Ασφαλώς καμία πτώση βουτιάς της αγοράς δεν είναι απολύτως ίδια με κάποια άλλη, όμως εάν ρίξει κανέις μια ματιά στην πορεία των αγορών κατά την διάρκεια περιόδων οικονομικής ύφεσης του παρελθόντος, μπορεί να βγάλει κάποια χρήσιμα συμπεράσματα σχετικά με το εάν τα χρηματιστήρια θα έχουν μία σχετικά ομαλή ανάκαμψη ή θα χτυπηθούν από μία μακρά και δύσκολη περίοδο απωλειών.
Με πάρα πολλούς τρόπους, η σημερινή κατάσταση της οικονομίας θυμίζει την ύφεση του 1990-1991 στην οποία πρωταγωνιστούσαν η βουτιά των τιμών των σπιτιών και η συσσώρευση «κακού» δανεισμού, πράγμα το οποίο «χτύπησε» έντονα τις τράπεζες. Η οικονομική επιβράδυνση ήταν πάρα πολύ δύσκολη αλλά αποδείχθηκε εύκολη για τις μετοχές, οι οποίες κέρδισαν σημαντικό έδαφος κατά την διάρκεια της ύφεσης και κατάφεραν να αποφύγουν την είσοδο σε μία bear market.
Στην δεκαετία του '70 καθώς και το 2001, οι οικονομικές υφέσεις σημαδεύτηκαν από πολύ άσχημες και καταστροφικές για τις μετοχές, bear markets. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις, οι επενδυτές αγνόησαν του κινδύνους που είχαν συγκεντρωθεί και μεγάλωναν στις αγορές, θεωρώντας πως οι υψηλές αποτιμήσεις των μετοχών αλλά και οι υψηλές τιμές των σπιτιών ήταν δικαιολογημένες γιατί οι τιμές θα συνέχιζαν να ανεβαίνουν.
Σε ένα πιο «καλό» σενάριο, η πορεία των αγορών είναι χειρότερη πριν καθώς και τις πρώτες μέρες τις ύφεσης, επειδή οι επενδυτές αρχίζουν και πανικοβάλονται για τον αντίκτυπο που θα έχει η σημαντική επιβράδυνση της οικονομίας στην κερδοφορία των εισηγμένων.
Οπως υποστηρίζει και ο κ. John Bollinger, πρόεδρος της Bollinger Capital Management, η χρηματιστηρική αγορά είναι ένας πολύ δυναμικός μηχανισμός αποτίμησης, έτσι όταν γίνει ξεκάθαρο ότι βρισκόμαστε πλέον σε ύφεση, η αγορά θα έχει ήδη αποτιμήσει το γεγονός καθώς και την ακολουθούμενη ανάκαμψη. Ομως κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει πάντα, άρα δεν μπορεί να αποτελεί και «χρυσό κανόνα». Οι μετοχές πραγματοποίησαν σημαντική βουτιά κατά την διάρκεια των υφέσεων του 70' και του 2001.
Πάντως, το τί συμβαίνει στην οικονομία - το πόσο δηλαδή η ανάπτυξη της περιορίζεται και το πόσο υψηλά ανεβαίνει η ανεργία - δεν καθορίζει απαραίτητα και το πώς θα πορευτεί η χρηματιστηριακή αγορά.
Η ύφεση του 1973-1975 θεωρείται γενικώς ως η χειρότερη από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά. Ο δείκτης S&P 500 έχασε περίπου 25% από την αρχή έως το τέλος της ύφεσης, όπως τουλάχιστον δείχνουν τα στοιχεία το National Bureau of Economic Statistics, και ο δείκτης έχασε 48% κατά την διάρκεια ολόκληρης της bear market εκείνης.
Η ύφεση του 2001 προκλίθηκε από το την φούσκα του τεχνολογικού κλάδου και την τεράστια επιβράδυνση της εταιρικής κερδοφορίας. Αν και η ύφεση στην αγορά εργασίας που ακολούθησε ήταν ισχυρή, ο αντίκτυπος στην οικονομική ανάπτυξη ήταν σχετικά μέτριος.
Ομως η πτώση της χρηματιστηριακής αγοράς ήταν μακρά και βίαια. Ο δείκτης S&P 500 έχασε περίπου 8% κατά την διάρκεια της ύφεσης και περίπου 49% κατά την διάρκεια ολόκληρης της bear market, που είναι και η μεγαλύτερη βουτιά από την εποχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
Ο συγκεκριμένος δείκτης βρισκόταν 18% χαμηλότερα ακόμη και έναν χρόνο μετά το τέλος της ύφεσης του 2001. Συνήθως, οι μετοχές κινούνται σημαντικά υψηλότερα στους 12 μήνες που ακολουθούν το τέλος της ύφεσης
Ισως το γεγονός του ότι η σειρά των γεγονότων που επηρέασαν αρνητικά την αγορά το 2001 διέρκεσαν περισσότερο από ότι αρχικα αναμενόταν, κι έτσι παρέτεινε την αγωνία των επενδυτών. Αυτό μπορεί να είναι ένας πολύ κακός οιωνός για την αγορά σήμερα εάν σκεφτούμε πως η πιστωτική κρίση έχει διαρκέσει ήδη παρά πολυ.
Ομως η βουτιά της αγοράς το 2001 οδηγήθηκε κυρίως από την τεχνολογική φουσκα. Αυτό θα πρέπει να δώσει στους επενδυτές μια κάποια αισιοδοξία καθώς το γεγονός του ότι δεν ζήσαμε κάποια φούσκα, οι αποτιμήσεις των μετοχών είναι αρκετά φθηνές.
Με τα p/e των περισσότερων (ώριμων) αγορών να κυμαίνονται κοντά στο 13 σήμερα, ίσως και να αποτελούν ένδειξη ότι τα χρηματιστήρια δεν έχουν μεγάλο περιθώριο περαιτέρω πτώσης.
Η μεγαλύτερη «ανωμαλία» της αγοράς τα τελευταία χρόνια είναι
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr