Αυτά τα λόγια ειπώθηκαν από τον σημερινό καγκελάριο της Γερμανίας Όλαφ Σολτς το 1987, σε μία διαδήλωση υπέρ της ειρήνης. Τότε ήταν εκπρόσωπος των Jusos, της κομματικής νεολαίας του SPD. Προφανώς ο νεότερος Σολτς, ο οποίος δεν εκπλήρωσε στρατιωτική θητεία ως αντιρρησίας συνείδησης, δεν ανέμενε ότι 35 χρόνια αργότερα θα αποφάσιζε ως καγκελάριος τη δημιουργία ειδικού ταμείου ύψους 100 δισ. για την αναβάθμιση της αποτετρεπτικής ικανότητας της Γερμανίας, ως αποτέλεσμα της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022.
Ένας ριζοσπάστης που έγινε πραγματιστής
Δεν είναι βέβαια ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος πολιτικός που προσαρμόζει με την πάροδο του χρόνου τις απόψεις και ιδέες του. Το 1987 μιλούσε με μία νεανική ορμή, η οποία εξέφραζε την αισιοδοξία του για ένα καλύτερο μέλλον χωρίς τον φόβο ενός πολέμου. Έπειτα, με την ανάληψη μεγαλύτερης ευθύνης είτε στα πλαίσια του κόμματος είτε μέσω κάποιας κυβερνητικής θέσης, προέκυψε η σταδιακή μετάλλαξη του Σολτς στον πραγματισμό. Από εκεί που θεωρούνταν μαρξιστής και ριζοσπάστης έγινε υπερασπιστής της φιλελευθεροποιήσης της αγοράς εργασίας, που εφαρμόστηκε από τον Γκέρχαρντ Σρέντερ και την υλοποίησε μάλιστα ο ίδιος ως Υπουργός Εργασίας κατά την πρώτη θητεία στην καγκελαρία της Άνγκελα Μέρκελ. Ο Σολτς εξελίχθηκε επομένως σε έναν ευέλικτο, προσαρμοστικό και ήπιων τόνων πολιτικό.
Όταν τα μέλη του SPD τον απέρριψαν
Αυτή η στροφή του Σολτς δεν άρεσε σε πολλούς εντός των Σοσιαλδημοκρατών, κυρίως στην αριστερή πτέρυγα του κόμματος. Αυτό φάνηκε στις εσωκομματικές εκλογές του 2019. Το SPD ήταν στη 3η συγκυβέρνηση υπό την Άνγκελα Μέρκελ και έχανε την μία κρατιδιακή εκλογή μετά την άλλη.
Ο Σολτς κατέβηκε στις εσωκομματικές εκλογές για την ανάδειξη διπλής ηγεσίας του SPD (ένας άνδρας-μία γυναίκα) με συνυποψήφια την Κλάρα Γκάιβιτς, η οποία ήταν μία άγνωστη μέχρι τότε βουλευτής στην τοπική Βουλή του Βανδεμβούργου, Κύριο ζήτημα σε αυτήν την διαδικασία ήταν η παραμονή ή η πρόωρη αποχώρηση του SPD από την κυβέρνηση Μέρκελ. Ο Σολτς, ο οποίος τότε ήταν Υπουργός Οικονομικών αντιστεκόταν σθεναρά στη δεύτερη επιλογή. Η αριστερή πτέρυγα από την άλλη, επεδίωκε την έξοδο, επιχειρηματολογώντας πώς υπάρχει η ανάγκη ανανέωσης και ανασύνταξης.
Ο Σολτς πέρασε μεν στον δεύτερο γύρο αλλά έχασε από τους Νόμπερτ Βάλτερ Μπόργιανς και την Σάσκια Έσκεν. Η δεύτερη μάλιστα, η οποία παραμένει μέχρι σήμερα συμπρόεδρος στο κόμμα, είχε υποστηρίξει δημόσια ότι ο Σολτς δεν είναι αυθεντικός Σοσιαλδημοκράτης (πλέον βέβαια είναι ένθερμη υποστηρικτής του).
Η μετέπειτα δικαίωση
Παρά το γεγονός ότι η ήττα Σολτς φάνηκε εκ πρώτης όψεως να είναι …σφαλιάρα η συνέχεια τον δικαίωσε. Οι νέοι αρχηγοί αναδίπλωσαν την αρχικά τους θέση και δεν αποχώρησαν από τον μεγάλο συνασπισμό. Λίγους μήνες μετά ήρθε η πανδημία και ο Σολτς την διαχειρίστηκε αρκετά καλά ως Υπουργός Οικονομικών, με αποτέλεσμα να αναδειχθεί υποψήφιος καγκελάριος για το 2021, από το ίδιο κοινό που 1,5 χρόνο νωρίτερα τον θεωρούσε ανεπαρκή. Εντέλει, οδήγησε το SPD στην πρώτη του ομοσπονδιακή εκλογική νίκη από το 2002 και έγινε καγκελάριος.
Προκύπτει λοιπόν, από την πορεία του Σολτς, ότι ως πολιτικός σε εκλογικά συστήματα όπως εκείνο της Γερμανίας, έχει μεγαλύτερη σημασία να είναι κανείς σε θέση να προσελκύσει ευρύτερα και υπερκομματικά εκλογικά ακροατήρια, ακόμη κι αν αυτό δυσαρεστεί τα μέλη εντός των τειχών. Με τον ίδιο τρόπο εξασφάλισαν κατά το παρελθόν την (επαν)εκλογή τους η Μέρκελ, ο Σρέντερ και παλαιότερα ο σοσιαλδημοκράτης Χέλμουτ Σμιτ.
Πώς θα προσπαθήσει να επανεκλεγεί
Ο Σολτς θα επιδιώξει την επανεκλογή του με όμοιο τρόπο όπως παλαιότερα η Μέρκελ: «Με γνωρίζετε, ξέρετε ποιος είμαι,» θα πει. Θεωρείται επίσης προβλέψιμος. Παρά το γεγονός ότι η ηγεσία του στον συνασπισμό του φαναριού κρίνεται αποτυχημένη και η επικοινωνία του Σολτς ήταν υπερβολικά αόριστη, είναι αρκετά σαφές πλέον πώς επιδιώκει να κινηθεί στα δύο βασικά θέματα της προεκλογικής ατζέντας, τα οποία είναι η οικονομία και το Ουκρανικό.
Αναφορικά με την οικονομία, θα επιδιώξει μία μεταρρύθμιση-χαλάρωση για το «φρένο» χρέους, σύμφωνα με διαρροές στον γερμανικό τύπο, ώστε να είναι η Γερμανία σε θέσει να δανειστεί μεγαλύτερα ποσά και να ανταποκριθεί στις γεωπολιτικές, ενεργειακές και ψηφιακές προκλήσεις της εποχής. Στον τομέα της άμυνας, επιδιώκει αναβάθμιση της αποτρεπτικής ικανότητας και ταυτόχρονη στήριξη της Ουκρανίας, στο πλαίσιο όμως που δεν θα συμπαρασύρει την Γερμανία σε ένοπλη σύγκρουση με τη Ρωσία, στάση που του έχει αποφέρει κριτική από πολλές πλευρές.
Ο βασικός αντίπαλός του Φρίντριχ Μερτς από την άλλη, που αυτήν την στιγμή είναι το φαβορί δημοσκοπικά, δεν θεωρείται πολιτικός υπερκομματικής αποδοχής. Δυσκολεύεται επίσης να απαντήσει με σαφήνεια για το ενδεχόμενο μεταρρύθμισης του φρένου χρέους. Επιπλέον σκοπεύει να παράσχει στην Ουκρανία μεγαλύτερη ευελιξία στην χρήση γερμανικών όπλων, γεγονός όμως που ενδέχεται να δυσαρεστήσει και να αποσυσπειρώσει τις κρατιαδιακές οργανώσεις της πρώην Ανατολικής Γερμανίας των Χριστιανοδημοκρατών, που τάσσονται υπέρ μίας πιο μετριοπαθούς στάσης απέναντι στη Ρωσία.
Εκτός αυτού, ο Σολτς δεν δέχεται αυτή την στιγμή «υποδείξεις» εντός του κόμματός του ως προς την επιλογή μελλοντικού κυβερνητικού εταίρου, σε αντίθεση με τον Μερτς, ο οποίος πιέζεται από τον ηγέτη των Βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών Μάρκους Σέντερ. Ο Σέντερ, πρωθυπουργός της Βαυαρίας, απορρίπτει σθεναρά την προοπτική συγκυβέρνησης με τους Πράσινους, σε αντίθεση με πιο μετριοπαθή στελέχη του κόμματος που συγκυβερνούν ήδη μαζί τους σε αρκετά κρατίδια. Ωστόσο ο αποκλεισμός αυτός αφήνει ως μόνο πιθανό κυβερνητικό εταίρο το… SPD.
Λέγεται ότι ο Μάρκους Σέντερ «έκαψε» την υποψηφιότητα του Άρμιν Λάσετ το 2021, καθώς άφηνε δημόσια αιχμές εναντίον του, κατά την διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, εκφράζοντας την ενόχλησή του για το γεγονός ότι δεν κέρδισε ο ίδιος την υποψηφιότητα για την καγκελαρία. Δεν αποκλείεται η «γκρίνια» του για την προοπτική συγκυβέρνησης με τους Πράσινους να δημιουργήσει προβλήματα στον Μερτς, ο οποίος θα κληθεί να απαντήσει πώς θα εξασφαλίσει σταθερή κυβερνητική πλειοψηφία.
Έναρξη προεκλογικής περιόδου-Το ενδεχόμενο εκπλήξεων
Την Δευτέρα (16/12) τίθεται προς ψηφοφορία η ψήφος εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση Σολτς. Υπό κανονικές συνθήκες θα την υπερψήφιζαν, πέρα των Σοσιαλδημοκρατών. και οι Πράσινοι. Ωστόσο υπό τον φόβο να την υπερψηφίσουν οι ακραίοι του AfD, καθαρά και μόνο για να προκαλέσουν χάος, οι Πράσινοι αναμένεται να ψηφίσουν με παρών. Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας ξεκινάει και τυπικά η προεκλογική περίοδος στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης.
Οι περισσότεροι αναλυτές, πολιτικοί παράγοντες και γραφειοκράτες θεωρούν τον Σολτς τελειωμένο. Ωστόσο δεν αποκλείεται, με βάση το ιστορικό προηγούμενο των γερμανικών εκλογών και σε περίπτωση που εκδηλωθούν φανερότερα ορισμένες ασάφειες του Μερτς και της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης, η τελική κρίση του γερμανικού εκλογικού σώματος να φέρει μαζί της εκπλήξεις…
Γιώργος Ραυτόπουλος
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr