«Κυκλικοί και διαρθρωτικοί παράγοντες συνυπάρχουν στην υποτονική οικονομική ανάπτυξη. Παρ’ όλο που είναι πιθανό να αρχίσει μια ανάκαμψη από την άνοιξη, η συνολική δυναμική δεν θα είναι πολύ ισχυρή», λέει ο Stefan Kooths, επικεφαλής οικονομικών ερευνών στο Ινστιτούτο του Κιέλου για την Παγκόσμια Οικονομία.
Κατά το τρέχον έτος, η ιδιωτική κατανάλωση θα αποτελέσει τη σημαντικότερη κινητήρια δύναμη για την οικονομία, ακολουθούμενη από την ενίσχυση των εξαγωγών, το επόμενο έτος.
Η οικονομική παραγωγή, σήμερα, βρίσκεται σε επίπεδο που είναι μόλις και μετά βίας υψηλότερο από ότι πριν από την πανδημία. Από την πανδημία και μετά, η παραγωγικότητα στη Γερμανία είναι στάσιμη, ενώ το τελευταίο διάστημα, σημειώνονται περισσότεροι αντίθετοι παρά ευνοϊκοί άνεμοι για την εγχώρια, αλλά και την παγκόσμια οικονομία.
Η ιδιωτική κατανάλωση αυξήθηκε αργότερα και λιγότερο δυναμικά από ότι ανέμενε προηγουμένως η Ομάδα Έργου Κοινών Οικονομικών Προβλέψεων. Οι γερμανικές εξαγωγές μειώθηκαν παρά την άνοδο της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας, κυρίως επειδή η ζήτηση για κεφαλαιουχικά και ενδιάμεσα αγαθά, τα οποία είναι σημαντικά για τη Γερμανία, ήταν αδύναμη και η ανταγωνιστικότητα των τιμών για τα ενεργοβόρα αγαθά υπέφερε.
Η συνεχιζόμενη αβεβαιότητα σχετικά με την οικονομική πολιτική επιβαρύνει τις εταιρικές επενδύσεις, οι οποίες είναι πιθανό να παραμείνουν στα επίπεδα του 2017, παρά την αναμενόμενη ανάκαμψη το επόμενο έτος.
Οι ονομαστικές πραγματικές αποδοχές αναμένεται να αυξηθούν κατά 4,6% και 3,4%, το 2024 και το 2025 αντίστοιχα. Αυτό σημαίνει ότι οι πραγματικοί μισθοί θα αυξηθούν καθ' όλη την περίοδο πρόβλεψης και θα καλύψουν τις απώλειες από το 2022 και το πρώτο εξάμηνο του 2023. Ωστόσο, το επίπεδο που παρατηρήθηκε στο τέλος του 2021, πριν από τη δραστική αύξηση του πληθωρισμού, δεν αναμένεται να επιτευχθεί πριν από το δεύτερο τρίμηνο του 2025.
Συνολικά, τα ινστιτούτα αναμένουν ότι οι τιμές καταναλωτή θα αυξηθούν κατά 2,3% το τρέχον έτος και κατά 1,8% το επόμενο έτος. Προσαρμοσμένοι για την αποσβεστική επίδραση των τιμών της ενέργειας, οι ρυθμοί του πυρήνα του πληθωρισμού είναι 2,8% (2024) και 2,3% (2025).
Μια εύρωστη αγορά εργασίας στηρίζει τις ανοδικές δυνάμεις που σχετίζονται με την κατανάλωση. Αν και το πραγματικό κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος αυξάνεται και πάλι σημαντικά, στον απόηχο των μισθολογικών αυξήσεων, παραμένει υποστηρικτικό για τη ζήτηση εργαζομένων.
Η ανεργία είναι πιθανό να αυξηθεί ελάχιστα και να μειωθεί ξανά από την άνοιξη και μετά. Κατά τη διάρκεια του έτους, το ποσοστό ανεργίας είναι πιθανό να διαμορφωθεί στο 5,8% (2024) και στο 5,5% (2025).
Τα ελλείμματα του προϋπολογισμού της γενικής κυβέρνησης σε σχέση με την οικονομική παραγωγή θα μειωθούν από 2,1% το προηγούμενο έτος σε 1,6% (2024) και 1,2% (2025). Ο δείκτης εσόδων του δημόσιου τομέα θα φτάσει σε επίπεδα ρεκόρ για το σύνολο της Γερμανίας στα δύο έτη πρόβλεψης, σε 47,5 τοις εκατό και 48,4 τοις εκατό αντίστοιχα.
Όσον αφορά το «φρένο» του χρέους, οι ειδικοί συνιστούν μια ήπια μεταρρύθμιση. Ενώ υποστηρίζουν την πρόταση της Deutsche Bundesbank, η οποία επιτρέπει περισσότερες επενδύσεις που χρηματοδοτούνται με χρέος σε σχέση με πριν, τα ινστιτούτα προτείνουν, επίσης, ένα μεταβατικό στάδιο για την επανενεργοποίηση του ορίου του ελλείμματος αντί για μια απότομη σύσφιξη.
Πιο σημαντική, ωστόσο, είναι η αναδιοργάνωση της συνολικής δημοσιονομικής συγκρότησης, προκειμένου να θωρακιστεί καλύτερα η δημοτική επενδυτική δραστηριότητα -ένα 40% των συνολικών δημόσιων επενδύσεων- από τις κυκλικές ελλείψεις του προϋπολογισμού.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr