την ασφάλεια και την ποιότητα των προϊόντων και υπηρεσιών τους, τις βοηθάει να γίνουν πιο αποδοτικές και να συμμετέχουν σε διεθνείς αλυσίδες αξίας, ενισχύει την εμπιστοσύνη καταναλωτών, επενδυτών και προμηθευτών και τις προετοιμάζει να αντιμετωπίσουν απρόβλεπτες καταστάσεις με δομημένο και αποτελεσματικό τρόπο. Παράλληλα, αποτελεί χρήσιμο εργαλείο για τη δημόσια διοίκηση, ως σύμμαχος στην παραγωγή του νομοθετικού έργου και στην άσκηση πολιτικής με σαφείς κανόνες που διασφαλίζουν την προστασία της υγείας, της ασφάλειας και του περιβάλλοντος.
Για να καρπωθούν όμως τα πολλαπλά οφέλη οι επιχειρήσεις και συνολικά η εθνική οικονομία και το κράτος, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η εύρυθμη λειτουργία ενός ολόκληρου συστήματος το οποίο υποστηρίζει την πιστοποίηση. Περιλαμβάνονται σε αυτό η τυποποίηση για την παραγωγή των προτύπων, η μετρολογία για την αξιοπιστία των εργαστηριακών δοκιμών και η διαπίστευση για τη βεβαίωση της τεχνικής επάρκειας καιτης αμεροληψίας των οργανισμών αξιολόγησης συμμόρφωσης που πιστοποιούν τις επιχειρήσεις.
Τα τελευταία χρόνια, τόσο πριν όσο και εντονότερα κατά τη διάρκεια της πρωτόγνωρης οικονομικής κρίσης που αντιμετώπισε η χώρα, είναι αλήθεια ότι τα ζητήματα της πιστοποίησης και του τρόπου οργάνωσης και λειτουργίας του υποστηρικτικού της συστήματος δεν βρέθηκαν στο επίκεντρο της προσοχής της δημόσιας διοίκησης με τρόπο που να δεικνύει συγκεκριμένη στρατηγική για την αξιοποίηση και ενίσχυση των δομών ποιότητας της χώρας, ως ένα εργαλείο ανάπτυξης.
Χαρακτηριστικά, οι εθνικοί οργανισμοί τυποποίησης, μετρολογίας και διαπίστευσης βίωσαν διαχρονικά συνεχείς αλλαγές στη δομή και στις διοικήσεις τους, με ό,τι δυσλειτουργίες και προσκόμματα αυτό συνεπάγεται στην παραγωγή έργου. Για να μπορέσουν να υπηρετήσουν με επιτυχία το ρόλο τους και να δημιουργηθούν οι απαραίτητες προϋποθέσεις για την ενδυνάμωσή τους, χρειάζεται πολιτική δέσμευση για διαχρονική στήριξη στην αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό τους. Κρίνεται σκόπιμο να υπάρξει σταθερότητα σχετικά με το μοντέλο λειτουργίας τους και για αυτό η σημερινή δομή (Εθνικό Σύστημα Υποδομών Ποιότητας, ΕΣΥΠ, για την τυποποίηση και τη μετρολογία και Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης, ΕΣΥΔ, για τη διαπίστευση) πρέπει να διατηρηθεί. Καθοριστική σημασία κατέχει επίσης, ο ορισμός των εκάστοτε Διοικήσεων με αξιοκρατικά κριτήρια και την τεχνογνωσία που απαιτείται, με δεδομένο ότι οι εν λόγω οργανισμοί αφενός χειρίζονται θέματα υψηλής τεχνικότητας και αφετέρου συμμετέχουν σε διεθνείς οργανισμούς που θέτουν πολύ συγκεκριμένες απαιτήσεις προς τα μέλη τους. Τέλος, ενέργειες άμεσης προτεραιότητας για το ΕΣΥΠ και το ΕΣΥΔ αποτελούν η έκδοση των κανονισμών λειτουργίας με σύγχρονα οργανογράμματα, η ανάπτυξη ολοκληρωμένων πληροφοριακών συστημάτων για την αναβάθμιση των υπηρεσιών που προσφέρουν, καθώς και η ενίσχυση της εξωστρέφειάς τους για τη στήριξη της πολιτείας και των επιχειρήσεων στα τεχνικά ζητήματα που πραγματεύονται.
Την ίδια στιγμή, η δημόσια διοίκηση μπορεί να ωφεληθεί σημαντικά από την αξιοποίηση των προτύπων και του συστήματος διαπίστευσης κατά την παραγωγή του νομοθετικού έργου, αντί να τα παρακάμπτει, ειδικά στις περιπτώσεις που απαιτείται ανεξάρτητη διασφάλιση ποιότητας,αντικειμενικότητας και ασφάλειας, όπως στην περίπτωση των διάφορων μητρώων που διατηρούν αρκετά Υπουργεία για την άσκηση επιθεωρήσεων και ελέγχων.Είναι αυτονόητο δε, ότι δίχως ισχυρά ΕΣΥΠ και ΕΣΥΔ, η προσέγγιση αυτή δεν θα επιτύχει.
Συνοψίζοντας, η άμεση αναβάθμιση της πιστοποίησης και του υποστηρικτικού της συστήματος είναι προς όφελος της οικονομίας και μπορεί να επιτευχθεί με τη στήριξη της πολιτικής ηγεσίας, αλλά και όλων των εμπλεκομένων μερών. Θα πρόκειται για μια προσοδοφόρα επένδυση ποιότητας και ανταγωνιστικότητας για τη χώρα που δεν πρέπει να καθυστερήσει άλλο.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr