«Η στροφή σε μη ορυκτές πηγές ενέργειας όχι μόνο μπορεί να μειώσει τη στρατηγική εξάρτηση (αν γίνει σωστά), μπορεί επίσης να μειώσει τις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας και να βοηθήσει την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να πετύχουν τους κλιματικούς στόχους τους. Η περαιτέρω ενοποίηση των ευρωπαϊκών αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και των δικτύων φυσικού αερίου είναι απαραίτητη προκειμένου να εξισορροπηθούν καλύτερα οι περιφερειακές ελλείψεις», τονίζουν σε έκθεσή τους για λογαριασμό του ερευνητικού δικτύου EconPol Europe.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, μέτρα που στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό, όπως οι κρατικές παρεμβάσεις στις τιμές, θα πρέπει να αποφεύγονται. Αυτά περιορίζουν τις προσπάθειες για εξοικονόμηση πόρων και μειώνουν τα κίνητρα για επενδύσεις. Οι βραχυπρόθεσμες παρεμβάσεις θα μπορούσαν να καταστήσουν πιο δύσκολη την αναδιάρθρωση του ενεργειακού συστήματος μακροπρόθεσμα. Εάν παρόλα αυτά εφαρμοστούν, πρέπει να βρεθεί μια ισορροπία μεταξύ των μέτρων στήριξης για τα νοικοκυριά και εκείνων για τις επιχειρήσεις.
Η Ευρώπη θα πρέπει επίσης να αποφεύγει στρατηγικές εξαρτήσεις, για παράδειγμα από πρώτες ύλες ή υδρογόνο. Αυτό απαιτεί περισσότερη ενδοευρωπαϊκή ευελιξία, παγκόσμια ποικιλομορφία εφοδιασμού και κατάλληλο δίκτυο αγωγών για υδρογόνο και φυσικό αέριο. Τα δίκτυα φυσικού αερίου θα πρέπει επίσης να κλείσουν ή να επαναχρησιμοποιηθούν για υδρογόνο. Η παράβλεψη αυτής της πρόκλησης τώρα πιθανότατα θα αυξήσει το κόστος μακροπρόθεσμα.
Οι κυβερνήσεις πρέπει να δημιουργήσουν οικονομικά περιθώρια ώστε να είναι σε θέση να παρέχουν υποστήριξη σε περιόδους κρίσης. Είναι επίσης απαραίτητο να προωθηθεί η μετάβαση σε μια οικονομία με χαμηλές εκπομπές άνθρακα. Αυτό δεν θα απαιτούσε απαραίτητα αύξηση του δημόσιου χρέους, αλλά μάλλον μείωση των δαπανών –για παράδειγμα με την κατάργηση των επιδοτήσεων για ορυκτά καύσιμα– και αύξηση των εσόδων μέσω των κατάλληλων τιμών CO2.
Για την καλύτερη αντιμετώπιση μελλοντικών κρίσεων, οι ερευνητές πιστεύουν ότι η Ευρώπη θα πρέπει να δημιουργήσει ένα στρατηγικό γραφείο στο μέλλον, στο ίδιο μήκος κύματος με τη Σιγκαπούρη και (ειδικά για θέματα υγείας) την Ταϊβάν. Αυτή η προσέγγιση απέδωσε πολύ καλά στην Ταϊβάν κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορονοϊού, επειδή σήμαινε ότι η χώρα ήταν πολύ καλά προετοιμασμένη.
Οι συγγραφείς της έκθεσης είναι οι ακόλουθοι: οι Karen Pittel και Julio Saavedra από το ifo Institute, ο περιβαλλοντικός οικονομολόγος Andreas Löschel από το Ruhr University Bochum, ο Georg Zachmann από το think tank Bruegel των Βρυξελλών, ο David Newbery, Διευθυντής της Ομάδας Έρευνας Ενεργειακής Πολιτικής του Cambridge, ο Pedro Linares από το Comillas Pontifical University στην Ισπανία και ο Frédéric Gonand από το University of Paris Dauphine-PSL.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr