Συγκεκριμένα, η πλειοψηφία των ατόμων δεν εργαζόταν (22,4%) ή είχε σταματήσει να εργάζεται (64,7%) στην ΕΕ κατά τη διάρκεια των 6 μηνών που ακολούθησαν τη λήψη της πρώτης σύνταξης γήρατος. Μόνο το 13% συνέχισε να εργάζεται. Στην Ελλάδα το ποσοστό ήταν στο 4,2%.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μεταξύ εκείνων που εξακολουθούσαν να εργάζονται, περίπου οι μισοί συνέχισαν στους προηγούμενες ρυθμούς, ενώ για τους άλλους μισούς υπήρξαν αλλαγές, όπως αλλαγή εργασίας, λιγότερες ώρες απασχόλησης ή εργασία σε δεύτερη θέση εργασίας ενώ σταμάτησαν την πρώτη θέση εργασίας.
Το υψηλότερο ποσοστό ατόμων που συνέχισαν να εργάζονται βρέθηκε στις χώρες της Βαλτικής, την Εσθονία (54,9%), τη Λετονία (44,2%) και τη Λιθουανία (43,7%), ενώ το χαμηλότερο ποσοστό καταγράφηκε στη Ρουμανία (1,7%), την Ελλάδα (4,2%) και την Ισπανία (4,9%).
Οι κυριότεροι λόγοι για τους οποίους οι άνθρωποι συνέχισαν να εργάζονται μετά τη λήψη σύνταξης γήρατος ήταν επειδή τους άρεσε να εργάζονται και να είναι παραγωγικοί (δηλώθηκε από το 36,3% των ατόμων) ή το έκαναν λόγω οικονομικής ανάγκης (28,6%).
Η επιθυμία να διατηρηθεί η κοινωνική ένταξη (11,2%) και η οικονομική ελκυστικότητα της εργασίας (9,1%) αναφέρθηκαν επίσης ως λόγοι για τη συνέχιση της εργασίας. Ένα μικρότερο ποσοστό, 3,5%, συνέχισε να εργάζεται επειδή ο σύντροφός του εξακολουθούσε να εργάζεται.
Η Δανία (61,0%), οι Κάτω Χώρες (59,6%) και η Ιταλία (51,7%) είχαν το υψηλότερο ποσοστό ατόμων που συνέχισαν να εργάζονται επειδή τους άρεσε η απασχόληση. Αντίθετα, το μικρότερο ποσοστό ατόμων που ανέφεραν αυτόν τον λόγο ήταν στην Ισπανία (17,9%), την Κύπρο (19,1%) και τη Σλοβακία (20,4%).
Από την άλλη πλευρά, η οικονομική ανάγκη ήταν ο κύριος λόγος για τη συνέχιση της εργασίας στην Κύπρο (68,6%), τη Ρουμανία (54,3%) και τη Βουλγαρία (53,6%), ενώ η Σουηδία (9,4%), η Τσεχία (12,4%) και το Λουξεμβούργο (14,4%) κατέγραψαν το χαμηλότερο ποσοστό.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr