Η πορεία του Μερτς
Ο Μερτς, γεννημένος το 1955 και καταγόμενος από οικογένεια νομικών, έγινε μέλος στο CDU το 1972, στην οργάνωση της Βόρειας-Ρηνανίας Βεστφαλίας. Το 1989 εκλέχθηκε Ευρωβουλευτής, ενώ το 1994 εισήλθε για πρώτη φορά στην γερμανική ομοσπονδιακή Βουλή. Δεν ανέλαβε όμως κάποιο υπουργικό θώκο, ενώ το 1998 ο Χέλμουτ Κολ έχασε τις εκλογές και το CDU κατέληξε στα αντιπολιτευτικά έδρανα. Ο Μερτς διαδέχθηκε τον Σόιμπλε το 2000 στην ηγεσία της προεδρίας της κοινοβουλευτικής ομάδας του CDU/CSU στη γερμανική ομοσπονδιακή Βουλή, ωστόσο η θητεία του αποδείχτηκε βραχυπρόθεσμη, καθώς το 2002 ανέλαβε η Άνγκελα Μέρκελ, μέχρι να γίνει καγκελάριος το 2005. Από τότε ξεκίνησε ένας άτυπος ανταγωνισμός μεταξύ των δύο, καθώς ο Μερτς δεν συγχώρεσε ποτέ την Μέρκελ που τον παραμέρισε. Το 2009 αποχώρησε από την ενεργό πολιτική, ασκώντας κατά καιρούς κριτική στην πολιτική κατεύθυνση που χάραξε η Μέρκελ.
Ο Μερτς κατατάσσεται στην πτέρυγα των Χριστιανοδημοκρατών που είναι φιλική προς τις μεγάλες επιχειρήσεις, τις απορρυθμίσεις στην αγορά και τη μείωση του κρατικού παρεμβατισμού. Δεν είναι τυχαίο ότι είχε στενές σχέσεις με τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Μετά το 2009, ακολούθησε μία πορεία ως λομπίστας για διάφορες επιχειρήσεις, για να αναλάβει το 2016 επικεφαλής της Blackrock στη Γερμανία, μέχρι το 2020.
Αρχηγία του CDU
Το 2018 η Άνγκελα Μέρκελ ανακοίνωσε ότι δεν θα διεκδικούσε μία πέμπτη θητεία στην Καγκελαρία το 2021, καθώς και την άμεση αποχώρησή της από την προεδρία του CDU. Αυτή η εξέλιξη σηματοδότησε το comeback του Μερτς στην ενεργό πολιτική, διεκδικώντας, προς έκπληξη πολλών, την προεδρία του κόμματος. Ο Μερτς εξέφρασε ανοιχτά την αντίθεσή του με την πολιτική της Μέρκελ, η οποία είχε παραμελήσει, κατά την γνώμη του, το παραδοσιακό συντηρητικό εκλογικό κοινό των Χριστιανοδημοκρατών. Δήλωσε ότι θα άφηνε «μισό» το AfD, όχι μέσω δεξιάς στροφής αλλά μέσω «ανοίγματος» της εκλογικής βάσης του κόμματος, όπως είχε δηλώσει εκείνη την χρονιά σε τηλεοπτικό πάνελ του ARD.
Η πρώτη απόπειρα του Μερτς να χρηστεί πρόεδρος παρέμεινε άκαρπη. Επικράτησε η Ανεγκρέτ-Κραμπ Καρεμππάουερ, που ήταν εξάλλου η προτίμηση της Μέρκελ. Δεν άντεξε πάνω από 2 χρόνια σε αυτό το πόστο. Το 2020 ο Μερτς διεκδίκησε εκ νέου την προεδρία αλλά ανεπιτυχώς, καθώς επικράτησε ο πρωθυπουργός της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας Άρμιν Λάσετ, εκ νέου ένας «Μερκελιστής». Όταν εκείνος έχασε τις ομοσπονδιακές εκλογές του 2021, ο Μερτς ψηφίστηκε πρόεδρος του CDU στην τρίτη και φαρμακερή προσπάθεια.
Οι απαντήσεις που θα κληθεί να δώσει
Οι επιδόσεις του ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχουν κριθεί μέτριες μέχρι στιγμής, ενώ και εντός του CDU υπάρχει σκεπτικισμός για την πορεία που έχει χαράξει, ειδικά από κρατιδιακούς πρωθυπουργούς που θεωρούνται συνεχιστές της Μέρκελ. Ο Μερτς έχει κατηγορηθεί για άστοχη αντιπολίτευση και για αντιγραφή του AfD αναφορικά με το μεταναστευτικό. Εκτός αυτού, δεν άφησε το ακροδεξιό κόμμα στο «μισό» όπως είχε υποσχεθεί, αντιθέτως, το AfD εμφανίζεται δημοσκοπικά, καθώς και στις κρατιδιακές εκλογές, πιο δυνατό από ποτέ. Την ίδια στιγμή το πλάνο του για την οικονομική ανόρθωση της Γερμανίας παραμένει ασαφές.
Οι ιδιαιτερότητες που κρύβουν οι γερμανικές ομοσπονδιακές εκλογές, το ζήτημα των δημοσκοπήσεων και το μειονέκτημα της κυβερνητικής απειρίας του Μερτς έχουν αναδειχθεί από το Reporter σε προηγούμενη ανάλυση.
Ένα πρόσθετο πρόβλημα που θα κληθεί να λύσει ο Μερτς είναι το γεγονός ότι δεν φαίνεται να έχει μία υπερκομματική απήχηση στην Γερμανία, όπως συνηθίζουν να έχουν -ή έστω να αποκτούν στην πορεία- οι καγκελάριοι. Σύμφωνα με μετρήσεις ο Μερτς συγκεντρώνει υψηλά ποσοστά δημοφιλίας εντός του CDU αλλά ελάχιστα εκτός αυτού, σε αντίθεση για παράδειγμα με την Μέρκελ ή και τον Γκέρχαρντ Σρέντερ. Με το κομματικό σύστημα στη Γερμανία να ρευστοποιείται,ο Μερτς χρειάζεται μία διεύρυνση του εκλογικού του ακροατηρίου του, αν θέλει να εξασφαλίσει την εκλογική του νίκη.
Επίσης θεωρείται πολιτικός της «παλαιάς» σχολής. Αυτό φαίνεται τόσο από την ρητορική του, αλλά και από την παρουσία του είτε στις δημόσιες εμφανίσεις είτε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αυτό θα του κοστίσει ψηφοφόρους σε νεανικό κοινό, στο οποίο οι Χριστιανοδημοκράτες έτσι κι αλλιώς υστερούν.
Πρόβλημα αναμένεται να έχει και στην γυναικεία ψήφο, λόγω «παλαιών αμαρτιών». Το 1995 είχε ψηφίσει εναντίον της φιλελευθεροποίησης των αμβλώσεων, ενώ το 1997 είχε καταψηφίσει την αναγνώριση του βιασμού εντός του έγγαμου βίου ως ποινικό αδίκημα, παρά το γεγονός ότι υπήρχε υπερκομματική συνεννόηση επί του θέματος στην ομοσπονδιακή Βουλή. Ο Μερτς και μία ομάδα Χριστιανοδημοκρατών βουλευτών επιχειρηματολογούσαν τότε ότι με αυτήν την ρύθμιση υπονομευόταν ο θεσμός της οικογένειας. Τα άλλα κόμματα θα φροντίσουν να υπενθυμίσουν αυτή τη στάση του Μερτς όσο πλησιάζει η ώρα της κάλπης.
«Μπρος πίσω» στο μεταναστευτικό
Ο Μερτς φρόντισε να αποστασιοποιηθεί νωρίς από την «Σχολή Μέρκελ» στα ζητήματα μεταναστευτικής-προσφυγικής πολιτικής, πιέζοντας σε κάθε ευκαιρία την κυβέρνηση Σολτς για επίσπευση απελάσεων παράτυπων μεταναστών, μη λαμβάνοντας υπόψιν πώς η κυβέρνηση του φαναριού, άσκησε μία πολιτική αρκετά σκληρότερη από εκείνη της Μέρκελ στο συγκεκριμένο ζήτημα. Μάλιστα ο Μερτς δεν φρόντισε να συγκρατούνται φωνές του κόμματός του που ζητούσαν απελάσεις ακόμη και σε εμπόλεμες ζώνες, ενώ οι συνοριακοί έλεγχοι που επέβαλε πριν λίγους μήνες η γερμανική κυβέρνηση μπορούν να ερμηνευθούν ως μία αντίδραση στις κατηγορίες του ηγέτη των Χριστιανοδημοκρατών. Ο ίδιος είχε αναφέρει πώς οι Γερμανοί αργούν να βρουν ραντεβού στον οδοντίατρο λόγω των…μεταναστών, προκαλώντας αμηχανία ακόμη κι εντός των τειχών του.
Ο Μερτς πίστευε ότι προβάλλοντας μία αυστηρότερη μεταναστευτική πολιτική θα κέρδιζε σε δυναμική. Αυτό δεν επαληθεύτηκε, καθώς το κόμμα του δεν σημείωσε καλές επιδόσεις στις κρατιδιακές εκλογές στην Ανατολική Γερμανία τον Σεπτέμβριο, ενώ το AfD κατάφερε να σημειώσει «άλμα», αφού η στάση που υιοθέτησε το CDU στο μεταναστευτικό ουσιαστικά ανέδειξε την ατζέντα του αντισυστημικού ξενοφοβικού κόμματος AfD.
«Τουρίστες» ασύλου οι Ουκρανοί
Στο στόχαστρο του Μερτς δεν βρέθηκαν μόνο υπήκοοι χωρών της Μέσης Ανατολής, αλλά και οι Ουκρανοί, τους οποίους κατηγόρησε ότι «μπαινοβγαίνουν» στην Ουκρανία να δουν τα σπίτια τους, χαρακτηρίζοντάς τους «Τουρίστες ασύλου». Η έκφραση αυτή προκάλεσε αντιδράσεις, με τον Μερτς να ζητάει δημόσια συγνώμη.
Ο Μερτς θεωρείται πολέμιος του Πούτιν και ένθερμος υποστηρικτής της Ευρωατλαντικής συνεργασίας, ωστόσο είναι γεγονός πως οι κρατιδιακές οργανώσεις του κόμματός του στην πρώην Ανατολική Γερμανία δεν είναι το ίδιο ένθερμοι υποστηρικτές της Ουκρανίας όσο με εκείνες της Δυτικής και πιέζουνσ στην αποκατάσταση των σχέσεων με τη Ρωσία. Ο Μερτς οφείλει την ανάδειξή του στην προεδρία του κόμματος σε μεγάλο βαθμό στις κομματικές οργανώσεις αυτών των κρατιδίων. Έτσι εξηγείται η συγκεκριμένη (άστοχη) δήλωση. Ενόψει εκλογών ο Μερτς θα κληθεί να διατηρήσει εσωκομματικές ισορροπίες αναφορικά με το Ουκρανικό, μία αρκετά απαιτητική πρόκληση.
Το προφίλ του τεχνοκράτη
Μετά την αποτυχία της αντιμεταναστευτικής ρητορικής ο Μερτς προσπαθεί να προβληθεί ως τεχνοκράτης στα οικονομικά ζητήματα, μιας και η ακρίβεια ταλαιπωρεί τους πολίτες και στην Γερμανία. Ωστόσο δεν κλήθηκε ποτέ να διαχειριστεί κρατικά κονδύλια, αφού δεν ήταν είχε ποτέ κυβερνητική ευθύνη, σε αντίθεση με τον Σολτς, που ήταν Υπουργός Οικονομικών κατά την διάρκεια της πανδημίας. Η ακρίβεια αναμένεται να παίξει σημαντικό ρόλο στις εκλογές και μένει να φανεί αν ο Μερτς καταφέρει να πείσει το εκλογικό κοινό ότι παρά την κυβερνητική του απειρία, κατέχει τις τεχνοκρατικές γνώσεις για να ανακάμψει τη γερμανική οικονομία.
Επιπλέον, ο Μερτς εξέπληξε ακόμη και στελέχη του κόμματός του, όταν δήλωσε ανοιχτός σε μία μεταρρύθμιση του «φρένου χρέους», στο οποίο πριν αντιστεκόταν σθεναρά. Είπε χαρακτηριστικά ότι το ζήτημα δεν είναι αν μεταρρυθμίζεται, αλλά προς ποια κατεύθυνση. Δεν είναι τυχαία αυτή η στροφή. Ο Μερτς γνωρίζει πώς το συγκεκριμένο άρθρο του γερμανικού συντάγματος είναι εμπόδιο στην αντιμετώπιση των σημερινών προκλήσεων (πράσινη μετάβαση, ψηφιοποίηση και άμυνα), ενώ πολλά εμπορικά επιμελητήρια, φιλικά προσκείμενα στο CDU ασκούν επίσης πιέσεις για μία μεταρρύθμιση της πολιτικής χρέους.
Έλλειψη κυβερνητικών εταίρων
Σε περίπτωση εκλογικής νίκης του Μερτς, το τοπίο για τον σχηματισμό κυβέρνησης παραμένει θολό. Ιδανικά θα ήθελε να συγκυβερνήσει με τους Φιλελεύθερους του τέως Υπουργού Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ, ωστόσο είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν θα συμπληρώσουν μαζί τις απαιτούμενες κοινοβουλευτικές έδρες. Η επιλογή των Πρασίνων, σε περίπτωση που αρκέσουν οι έδρες, φαντάζει ελκυστική για την κεντρώα τάση του CDU, αλλά την απορρίπτουν οι κομματικές οργανώσεις της Ανατολικής Γερμανίας, καθώς και οι Χριστιανοκοινωνιστές της Βαυαρίας. Ως εκ τούτου, και αυτή η επιλογή φαντάζει δύσκολη. Ουσιαστικά οι Χριστιανοδημοκράτες ελπίζουν ότι θα συγκυβερνήσουν με τους Σοσιαλδημοκράτες, έχοντας στο νου 12 χρόνια κοινής πορείας με την Μέρκελ, η οποία σε διαχειριστικό επίπεδο ήταν λειτουργική. Επομένως, σε περίπτωση εκλογικής νίκης του Μερτς, θα κληθεί να συνθέσει διαφορετικές τάσεις και απόψεις ώστε να προκύψει κυβερνητική πλειοψηφία, αντικείμενο στο οποίο είναι…πρωτάρης.
Η ευρωπαϊκή-διεθνής διάσταση μιας εκλογής Μερτς
Ο Φρίντριχ Μερτς θεωρείται «παιδί» του Σόιμπλε. Ως εκ τούτου, θα επικεντρωθεί πιθανότατα στην διαφύλαξη της «κληρονομιάς», του επιμένοντας σε σφιχτούς δημοσιονομικά προϋπολογισμούς. Νέα εγχειρήματα σαν το Ταμείο Ανάκαμψης δεν θεωρούνται πιθανά σε περίπτωση που αναλάβει την καγκελαρία, ωστόσο δεν αποκλείεται να δείξει κάποια ευελιξία για θέματα άμυνας λόγω Ουκρανίας, αν χρειαστεί. Θα έχει επίσης ενδιαφέρον το πώς θα σταθεί απέναντι στον Τραμπ και τους Κινέζους. Σημειώνεται, ότι σύμφωνα με τα γερμανικά μέσα, ο Μερτς διατηρεί ανοιχτούς διαύλους με την Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν, ώστε να ενημερώνεται από πρώτο χέρι για τις σημαντικότερες εξελίξεις των Βρυξελλών.
Τέλος, το γεγονός ότι η Μέρκελ παρουσίασε τα απομνημονεύματά της την περασμένη εβδομάδα δεν ευνοεί τον Μερτς, καθώς η άλλοτε εσωκομματική του αντίπαλος του ασκεί σε αρκετά σημεία κριτική, είτε άμεση είτε έμμεση, ενώ έχει τραβήξει όλα τα φώτα της δημοσιότητας πάνω της, αποσπώντας από τον προεκλογικό αγώνα των Χριστιανοδημοκατών.
Ο Μερτς είναι αυτή τη στιγμή το φαβορί για την επικράτηση στις επερχόμενες εκλογές, σύμφωνα με τα δημοσκοπικά ευρήματα. Η νίκη του ωστόσο δεν πρέπει ακόμη να θεωρείται βέβαιη καθώς είναι αρκετές οι απαντήσεις τις οποίες θα κληθεί να δώσει, ενώ θα πρέπει να διατηρήσει εσωκομματικές ισορροπίες και να διευρύνει το εκλογικό του ακροατήριο. Πρόκειται για ένα αρκετά δύσκολο εγχείρημα, στο οποίο αν δεν πετύχει η πολιτική του καριέρα ενδέχεται να ολοκληρωθεί μετά το πέρας των εκλογών.
Γιώργος Ραυτόπουλος
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr