Στην ουσία, αυτός είναι και ο λόγος που σε μια χώρα με 40% υψηλότερη ηλιοφάνεια απ’ ότι η Γερμανία, οι ταρίφες διατηρούνται σε τέτοια «παράλογα» - κατά πολλούς- υψηλά ακόμη επίπεδα.
Συγκρίνοντας τα έσοδα που δίνει στον κάτοχό του σε έξι ευρωπαϊκές χώρες, ένα μικρό φωτοβολταικό στέγης των 10 KWp, με βάση τις τρέχουσες ταρίφες και την ηλιοφάνεια κάθε περιοχής, μακράν ωφελημένος εμφανίζεται ο κάτοικος των Αθηνών με 7.670 ευρώ το χρόνο. Δεύτερος στη λίστα κατατάσσεται ο Ισπανός (Μαδρίτη ) με 4.430 ευρώ, και ακολουθούν ο Ιταλός (Ρώμη) με 3.610 ευρώ, ο Γάλλος (Μασσαλία) με 3.370 ευρώ, ο Τσέχος με 3.160 ευρώ, και τελευταίος ο Γερμανός (Μόναχο) με μόλις…2.030 ευρώ.
Για να καταλάβει κανείς τι σημαίνει ο παράγοντας ηλιοφάνεια, ακόμη και αν αντικαταστήσουμε τις παχυλές ελληνικές με τις κατά 50% χαμηλότερες γερμανικές ταρίφες, αλλά τις πολλαπλασιάσουμε με τις κιλοβατώρες που παράγει το φωτοβολταικό αυτό στην Ελλάδα, το έσοδο διαμορφώνεται στα επίπεδα των 3.500 ευρώ. Είναι δηλαδή και πάλι υψηλότερο από το αντίστοιχο γερμανικό.
Η ελληνική περίπτωση και το γερμανικό επίτευγμα
Προς τι λοιπόν, οι τόσο υψηλές ελληνικές ταρίφες, θα ρωτήσει κανείς ; Πράγματι, τα όσα είπε την προηγούμενη εβδομάδα στο συνέδριο για το «Ήλιος» ο γερμανός υφυπουργός Περιβάλλοντος Γ. Μπέκερ, κρύβουν μεγάλες αλήθειες για τις αδυναμίες της ελληνικής αγοράς φωτοβολταικών, τις οποίες η κρίση ανέδειξε ακόμη περισσότερο.
«Δεν πετύχαμε τέτοια εντυπωσιακά αποτέλεσματα στο χώρο των φωτοβολταικών μόνο και μόνο χάρη στις ταρίφες, που στην Ελλάδα είναι σημαντικά υψηλότερες, ούτε μόνο χάρη στην ηλιοφάνεια, που επίσης στην Ελλάδα είναι 40% υψηλότερη», ήταν τα λόγια του κ. Μπέκερ. Και συνέχισε λέγοντας ότι το γερμανικό επίτευγμα σχετίζεται με την προσαρμογή των ταριφών στο κόστος του εξοπλισμού και την εξέλιξη της αγοράς (που δίνουν μια εύλογη απόδοση στην επένδυση της τάξεως του 9-12%), τις γρήγορες αδειοδοτικές διαδικασίες, την ταχύτητα στις διασυνδέσεις με το δίκτυο, την πρόσβαση σε χαμηλού κόστους κεφάλαια και φυσικά την αξιοπιστία λειτουργίας του συστήματος για την 20ετή διάρκεια της επένδυσης.
Πρωταθλητές και στις καθυστερήσεις…
Γιατί στην Ελλάδα εκτός από πρωταθλητές στις ταρίφες, είμαστε πρωταθλητές και στην καθυστέρηση υλοποίησης έργων ΑΠΕ (και το κόστος το οποίο συνεπάγεται), που φτάνει μέχρι και τα 4-5 χρόνια, έναντι ...λίγων μηνών στη Γερμανία. Εδώ και χρόνια έχουμε ένα από τα υψηλότερα κόστη τραπεζικής χρηματοδότησης, ενώ μετά τη κρίση τα επιτόκια έχουν εκτιναχθεί στο 9%-12% για 10ετή δάνεια, όταν στη Γερμανία βρίσκονται στο 3%-4% και για δάνεια διάρκειας 15-18 ετών. Κι αυτό, χωρίς στα παραπάνω να συνυπολογίζεται το «ελληνικό ρίσκο» που έχει παγώσει κάθε μεσαία και μεγάλη επένδυση.
Το πολιτικό κόστος
Στην ουσία, οι παχυλές ελληνικές ταρίφες, όταν καθιερώθηκαν το 2006 (έφταναν μέχρι και τα 0,55 λεπτά/ KWh) «κάλυπταν» αφενός όλα τα παραπάνω αγκάθια (με κυριότερο τη γραφειοκρατία), αφετέρου το υψηλό κόστος του εξοπλισμού των συστημάτων αυτών.
Το κόστος του εξοπλισμού έχει πέσει τα τελευταία χρόνια δραματικά (ως και 50%), αλλά το αγκάθι της γραφειοκρατίας παραμένει σε μεγάλο βαθμό. Σαν αποτέλεσμα, ενώ ο σημερινός μηχανισμός εγγυημένων τιμών επιδότησης για επενδύσεις σε ΑΠΕ ψηφίστηκε το 2006, λόγω της γραφειοκρατίας η αγορά πήρε μπροστά μόλις το 2009, ωστόσο στο μεσοδιάστημα το κόστος εξοπλισμού (πάνελς, μετατροπείς, κ.ά.) διεθνώς είχε αρχίσει να πέφτει, με συνέπεια οι ταρίφες να έπρεπε να αναθεωρηθούν προς τα κάτω, κάτι που στην Ελλάδα, άργησε να γίνει για λόγους πολιτικού κόστους.
Εν ολίγοις, η προσαρμογή των τιμών με τη νέα πραγματικότητα της αγοράς έγινε με υστέρηση έναντι άλλων χωρών, κάτι που φαίνεται ειδικά τον τελευταίο χρόνο όπου το κόστος του εξοπλισμού των φ/β έχει πέσει ραγδαία. Μόλις φέτος, τον Ιανουάριο, ο υπουργός ΠΕΚΑ. Γ. Παπακωσταντίνου ανακοίνωσε μειώσεις στις ταρίφες των φωτοβολταικών, έπειτα από μακρά διαβούλευση με τους φορείς της αγοράς, και μπροστά στο ορατό ενδεχόμενο πλήρους κατάρρευσης του μηχανισμού χρηματοδότησης των ΑΠΕ (που τηρεί ο ΛΑΓΗΕ - πρώην ΔΕΣΜΗΕ) από το συνεχές διογκούμενο έλλειμμά του εξαιτίας της ένταξης στο σύστημα όλο και περισσότερων πράσινων έργων.
Το σημερινό καθεστώς, και το μνημόνιο
Υπενθυμίζουμε ότι οι νέες ταρίφες τέθηκαν σε ισχύ για όσα έργα υπέγραψαν σύμβαση από την 1η Φεβρουάριου και μετά, και προβλέπουν «κούρεμα» που ξεκινάει από 5% για τα φ/β στις στέγες και φτάνει στο 12,5% για όλες τις άλλες κατηγορίες σε σχέση με τις προϋπάρχουσες τιμές. Το νέο καθεστώς προβλέπει επίσης περαιτέρω μείωση ανά 6μηνο κατά 7,5% μέχρι και το 2015 για όλες τις κατηγορίες, πλην των οικιακών όπου η επιπλέον μείωση θα είναι 5% και θα διαρκέσει ως και το 2019.
Το μνημόνιο ωστόσο μιλά για ανάγκη περαιτέρω αλλαγών, ενώ παράλληλα η μια μετά την άλλη οι χώρες μειώνουν τις ταρίφες τους προσαρμόζοντάς τις στο συνεχώς μειούμενο κόστος (αν και μετά τη ραγδαία πτώση εντός του 2011 οι περισσότεροι παραγωγοί εξοπλισμού «γράφουν ζημιές» και δεν αναμένεται να συνεχιστεί η μείωση στο προσεχές μέλλον με παρόμοιους ρυθμούς). Πολλοί στην Ελλάδα εκτιμούν ότι ίσως η μείωση που ανακοινώθηκε τον Φεβρουάριο να μην είναι αρκετή.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr